Με αφορμή την επικείμενη ψήφιση του πολυνομοσχεδίου «Αναπτυξιακός Νόμος – Ελλάδα Ισχυρή Ανάπτυξη» η Ελληνική Ένωση Πλοιοκτητών Ρυμουλκών, Ναυαγοσωστικών, Αντιρρυπαντικών & Πλοίων Υποστήριξης Υπεράκτιων Εγκαταστάσεων εκφράζει την ισχυρή αντίθεσή της αλλά και την έντονη ανησυχία της για τις συνέπειες που θα υπάρξουν τόσο στον κλάδο καθώς και στις συνθήκες ασφαλούς ναυσιπλοΐας στις ελληνικές θάλασσες καθώς, όπως αναφέρει, εξαιρείται από το Σχέδιο Νόμου η δυνατότητα ενισχύσεων των επενδυτικών σχεδίων στον κλάδο εξοπλισμού πλωτών μέσων παροχής υπηρεσιών υποστήριξης λιμένων (γερανοί, ρυμουλκά, ναυαγοσωστικά, απορρυπαντικά κλπ.).
Όπως υπογραμμίζεται το παραπάνω γεγονός αντίκειται και στον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1084 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 14ης Ιουνίου 2017 «για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 651/2014 όσον αφορά τις ενισχύσεις για τις λιμενικές και αερολιμενικές υποδομές», με τον οποίο επιτρέπεται στο εξής η χρηματοδότηση συγκεκριμένων ιδιωτικών επενδύσεων, με κύριο στόχο τη βελτίωση της προστασίας του περιβάλλοντος.
Τη στιγμή μάλιστα που η αναβάθμιση της χώρας ως παγκόσμιος εμπορευματικός και τουριστικός προορισμός είναι ένα κρίσιμο Εθνικό στοίχημα, αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, κύριος Κυριάκος Μητσοτάκης, θέτει τις πράσινες μεταφορές και την προστασία του περιβάλλοντος ως προτεραιότητα, η πολιτική ηγεσία του αρμόδιου Υπουργείου με το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου – σε μία αντικοινοτική και αποεπενδυτική λογική – κωφεύει, ναρκοθετώντας τη διασφάλιση της ασφαλούς και περιβαλλοντικά καθαρής ναυσιπλοΐας για τις ελληνικές θάλασσες αλλά και τους ελληνικούς λιμένες.
Στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το πολυνομοσχέδιο η Ένωση έχει ήδη καταθέσει εμπεριστατωμένες προτάσεις όπου και με βάση το Ενωσιακό Δίκαιο γίνεται σαφές ότι πλέον παρέχεται όχι μόνο η δυνατότητα, αλλά και η καθοδήγηση και παρότρυνση προς τα κράτη μέλη, να ενισχύσουν ιδιωτικές επενδύσεις σε τομείς όπως τα ρυμουλκά, ναυαγοσωστικά, αντιρρυπαντικά και λοιπά πλοία παροχής υπηρεσιών υποστήριξης λιμένων, τόσο για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης ζωής, όσο και για τη διευκόλυνση των ευρωπαϊκών δικτύων μεταφορών.
Αξίζει αν σημειωθεί πως οι ανάγκες μεταφοράς προϊόντων και εμπορευμάτων τα τελευταία χρόνια έχουν πολλαπλασιαστεί και σε συνδυασμό με τη γεωγραφική θέση της χώρας καθιστούν τις ελληνικές θάλασσες έναν διεθνή κόμβο.
Συγκεκριμένα από τα στοιχεία και μόνο για τον Πειραιά, του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας και τέταρτου στην Ευρώπη (2020), η διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων για το 2020 (5.437.477), παρά την πανδημία, ήταν πολύ κοντά στα επίπεδα του 2019 (5.648.056) και σαφώς υψηλότερη από το 2018 (4.907.913).
Ταυτόχρονα και σε επίπεδο τουριστικής κίνησης ήδη το 2021 η επανεκκίνηση της κρουαζιέρας επετεύχθη σε ποσοστό 60% του 2019 (αριθμός κρουαζιερόπλοιων) ενώ για το 2022, βάσει και των προκρατήσεων, αναμένεται αύξηση 18% στον Πειραιά, με περισσότερα από 700 κρουαζιερόπλοια να καταφθάνουν όταν το 2019, προ πανδημίας, οι αντίστοιχες αφίξεις ήταν 622.
