Ο ΟΑΣΑ, στο πλαίσιο της διαρκούς βελτίωσης των συγκοινωνιακών υπηρεσιών προς το επιβατικό κοινό, έχει αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των διαθέσιμων οχημάτων στο δίκτυό του.
Συγκεκριμένα, από τον Σεπτέμβριο του 2021, κυκλοφορούν καθημερινά στο δίκτυο άνω των 1.300 οχημάτων, έναντι 1.000 περίπου οχημάτων τον Σεπτέμβριο του 2020.
Η αύξηση στον αριθμό των λεωφορείων έγινε στοχευμένα σε γραμμές του δικτύου, στις οποίες διαπιστώθηκε, από τον ΟΑΣΑ, ιδιαίτερη επιβάρυνση κατά τις ώρες αιχμής, με στόχο την ενίσχυση των προγραμματισμένων δρομολογίων.
Ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής γραμμές:
- 7 Ζάππειο – Άνω Πατήσια (ΚΥΚΛΙΚΗ)
- 21 Νίκαια – Π. Ράλλη – Ομόνοια (ΚΥΚΛΙΚΗ)
- 054 Περισσός –Λαμπρινή – Ομόνοια (ΚΥΚΛΙΚΗ)
- 242 Στ. Κατεχάκη – Πολυτεχνειούπολη (ΚΥΚΛΙΚΗ) Σχολ.
- 250 Πανεπιστημιούπολη – Στ. Ευαγγελισμού (ΚΥΚΛΙΚΗ) Σχολ.
- 732 Ίλιον – Αγ. Φανούριος – Ακαδημία (ΚΥΚΛΙΚΗ)
- 608 Γαλάτσι – Ζωγράφου
- 550 Π. Φάληρο – Κηφισιά
Ως εκ τούτου, και παρά την παράλληλη σημαντική αύξηση της κινητικότητας των πολιτών, η πληρότητα άνω του 65%, στα οχήματα σε ώρες αιχμής, διατηρείται σε χαμηλά ποσοστά (2%-3%) επί του συνόλου των δρομολογίων.
Από τη Δευτέρα 25 Οκτωβρίου, οπότε ξεκινά η εφαρμογή του δακτυλίου στο κέντρο της Αθήνας, ο ΟΑΣΑ θα παρακολουθεί συστηματικά τη λειτουργία του δικτύου με επόπτες που θα ελέγχουν την κίνηση στις λεωφορειακές γραμμές, αλλά και μέσω των συστημάτων τηλεματικής και ηλεκτρονικού εισιτηρίου που διαθέτει.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο και εφόσον απαιτηθεί, δύναται να προβεί σε βελτιωτικές παρεμβάσεις και να προσαρμόζει δυναμικά τα δρομολόγια, στις γραμμές εκείνες που παρουσιάζονται φαινόμενα συνωστισμού.
Παράλληλα, βρίσκεται ήδη σε συνεχή επαφή με την Τροχαία, για τη διαρκή αστυνόμευση των λεωφορειολωρίδων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ομαλή ροή των λεωφορείων, να τηρούνται οι προβλεπόμενες χρονοαποστάσεις και κατά συνέπεια να εξυπηρετούνται οι επιβάτες με το καλύτερο δυνατό τρόπο.
Σε ότι αφορά το δίκτυο της ΣΤΑΣΥ, έγιναν όλες οι απαιτούμενες ενέργειες, προκειμένου να βελτιωθούν οι χρονοαποστάσεις, ιδιαίτερα κατά τις ώρες αιχμής.
Συγκεκριμένα, εξασφαλίστηκε η μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα συρμών, ώστε οι χρονοαποστάσεις στη γραμμή 1 να διαμορφώνονται στα 6 λεπτά τις ώρες αιχμής, στη γραμμή 2 στα 4,5 λεπτά και στη γραμμή 3 στα 4 λεπτά.