Σε διευκρινίσεις σχετικά με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προχώρησε η ΑΝΕΚ, σε απάντηση της από 30/03/2012 επιστολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση:
α) Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της εταιρείας που είναι εκτός διαδικασίας διακανονισμού ανέρχονται στο ποσό των 5.701 χιλ. ευρώ ή 5,3% επί των Ιδίων Κεφαλαίων του Ομίλου και αφορούν εξ’ ολοκλήρου σε οφειλόμενες αμοιβές προσωπικού. Δεν υφίσταται κατά της εταιρείας νομική ενέργεια που να αφορά σε διασφάλιση απαιτήσεων.
β) Ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας για τη τακτοποίηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων είναι η καταβολή από το δημόσιο των οφειλομένων επιδοτήσεων των γραμμών δημόσιας υπηρεσίας που σήμερα ανέρχεται στο ποσό των 5 εκατ. ευρώ περίπου. Επιπλέον έχει επιτευχτεί συμφωνία με τράπεζες για τη χρηματοδότησή της εταιρείας με το ποσό των 15 εκατ. ευρώ. Η δανειακή σύμβαση βρίσκεται στο στάδιο κατάρτισής της και το ποσό θα εκταμιευθεί με την υπογραφή της στο επόμενο διάστημα.
γ) Η ΑΝΕΚ δραστηριοποιείται στο χώρο της επιβατηγού ναυτιλίας επί 45 έτη έχοντας εδραιώσει ισχυρούς δεσμούς με το εργατικό δυναμικό της τόσο στη ξηρά όσο και στη θάλασσα. Για το λόγο αυτό και σε συνδυασμό με τα όσα αναφέρθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο, η διοίκηση της εταιρείας εκτιμά ότι δεν θα υπάρξει κάποια επίπτωση στη δραστηριότητα της.
δ) Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει κάποιο άλλο γεγονός το οποίο να έχει περιέλθει σε γνώση μας και το οποίο θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς την περιουσιακή και οικονομική διάρθρωση της Εταιρείας μας.
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, ο κλάδος της επιβατηγού ναυτιλίας για τη χρήση 2011 επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, τη μείωση της επιβατικής και εμπορευματικής κίνησης καθώς και τη μεγάλη αύξηση των τιμών των καυσίμων εμφανίζοντας στο σύνολό του αρνητικά αποτελέσματα, όπως έχουν αποτυπωθεί στις οικονομικές καταστάσεις όλων των εταιρειών. Επιπλέον η εποχικότητα στα έσοδα των εταιρειών του κλάδου, ο περιορισμός της ρευστότητας από την πλευρά των τραπεζών και το χρέος του δημοσίου προς τις εταιρείες από τις επιδοτήσεις των γραμμών δημόσιας υπηρεσίας που ήδη ξεπέρασε τους πέντε μήνες, έχουν δημιουργήσει προβλήματα ρευστότητας τα οποία είναι έντονα κατά τους χειμερινούς μήνες.