Επιπλέον, σύμφωνα και με τα σχετικά ετήσια στοιχεία (ελληνική υπηρεσία διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων) ναυτικών συμβάντων η αυξητική τάση είναι ξεκάθαρη, καθώς ακόμα και το 2020 (εν μέσω πανδημίας με ιδιαίτερα μειωμένη κίνηση) τα ναυτικά συμβάντα ήταν 631, 19% περισσότερα από το 2019 (531), το 2018 ήταν 471, το 2017 458 και το 2016 μόλις 400. Ναυτικά περιστατικά τα οποία κοστίζουν στους εργαζομένους, στις επιχειρήσεις, στο περιβάλλον και απειλούν κάθε χρόνο τα νησιά μας.
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο οι επενδύσεις για την ναυπήγηση σύγχρονων ρυμουλκών, απορρυπαντικών αλλά και για ναυαγοσωστικών ώστε να μπορούν να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες των χωρικών υδάτων της χώρας είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία των νησιών και των θαλασσών μας από ναυτικά ατυχήματα και τις τραγικές περιβαλλοντικές και οικονομικές συνέπειες τους.
Ταυτόχρονα οφείλουμε να σημειώσουμε πως εκπέμπεται το απολύτως λάθος μήνυμα για την ανάπτυξη του κλάδου και της Ναυτιλίας αλλά και την προσέλκυση οποιασδήποτε επενδυτικής προσπάθειας καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των σύγχρονων αυτών πλωτών μέσων κατασκευάζονται στα Ελληνικά ναυπηγεία. Η μη ένταξη των επενδύσεων αυτών στον «Αναπτυξιακό Νόμο» απειλεί χιλιάδες θέσεις εργασίας αλλά και σημαντικά κεφάλαια για τα Ελληνικά Ναυπηγεία.
Επιπλέον, την ίδια στιγμή που η Τουρκία προχωράει στη ναυπήγηση 8 νέων σύγχρονων ρυμουλκών – ναυαγοσωστικών σκαφών, με στόχο την κάλυψη του Αιγαιακού θαλάσσιου χώρου, η χώρα μας, με τη συγκεκριμένη πολιτική επιλογή, αρνείται, πέραν κάθε λογικής, να ενθαρρύνει την επένδυση ιδιωτικών κεφαλαίων σε σύγχρονα και εξελεγμένα ρυμουλκά, ναυαγοσωστικά και αντιρρυπαντικά πλοία, ελαχιστοποιώντας τις εθνικές δυνατότητες θαλάσσιας αρωγής και θέτοντας σε κίνδυνο ακόμα και την Εθνική κυριαρχία.
Έχουμε καταθέσει την πρόταση μας να προβλεφθεί ρητά στο Σχέδιο Νόμου η δυνατότητα ενισχύσεων των επενδυτικών σχεδίων στον κλάδο προάγοντας την ασφάλεια αλλά και την προστασία των λιμένων και θαλασσών μας και αξιοποιώντας την κορυφαία θέση παγκοσμίως της Ελληνικής Ναυτιλίας. Από την πλευρά της όμως η Πολιτεία κωφεύει, επιμένοντας σε προσχηματικούς διαλόγους αγνοώντας τους κινδύνους αλλά και τους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς διακυβεύοντας τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας, ναυτιλίας αλλά και της περιβαλλοντικής προστασίας των θαλασσών και ακτών μας.
Καλούμε τους αρμόδιους, Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κύριο Άδωνι Γεωργιάδη, και Αναπληρωτή Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, κύριο Νικόλαο Παπαθανάση, να απαντήσουν για ποιο λόγο αγνοούν την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και ναρκοθετούν το Εθνικό Στοίχημα της ανάπτυξης μίας ασφαλούς και περιβαλλοντικά πράσινης ναυσιπλοΐας αλλά και ενός εμπορευματικού και τουριστικού κόμβου διεθνών προδιαγραφών.
Η Πολιτεία οφείλει να λειτουργήσει με υπευθυνότητα προωθώντας ένα «Αναπτυξιακό Νομοσχέδιο» το οποίο θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις στην ασφαλή, και περιβαλλοντικά και οικονομικά, ναυσιπλοΐα στη χώρα”.