Ο ΣΕΒ αντί να αξιολογήσει τις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών στη ΔΕΘ, καταθέτει τον «δεκάλογο» της ελληνικής επιχειρηματικότητας για τη μεταμνημονιακή εποχή, επισημαίνοντας ότι η έξοδος της χώρας από το 3ο πρόγραμμα δεν πρέπει να λειτουργήσει ως προθάλαμος για ένα επόμενο και ακόμη αυστηρότερο πρόγραμμα δημοσιονομικής επιτήρησης.
Στο πλαίσιο αυτό, οι οικονομικές συντεταγμένες που διαμορφώνουν το πεδίο χάραξης και άσκησης πολιτικής, όπως τις αντιλαμβάνεται ο ΣΕΒ και ο επιχειρηματικός κόσμος γενικότερα, είναι οι ακόλουθες:
1. Η χώρα βγαίνει από τα Μνημόνια χωρίς να διαθέτει την παραγωγική βάση και την εξωστρέφεια που απαιτείται για να απογειωθεί η οικονομία της. Χρειάζεται λοιπόν συνέχιση και εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων, ώστε να αυξηθούν τα μερίδια των επενδύσεων έναντι της κατανάλωσης και των εξαγωγών έναντι των εισαγωγών στο ΑΕΠ.
2. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για να επανέλθει η Ελλάδα σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, χωρίς να γίνουν μαζικά επενδύσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα. Οι εμβληματικές ξένες κι εγχώριες επενδύσεις πρέπει να προχωρήσουν άμεσα, χωρίς άλλα προβλήματα, ώστε να αλλάξει η διεθνής αντιμετώπιση και η εμπιστοσύνη επενδυτών και αγορών προς τη χώρα.
3. Οι επενδύσεις δεν έρχονται απλώς και μόνο επειδή βγαίνουμε από τα Μνημόνια. Προϋποθέτουν να ισχύσει στην Ελλάδα το σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας μιας ελεύθερης και διεθνώς ανταγωνιστικής οικονομίας της αγοράς, όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο.
4. Η χώρα γερνάει γρήγορα και αυτό δημιουργεί αδιέξοδα, καθώς οι απαιτούμενες αυξήσεις στις δαπάνες συντάξεων, υγείας και κοινωνικής προστασίας δεν θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τη νόμιμη ιδιωτική οικονομία, όπου η υπερφορολόγηση έχει ήδη χτυπήσει κόκκινο, με τις επιχειρήσεις σε αδυναμία να κάνουν τις επενδύσεις που απαιτούνται προκειμένου να αυξηθούν η απασχόληση, τα εισοδήματα, και, έτσι, τα φορολογικά έσοδα.
5. Το ασφαλιστικό σύστημα δεν συνδέει τις εισφορές των εργαζομένων με τις συντάξεις που θα πάρουν στο μέλλον. Οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να δουλεύουν στα τυφλά. Με τις εισφορές μάλιστα να μπαίνουν στα γενικά φορολογικά έσοδα, χωρίς να επενδύονται για να πολλαπλασιασθούν, δεν προωθείται ούτε η εργασία ούτε η αποταμίευση. Επιπλέον οι υψηλές εισφορές, δυσκολεύουν τις επιχειρήσεις να κάνουν προσλήψεις αλλά και να δώσουν αυξήσεις στο προσωπικό τους.
6. Χρειάζεται ένα φορολογικό σύστημα που να επιβραβεύει και όχι να τιμωρεί όσους δουλεύουν περισσότερο και κερδίζουν περισσότερα χρήματα, και όχι να ωθεί τα καλύτερα στελέχη μας στο εξωτερικό, και τις επιχειρήσεις σε αδυναμία στελέχωσης με άτομα που διαθέτουν υψηλές δεξιότητες.
7. Οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, που οδηγούν τις μικρές ιδίως επιχειρήσεις σε παράνομες πρακτικές φοροδιαφυγής, αδήλωτης εργασίας κ.λπ., πρέπει να μειωθούν, διότι δεν αφήνουν τις επιχειρήσεις να μεγαλώσουν, να προσλάβουν κόσμο και να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους.
8. Το κράτος πρέπει να εκσυγχρονισθεί και να νοικοκυρέψει τα έξοδά του. Δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Απαιτούνται ιδιωτικοποιήσεις πολλών Δημοσίων Επιχειρήσεων, στοχευμένα δημόσια έργα με τη μορφή των ΣΔΙΤ και των παραχωρήσεων στον ιδιωτικό τομέα, που θα φέρνουν συγκεκριμένο και λειτουργικό αποτέλεσμα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Το κράτος επιβάλλεται να γίνει μέρος της λύσης και όχι να είναι μέρος του προβλήματος, βάζοντας εμπόδια στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
9. Για να λειτουργήσει ομαλά η οικονομία, οι τράπεζες πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτούν επαρκώς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Χρειάζεται ένα αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο αναδιάρθρωσης των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων και μείωσης των κόκκινων δανείων. Χρειάζονται γρηγορότερες κινήσεις. Διαφορετικά, η ανάπτυξη που θα έλυνε το πρόβλημα -και των τραπεζών- , δεν θα έρθει ποτέ.
10. Η ανάπτυξη, πέρα από επενδύσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα, απαιτεί και αύξηση του ποσοστού συμμετοχής του πληθυσμού στην αγορά εργασίας, για να αυξηθεί το εργατικό δυναμικό, και ιδίως στις γυναίκες και στους νέους. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει χωρίς μαζική επέκταση της βρεφονηπιακής φροντίδας και της υιοθέτησης μέτρων στήριξης της οικογένειας, καθώς και των ευκαιριών απόκτησης σύγχρονων δεξιοτήτων μέσω νέων προγραμμάτων σπουδών και προγραμμάτων πρακτικής άσκησης και μαθητείας.