Την άμεση απόσυρση της διάταξης του άρθρου 21.1 του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στις 17.03.15 στη Βουλή για την Επανεκκίνηση της Οικονομίας, η οποία αφορά στην αντιμετώπιση δαπανών που καταβάλλονται στις συναλλαγές με μη συνεργάσιμα κράτη ή με κράτη με προνομιακά φορολογικά καθεστώτα, ζήτησε με επείγουσα επιστολή του ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος από την Αναπληρώτρια Υπουργό Οικονομικών κα. Νάντια Βαλαβάνη.
Πιο συγκεκριμένα, στην επιστολή τονίζεται ότι η πρόβλεψη ότι ο φορολογούμενος για να μην εμπίπτει στη μη έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να καταβάλει παρακρατούμενο φόρο που προκύπτει από τον ισχύοντα στην Ελλάδα φορολογικό συντελεστή φόρου εισοδήματος για επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή φόρο 26% επί του συνόλου της εν λόγω δαπάνης – ο οποίος θα του επιστρέφεται αζημίως από το Δημόσιο, εφόσον εντός δωδεκαμήνου από τη συναλλαγή, αποδείξει ότι πρόκειται περί συνήθους συναλλαγής σε τρέχουσες τιμές αγοράς – θα αποτελέσει ένα ακόμη πλήγμα για τις αξιόπιστες επιχειρήσεις, επιβαρύνοντας καθοριστικά τη ρευστότητά τους σε μια περίοδο όπου η τελευταία έχει μειωθεί δραματικά με πολλαπλές επιπτώσεις για τη βιωσιμότητα και τη λειτουργία τους.
Αν και ο ΣΕΒΕ κατανοεί καταρχήν την αγωνία της Κυβέρνησης για τον έλεγχο των συγκεκριμένων συναλλαγών, ώστε να περιοριστεί η φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει και μάλιστα χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με τους επιχειρηματικούς φορείς, να επιβαρύνονται σημαντικά οι συναλλαγές με τα προαναφερόμενα κράτη και να δημιουργηθεί ταμειακό πρόβλημα στις επιχειρήσεις και γενικότερο οικονομικό και ταμειακό πρόβλημα στην αγορά στο σύνολό της, με ιδιαίτερη ένταση και αρνητικές συνέπειες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σημειωτέον ότι οι συναλλαγές που γίνονται με αυτές τις χώρες στη μεγάλη πλειοψηφία τους αφορούν αγορές πρώτων και βοηθητικών υλών και αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, απαραίτητων στη μεταποιητική και εξαγωγική δραστηριότητα των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα στον τομέα της ένδυσης όπου τυχόν επιβολή του σχετικού φόρου θα οδηγήσει στη μεταφορά και των υπολοίπων δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό.
Χαρακτηριστικά ο ΣΕΒΕ αναφέρει ότι στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές με χώρες-μέλη που έχουν προνομιακά φορολογικά καθεστώτα, με την προβλεπόμενη διάταξη ουσιαστικά θα επιβάλλεται, μέσω της φορολόγησης, μια σχετικά προσωρινή μεν, αλλά σημαντική επιβάρυνση, τρόπον τινά ένας προσωρινός «δασμός», της τάξης του 26%, που, αν λάβουμε υπόψη τον τρόπο και τον χρόνο επιστροφής παρακρατούμενων από το Δημόσιο φόρων όπως ο ΦΠΑ, θα οδηγήσει τις επιχειρήσεις σε μια επιδείνωση της ήδη τραγικά μειωμένης ρευστότητας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, ο ΣΕΒΕ ζήτησε την άμεση ανάκληση της επίμαχης διάταξης που οδηγεί σε υπέρμετρη και παράλογη φορολογική επιβάρυνση επί δικαίων και αδίκων, σε μια περίοδο μάλιστα κρίσης και ανύπαρκτης ή εξαιρετικά περιορισμένης ρευστότητας όπου η βιωσιμότητα των υγιών επιχειρήσεων είναι το ζητούμενο. Με μέτρα άλλωστε όπως το συγκεκριμένο, ωθούνται οι ελληνικές επιχειρήσεις να μεταφέρουν τη δραστηριότητά τους εκτός Ελλάδας σε γειτονικές, κοινοτικές και μη, χώρες με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα έσοδα του δημοσίου, την οικονομία και την απασχόληση.
Επικουρικά και μόνο προτείνεται η άμεση τροποποίηση της επίμαχης διάταξης ώστε να μειωθούν οι αρνητικές της συνέπειες. Η βασική πρόταση του ΣΕΒΕ ως προς την τροποποίηση του άρθρου 21.1 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου συνίσταται στο εξής: η φορολογούμενη επιχείρηση – χωρίς εννοείται να προκαταβάλει τον φόρο του 26% – να αποστέλλει ηλεκτρονικά ή να προσκομίζει σε διάστημα δέκα (10) ημερών από την πραγματοποίηση της συναλλαγής Υπεύθυνη Δήλωση στην αρμόδια ΔΟΥ γνωστοποίησης της συναλλαγής και δήλωσης ότι οι σχετικές δαπάνες αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίων με σκοπό τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Αν σε διάστημα έξι μηνών ή σε κάθε περίπτωση μέχρι το τέλος της επόμενης διαχειριστικής περιόδου από την πραγματοποίηση της συναλλαγής, δεν διενεργηθεί έλεγχος, να θεωρούνται οι εν λόγω δαπάνες οριστικά εκπεσθείσες.