Αρχίζει να ανακάμπτει η ελληνική οικονομία, τονίζει ο ΟΟΣΑ σε έκθεσή του για την οικονομική προοπτική του πλανήτη.
Αναφορικά με την Ελλάδα σημειώνει πως η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης των επίσημων πιστωτών έχει υπονομεύσει την καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη και έχει κρατήσει υψηλά τα spreads στις αποδόσεις των κυβερνητικών ομολόγων. Ωστόσο, η προκαταρκτική συμφωνία επάνω στη δεύτερη αξιολόγηση που επιτεύχθηκε το Μάιο έχει ήδη βελτιώσει τις προοπτικές για μια αντιστροφή στο οικονομικό αίσθημα και έχει περιορίσει τα spreads στις αποδόσεις των ομολόγων. Αυτή η πρόβλεψη εικάζει ικανοποιητική και έγκαιρη επίλυση αυτού του ζητήματος.
Παρά τη σταδιακή αλλά σταθερή χαλάρωση των capital controls, οι συνθήκες χρηματοδότησης παραμένουν σφικτές. Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να βασίζονται, αν και σε μικρότερο βαθμό, στο Μηχανισμό Έκτακτης Ρευστότητας της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων πιέζει τους ισολογισμούς των τραπεζών, περιορίζει την προσφορά πίστωσης, ιδιαίτερα σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και σε νοικοκυριά, αν και ένα νέο πλαίσιο, περιλαμβανομένων των δεσμευτικών στόχων, έχει πλέον τεθεί σε εφαρμογή για την ομαλή ελάττωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ωστόσο, ο αριθμός των αδειών οικοδόμησης αυξάνεται και ο κατασκευαστικός τομέας έχει αγγίξει το κατώτατο σημείο του. Με τη βοήθεια των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, η απασχόληση ενισχύεται, υποστηρίζοντας την ιδιωτική κατανάλωση. Η ανεργία υποχωρεί αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα, ιδιαίτερα στους νέους, συνδράμοντας την υψηλή φτώχεια.
Ο δημοσιονομικός στόχος έχει ξεπεραστεί, αλλά η διαδικασία διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχει σταθεί ανομοιογενής
Το 2016, το πρωτογενές πλεόνασμα ήταν στο 3,8% του ΑΕΠ, πολύ παραπάνω του στόχου για 0,5%, και ο συνολικός προϋπολογισμός ουσιαστικά βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε ισορροπία. Ο έλεγχος στις δημόσιες δαπάνες, περιλαμβανομένου του γεγονότος ότι οι δημόσιες επενδύσεις ήταν χαμηλότερες του στόχου, καθώς και τα εύρωστα έσοδα από τη φορολογία, λόγω βελτιώσεων στη φορολογική συμμόρφωση και έκτακτων εισπράξεων από καθυστερούμενες οφειλές, συνέδραμαν σε αυτή την επιτυχία. Στη διάρκεια της περιόδου που αφορά αυτή η πρόβλεψη, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα μειωθεί αλλά θα παραμείνει υψηλό, πάνω από 2,5% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να μειωθεί σε αναλογία με το ΑΕΠ, αλλά θα παραμείνει υψηλό για ένα διάστημα. Η ελάφρυνση χρέους, περιλαμβανομένης της παράτασης λήξεων και επιπρόσθετων περιόδων χάριτος, θα μειώσει τις ευπάθειες, θα αυξήσει την ανάπτυξη και να ισχυροποιήσει την ικανότητα της Ελλάδας να διαχειριστεί το βάρος χρέους της.
Η ελάφρυνση του χρέους θα ανοίξει το δρόμο για περίληψη στο πρόγραμμα αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και, σε συνδυασμό με περαιτέρω πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στη φορολογική συμμόρφωση, θα επιτρέψει χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και περισσότερες δημόσιες δαπάνες σε υψηλής ποιότητας επενδυτικά πρότζεκτς, όπως περιγράφονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021.
Η συνεχιζόμενη αξιολόγηση στις δαπάνες (spending review) μπορεί να μεταβάλλει τις προτεραιότητες, προσφέροντας επομένως περιθώριο για την αύξηση που χρειάζεται σε προγράμματα κοινωνικής υποστήριξης, όπως προγράμματα κατά της φτώχειας, αναζήτησης εργασίας και κατάρτισης. Αυτή η αλλαγή θα αύξανε την ισότητα και την ανάπτυξη.
Η ενίσχυση του εγγυημένου κατώτατου εισοδήματος, στοχευμένα προγράμματα σίτισης στα σχολεία και αρωγής για στέγαση, θα ανακούφιζαν την φτώχεια. Η χαλάρωση του ρυθμιστικού πλαισίου στην ενέργεια, τις επικοινωνίες και τις μεταφορές θα ενέτεινε τον ανταγωνισμό και θα ενίσχυε την ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών.
Η επέκταση της χρήσης αξιολόγησης του ρυθμιστικού αντίκτυπου, θα οδηγούσε σε καλύτερη ρύθμιση και θα βοηθούσε να μειωθούν τα βάρη στη διοίκηση. Η επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων είναι κρίσιμης σημασίας για να έρθει χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα και εμπειρογνωμοσύνη σε βασικούς οικονομικούς τομείς, πέραν του ότι θα φέρει σημαντικά έσοδα και θα αυξήσει την αξία των περιουσιακών στοιχείων του κράτους. Η συνέχιση στη βελτίωση της φορολογικής διοίκησης και της διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, είναι ύψιστης σημασίας για να αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα.
Η ανάπτυξη τελικά θα έρθει, αλλά…
Το ΑΕΠ προβλέπεται να αναπτυχθεί 1,1% το 2017 και 2,5% το 2018 (σ.σ. έναντι πρόβλεψης για ανάπτυξη 1,8% της κυβέρνησης για το 2017). Η αυξανόμενη απασχόληση θα συνεχίσει να στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και την κατανάλωση.
Το ποσοστό της ανεργίας θα μειωθεί σταδιακά, καθώς η οικονομία θα αναπτύσσεται και περισσότεροι άνθρωποι θα μπαίνουν στην αγορά εργασίας. Οι επενδύσεις προβλέπεται να ανακάμψουν, από πολύ χαμηλή βάση, καθώς η εγχώρια κατανάλωση και οι εξαγωγές ανακάμπτουν. Η βελτίωση της ανάπτυξης στις αγορές εξαγωγών της Ελλάδας και η άνοδος στην ανταγωνιστικότητα θα στηρίξει τις εξαγωγές. Η αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση θα οδηγήσει σε υψηλότερες εισαγωγές.
Περαιτέρω πρόοδος σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στις αγορές προϊόντων, και μια πιο γρήγορη επίλυση του θέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, θα οδηγούσε σε υψηλότερες επενδύσεις και εξαγωγές από το αναμενόμενο. Η δημόσια κατανάλωση και οι δημόσιες επενδύσεις θα μπορούσαν να αυξηθούν περισσότερο από το αναμενόμενο, τονώνοντας την ανάπτυξη χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά. Η ανάπτυξη των εξαγωγών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ρυθμό ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου.
Από την άλλη πλευρά, καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και στην επίτευξη συμφωνίας για ελάφρυνση χρέους, θα επηρέαζαν την εμπιστοσύνη παρεμποδίζοντας τις επενδύσεις. Οι γεωπολιτικές εντάσεις μεταξύ των γειτόνων της Ελλάδας και μια νέα μεγάλη εισροή προσφύγων, θα αποτελούσαν επιπρόσθετους κινδύνους.
Πηγή : www.fortunegreece.com