Με σταθερές πωλήσεις φαίνεται πως θα κλείσει η γερμανική αγορά πακέτων διακοπών. Ωστόσο οι χειμερινές κρατήσεις παρόλο που ξεκίνησαν θετικά καταποντίστηκαν από τους πρόσφατους τυφώνες, σύμφωνα με νέα στοιχεία όπως δημοσιεύει το γερμανικό περιοδικό fvw.

Πιο αναλυτικά, οι ταξιδιωτικοί πράκτορες τις Γερμανίας σημείωσαν απογοητευτικές πωλήσεις το Σεπτέμβριο, αλλά φαίνεται πιθανό να τερματίσουν τον επόμενο μήνα το οικονομικό έτος 2016/17 με σταθερά συνολικά αποτελέσματα, σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση μηνιαίων πωλήσεων αντιπροσώπων της GfK.

Παράλληλα, το καλοκαίρι του 2017 οι κρατήσεις μειώθηκαν κατά 8% σε ετήσια βάση τον περασμένο μήνα, αφήνοντας τις σωρευτικές κρατήσεις μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου κατά 1% υψηλότερες από πέρυσι. Ο αριθμός αυτός είναι πιθανό να παραμείνει αμετάβλητος τον επόμενο μήνα λόγω του χαμηλού επιπέδου των κρατήσεων τον Οκτώβριο.

Η στασιμότητα στις πωλήσεις αναφέρεται μόνο στα πρακτορεία ταξιδίων.Αντίθετα, οι online έμποροι λιανικής πώλησης ταξιδιών στη Γερμανία καταγράφουν αύξηση πωλήσεων κατά 12%, σύμφωνα με την ένωση VIR, οι κορυφαίοι ταξιδιωτικοί πράκτορες παρουσιάζουν σταθερούς μονοψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης και οι πωλήσεις ταξιδίων κρουαζιέρας παραμένουν ισχυρές.

Όλα τα ανωτέρω οδηγούν στην πρόβλεψη ότι η συνολική αγορά ενδέχεται να τερματίσει με μέση ετήσια μονοψήφια ανάπτυξη φέτος, σύμφωνα με τους ειδικούς.

Αντίθετα, οι χειμερινές κρατήσεις των ταξιδιωτικών γραφείων επλήγησαν τον περασμένο μήνα με πτώση 6% σε σύγκριση με το Σεπτέμβριο του 2016. Ως εκ τούτου, οι χειμερινές προσφορές έως το 2017/18 είναι μόλις 2% μπροστά από πέρυσι, έναντι 4% στα τέλη Αυγούστου. Ο λόγος σύμφωνα με τους ερευνητές της αγοράς, ήταν “οι τυφώνες που άφησαν τα ίχνη τους στην Καραϊβική”.

Συνολικά, τα ταξιδιωτικά γραφεία σημείωσαν πτώση κατά 3% στα έσοδά τους από πωλήσεις τον περασμένο μήνα, καθώς οι καλές πρόωρες κρατήσεις για το επόμενο καλοκαίρι αντισταθμίστηκαν ελαφρά από τις παραπάνω τάσεις

Οι κρατήσεις για το καλοκαίρι του 2018 αναλογούν ήδη στο ένα τέταρτο των συνολικών εσόδων του προηγούμενου μήνα, ποσοστό που είναι κατά 3,1 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από ό, τι πέρυσι.