Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του δυναμικού Πολιτιστικού Συλλόγου Ασή Γωνιάς Ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ πραγματοποιήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου εκδήλωση στην περιοχή αυτή του Αποκορώνου.

Η εκδήλωση, ως απαρχή μια σειράς δράσεων από το επόμενο έτος, σχετικών με την Ιστορία, τον Λαϊκό Πολιτισμό, αλλά και την σύγχρονες δραστηριότητες του ιστορικού χωριού, ξεκίνησε με επιμνημόσυνη δέηση των καπεταναίων των κρητικών επαναστάσεων και των πεσόντων σ’ αυτές, αλλά και στους αγώνες του έθνους.

Ακολούθησε ομιλία του Ομότιμου Καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Νικολάου Παπαδογιαννάκη, κατά την οποία ο ομιλητής αναφέρθηκε στην μεγάλη προσφορά των Ασηγωνιωτών στις επαναστάσεις της Κρήτης και στους εθνικούς αγώνες, καθώς και στη διατήρηση της παράδοσης που κρατεί την Ασή Γωνιά δεμένη όχι μόνο γεωμορφολογικά με τις «ρίζες» της Μαδάρας (των Λευκών ορέων) αλλά και με τις ρίζες της κρητικής παράδοσης.

Το χωριό με κτηνοτροφική, κατά βάση, παραγωγή, παρά τη γενικότερη οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, αντέχει πεισματικά, όπως, επίσης πεισματικά, επιμένει απέναντι στην ομογενοποιητική δομή των νέων και απρόσωπων δήμων.

Παλαιότερα, για λόγους τιμής και σεβασμού προς τη μεγάλη εθνική προσφορά του, είχε εξαιρεθεί από τους «καποδιστριακούς» δήμους και αποτελούσε ιδιαίτερη κοινότητα, πράγμα που δεν έγινε κατορθωτό με τον «Καλλικράτη».

Το χωριό, ένα από τα δυναμικότερα του Αποκόρωνα, με τις αδάμαστες ψυχές του, μαρτυρεί τη συμμετοχή του στις επαναστάσεις από την εποχή της Βενετοκρατίας.

Κατά την Τουρκοκρατία, η Γωνιά των ασήδων (ανυπότακτων, τουρκ. asi) έγινε το ορμητήριο των ανταρτών κατά του κατακτητή αλλά και το καταφύγιο των κατατρεγμένων στην διάρκεια των πολλών επαναστάσεων.

Η φυσική του θέση, από το βόρειο μέρος να εξασφαλίζει την πρόσβαση μέσα το φαράγγι που διαρρέεται από ένα ξεροπόταμο, κατάφυτο από πλατάνια και θάμνους, και από τη νοτιοδυτική πλευρά να το κρατεί, σαν φυσικό οχυρό, η άγρια πέτρα της Μαδάρας, αποθάρρυνε και τον τολμηρότερο εισβολέα.

Την ιδιαιτερότητα αυτή του τόπου και το φιλελεύθερο φρόνημα των κατοίκων του μαρτυρεί το ριζίτικο:

Είπα σου, μάνα, δεν μπορώ στσί Τούρκους να’μαι σκλάβος,
και δός μου το τουφέκι μου και τ’ αργυρό μαχαίρι.
να πάω στην Ασή Γωνιά, που δε ν-ψηφούν τσι Τούρκους
και δεν πλερώνουν εμιρί, χαράτσι του Σουλτάνου,
παρά του κάνου ν-πόλεμο.