Ο Πρόεδρος του ΕΒΕΠ, Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει ότι το αργότερο έως τέλος Ιανουαρίου θα γίνει η αποστολή έγγραφης πρόσκλησης από την Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης προς εξειδικευμένους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς για την σύνταξη έκθεσης για την αξιολόγηση του ισχύοντος νομοθετημένου κατώτατου μισθού.
Αξιοποιώντας τη δυναμική της «κυκλικότητας» στην οικονομία, η κυβέρνηση επιχειρεί να δώσει, μέσω των επιχειρήσεων, νέα ώθηση στο διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων, με την αύξηση του κατώτατου μισθού υπαλλήλων και του κατώτατου ημερομισθίου των εργατοτεχνιτών.
Σε συνέχεια των μέτρων, που λαμβάνονται για την στήριξη των εισοδημάτων, από την 1η Απριλίου, ένα μήνα νωρίτερα από πέρυσι, ο κατώτατος μισθός αυξάνεται κατά 9,4%, διαμορφούμενος στα 780,00€, από τα 713,00€ και από τα 650,00€ που ήταν προ 3ετίας, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν προστεθεί ετησίως σχεδόν 3 μισθοί, με τον Πρωθυπουργό να έχει τονίσει ότι, η αύξηση δεν σχετίζεται με τις εκλογές, αλλά με τις ανάγκες αντιμετώπισης της ακρίβειας.
Ο στόχος της νέας αύξησης είναι, αφενός να οδηγήσει σε άλλη μια σημαντική τόνωση του κατώτατου μισθού, ο οποίος υπερβαίνει το ύψος του πληθωρισμού και του ποσοστού που έλαβαν οι συνταξιούχοι και, αφετέρου να λάβει υπόψη τις ανάγκες ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Η απόφαση της «ισορροπημένης λύσης» πάρθηκε σταθμίζοντας τρεις παράγοντες.
Πρώτον, τις εισηγήσεις των κοινωνικών εταίρων και των φορέων, που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της σχετικής διαβούλευσης, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία.
Δεύτερον, τις αντοχές της οικονομίας, και τρίτον, τις ανάγκες των περίπου 650.000 χαμηλόμισθων εργαζομένων.
Σημειωτέον πως αυξημένο με το ίδιο ποσοστό από τον Απρίλιο θα είναι και το επίδομα ανεργίας από τα 438 ευρώ που είναι σήμερα.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, παρά τις πρωτόγνωρα αντίξοες συνθήκες της τελευταίας τριετίας, δείχνουν αξιοπρόσεκτη δυναμική, που αντικατοπτρίζεται, τόσο από την πραγματικότητα των αριθμών, όσο και των αισιόδοξων προοπτικών απασχόλησης.
Προς τούτο αρκεί να ανατρέξουμε στα στοιχεία της «ΕΡΓΑΝΗ» που δείχνουν περισσότερες δουλειές και καλύτερες αμοιβές στην τριετία 2019-2022.
Στα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του 2022 αποτυπώνεται ξεκάθαρα η σημαντική αύξηση της απασχόλησης κατά 13,3% και των αποδοχών κατά 12,4%, σε σχέση, τόσο με την προηγούμενη χρονιά, όσο και με το 2019, το τελευταίο έτος πριν την πανδημία.
Η θετική εικόνα είναι εμφανής σε όλο το εύρος των μισθολογικών κλιμακίων, γενικά και ειδικά στο κλιμάκιο του κατώτατου μισθού και της μερικής απασχόλησης.
Η θετική επίδραση της διπλής αύξησης του κατώτατου μισθού που έγινε πέρυσι επιβεβαιώνεται με τη μείωση της ανεργίας στο σύνολο του πληθυσμού κατά -30,3%.
Οι ετήσιες επιδόσεις εργοδοσίας και μισθοδοσίας κατατάσσουν μάλιστα την Ελλάδα στην πρώτη θέση στην περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Δεν πρέπει λοιπόν στην παρούσα περίοδο, η οποία επί της ουσίας είναι προεκλογική, να αγνοήσουμε τα θετικά πρόσημα που έχουν καταγραφεί, ενώ τα πολιτικά κόμματα δεν πρέπει να επιδοθούν σε πλειοδοτικές προτάσεις, οι οποίες μπορεί να ακούγονται ενδιαφέρουσες, αλλά ενδεχομένως δεν λαμβάνουν υπόψη τις αντοχές των επιχειρήσεων που καλούνται, όχι μόνο να διατηρήσουν, αλλά και να αυξήσουν τις θέσεις εργασίας.
Σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον, που βελτιώνεται διαρκώς, οι ισορροπημένες αυξήσεις εργοδοσίας και μισθοδοσίας θα συνεχίσουν να προσφέρουν περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας στη χώρα μας.
Οι μικρομεσαίοι εργοδότες δεν αντιμετωπίσαμε τις αυξήσεις των μισθών ποτέ φοβικά, αλλά πάντα ανταποδοτικά.