Σε αύξηση των επενδύσεων στον τομέα της τεχνολογίας προχώρησαν τα αεροδρόμια και οι αεροπορικές εταιρίες πέρυσι, σύμφωνα με την έκθεση της SITA, «2023 Air Transport IT Insights».

Σημειώνεται ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Αύγουστο έως τον Νοέμβριο του 2023, με τη συμμετοχή περισσότερων από 250 ανώτερων στελεχών αεροπορικών εταιρειών και αεροδρομίων, που καλύπτουν το ένα τέταρτο της παγκόσμιας επιβατικής κίνησης.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία οι δαπάνες πληροφορικές για τα αεροδρόμια και τις αεροπορικές εταιρίες εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 10,8 δις. δολ και τα 34,5 δις. δολ., αντίστοιχα το 2023. Επιπλέον πάνω από τα 2/3 των στελεχών προβλέπουν ότι η αύξηση αυτή θα συνεχιστεί και το 2024.

Τα αεροδρόμια αύξησαν επίσης τις δαπάνες πληροφορικής ως ποσοστό επί των εσόδων το 2022 και το 2023, ακόμη και όταν οι επιχειρήσεις επωφελήθηκαν από την αύξηση της ζήτησης στα ταξίδια, επιβεβαιώνοντας το σημαντικό ρόλο που θα διαδραματίσει η τεχνολογία στην ταξιδιωτική εμπειρία επόμενης γενιάς.

Οι βασικές επενδυτικές προτεραιότητες των στελεχών της αεροπορίας περιλαμβάνουν ένα βιομετρικά εργαλεία, διεύρυνση της βάσης δεδομένων για την απελευθέρωση επιχειρησιακής απόδοσης και «πράσινες λύσεις» για τη βελτιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών.

Βήματα προόδου

Οι αεροπορικές εταιρείες και τα αεροδρόμια έχουν κάνει βήματα προόδου στη βελτιστοποίηση της εμπειρίας των επιβατών, με περισσότερους από τους μισούς να έχουν εφαρμόσει από πέρισυ νέες τεχνολογίες για να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα κατά το check-in, τον έλεγχο αποσκευών και την επιβίβαση.

Το 70% των αεροπορικών εταιρειών αναμένει ότι τα βιομετρικά εργαλεία αναγνώρισης θα έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέχρι το 2026, με το 90% των αεροδρομίων να επενδύει σε μεγάλα προγράμματα σε αυτόν τον τομέα, τουλάχιστον για τα επόμενα τρία χρόνια.

Για να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα, να προστατεύσουν τις λειτουργίες από διαταραχές και να εξορθολογίσουν τις διαδικασίες τόσο για τους επιβάτες όσο και για το προσωπικό, οι διοικήσεις υιοθετούν λύσεις τεχνητής νοημοσύνης.

Σχεδόν τα δύο τρίτα των αεροδρομίων και των αεροπορικών εταιρειών συλλέγουν και ενσωματώνουν δεδομένα και με την άνοδο της γενετικής τεχνητής νοημοσύνης (AI), επιδιώκουν να αξιοποιήσουν αυτά τα δεδομένα.

Καθώς οι περισσότεροι αναφέρουν τη «χρήση δεδομένων για τη βελτίωση της λειτουργικής αποτελεσματικότητας» ως τουλάχιστον μια επιχειρηματική πρόκληση, είναι λογικό το 97% των αεροπορικών εταιρειών και το 82% των αεροδρομίων να επενδύουν σε τεχνητή νοημοσύνη έως το 2026.

Ο κ. David Lavorel, Διευθύνων Σύμβουλος της SITA, δήλωσε: «Καθώς πλησιάζουμε σε πλήρη ανάκαμψη της ζήτησης για αεροπορικά ταξίδια, με τα εσωτερικά ταξίδια να ξεπερνούν ακόμη και τα προ-πανδημικά επίπεδα σε ορισμένες περιοχές, οι αεροπορικές εταιρείες και τα αεροδρόμια έχουν διδαχθεί από τα προβλήματα του παρελθόντος.

Τα προηγμένα εργαλεία κοινής χρήσης δεδομένων και ανάλυσης θα τους επιτρέψουν να ενώσουν κομμάτια του παζλ και να εντοπίσουν ευκαιρίες για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και πιο ποιοτικές λειτουργίες.

Υψηλά στην ατζέντα η βιωσιμότητα

Η αειφορία βρίσκεται επίσης ψηλά στην ημερήσια διάταξη, με τα στελέχη να στρέφουν το βλέμμα τους σε καινοτόμες λύσεις που θα συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών άνθρακα.

Έως το 2026, πάνω από το 90% των αεροπορικών εταιρειών σχεδιάζουν να υιοθετήσουν τέτοιες λύσεις, για να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα των πτητικών λειτουργιών και τη βελτίωση των αεροσκαφών.

Περισσότερα από τα μισά στελέχη έχουν αναβαθμίσει ήδη τις υπηρεσίες τροχοδρόμησης των αεροσκαφών όσο και των φάσεων απογείωσης/προσγείωσης, με σχεδόν το σύνολο να σχεδιάζει να το εφαρμόσει μέχρι το 2026.

Οι επενδύσεις σε συστήματα διαχείρισης ενέργειας αναμένεται να αυξηθούν στο μέγιστο, με περισσότερα από τα μισά αεροδρόμια να σχεδιάζουν να τα υιοθετήσουν μέχρι το 2026.

«Με τις φιλοδοξίες της βιομηχανίας να επιτύχουν καθαρές μηδενικές εκπομπές CO2 έως το 2050, οι αεροπορικές εταιρείες και τα αεροδρόμια λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, υιοθετώντας ψηφιακά εργαλεία για ακριβή παρακολούθηση και βελτιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών», πρόσθεσε ο κ. Lavorel.