Επιστολή απέστειλε η ΓΣΕΒΕΕ προς τον Πρωθυπουργό κ. Αλέξη Τσίπρα τονίζοντας ότι  η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να υποχωρήσει στις προτάσεις των δανειστών που αφορούν στην αύξηση του ΦΠΑ  στο 23% στην εστίαση και στα ξενοδοχεία.

Η  ελληνική οικονομία, επισημαίνεται στην επιστολή της ΓΣΕΒΕΕ προς τον Πρωθυπουργό, δεν πρέπει να απεμπολήσει ένα από τα λίγα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει αυτή τη στιγμή στον δρόμο προς την ανάκαμψη καθώς η αύξηση του ΦΠΑ στο 23% θα τροφοδοτήσει ένα νέο φαύλο κύκλο ύφεσης, θα είναι καταστροφικό για τις επιχειρήσεις αυτές και θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Ολόκληρη η επιστολή έχει ως εξής:

Κύριε Πρωθυπουργέ,

Σύμφωνα με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας σχετικά με την διαπραγμάτευση που γίνεται τις τελευταίες μέρες ανάμεσα στην Ελληνική κυβέρνηση και τους δανειστές μας για την επίτευξη συμφωνίας, υπάρχει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από την πλευρά των δανειστών πρόταση για άνοδο του ΦΠΑ στην εστίαση και στα ξενοδοχεία στο 23%.

Σας καλούμε να μην υποχωρήσετε στο ζήτημα αυτό. Το μέτρο αυτό θα τροφοδοτήσει ένα νέο φαύλο κύκλο ύφεσης, θα είναι καταστροφικό για τις επιχειρήσεις αυτές και θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Και αυτό γιατί εάν λάβουμε υπόψη ότι οι κατηγορίες που βρίσκονται στη χαμηλή κλίμακα συνδέονται κατά τεκμήριο με την εγχώρια παραγωγή και τον αγροδιατροφικό κλάδο, στον οποίο καταγράφεται το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή αύξηση θα οδηγήσει σε απώλεια ανταγωνιστικότητας.  Σε αυτήν την περίπτωση, οι επιχειρήσεις του κλάδου της εστίασης και τουρισμού θα κληθούν να ανταποκριθούν σε υψηλότερα βάρη καταλογισμού ΦΠΑ (από το 6,5% στο 23% και από 13% στο 23% αντίστοιχα) σε μια περίοδο που συνδέεται με την ανάγκη να κερδηθεί η μεγάλη μάχη για τον τουρισμό και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής τουριστικής επιχείρησης εν γένει. Είναι σαφές  ότι η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ σε δύο δυναμικούς εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας θα οδηγήσει σε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας εις βάρος του ΑΕΠ. Η αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συρρίκνωση το ελληνικό εγχώριο προϊόν, ενώ τα φορολογικά έσοδα θα είναι τελικά χαμηλότερα του προσδοκώμενων. Υπενθυμίζουμε ότι τόσο στην εφαρμογή του αυξημένου ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης, όσο και στη μετάταξη συντελεστή ΦΠΑ στον κλάδο εστίασης από το 13% στο 23% (όταν επιχειρήθηκε με το Ν 4172/2013), τα φορολογικά αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά. Από τα προϋπολογισθέντα 800 εκ. λόγω της αύξησης του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση, το κράτος έβαλε στα ταμεία του 160 εκ., χωρίς να εκτιμούμε τις απώλειες από το φόρο εισοδήματος και τα φαινόμενα υποκατάστασης της κατανάλωσης. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι  οι ελληνικές επιχειρήσεις  έχουν υποστεί την περίοδο της κρίσης μια σωρεία επιβαρύνσεων με άξονα τη φορολογική πολιτική. Εκτός από την πλειάδα των φορολογικών μεταρρυθμίσεων και την θέσπιση νέων φορολογικών βαρών (τέλος επιτηδεύματος, εισφορά αλληλεγγύης, ΕΝΦΙΑ) που είχαν ως αποτέλεσμα τη δυσανάλογη επιβάρυνση των  μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι μεταβολές στο ΦΠΑ έχουν επηρεάσει την εγχώρια παραγωγή, έχουν μεταβάλλει τα καταναλωτικά πρότυπα και έχουν οδηγήσει επιχειρήσεις σε ακύρωση του οικονομικού προγραμματισμού. Και δυστυχώς φαίνεται ότι και η νέα συμφωνία θα προβλέπει μεταξύ άλλων νέες αυξήσεις στην φορολογία των επιχειρήσεων αλλά και στις εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Υπενθυμίζουμε επίσης ότι κατά την διάρκεια της κρίσης σύμφωνα με στοιχεία του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ από τις 1.050.000 θέσεις απασχόλησης που χάθηκαν οι 750.000 προέρχονται από το κλείσιμο των 230.000 μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Οι κλάδοι που έδειξαν τις μεγαλύτερες αντιστάσεις στις απώλειες αυτές ήταν του επισιτισμού και τουρισμού. Ενώ από την στιγμή που ο ΦΠΑ στην εστίαση κατέβηκε από το 23% στο 13% φάνηκαν και τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της απασχόλησης στους κλάδους αυτούς όπως τουλάχιστον φαίνεται από τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος ΕΡΓΑΝΗ.

Σημειώστε ότι στην ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Φορολογικές Τάσεις (Taxation trends in the European Union, 2014) καταδεικνύει ότι η χώρα μας ενώ βρίσκεται στις πρώτες θέσεις αναφορικά με το ύψος του συντελεστή ΦΠΑ (7η θέση σε σύνολο 28), εντούτοις ο αποτελεσματικός συντελεστής (effective tax rate) βρίσκεται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα (εισπράξεις μόλις 7,2 δις), γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι απαιτείται μια προσπάθεια εξορθολογισμού των φορολογικών συντελεστών που θα συνοδεύεται από αποτελεσματικότερη  λειτουργία της φορολογικής διοίκησης.

Άλλωστε, η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  σχετικά με τον υπολογισμό της υστέρησης εισπραξιμότητας ΦΠΑ στις χώρες της ΕΕ («Study to quantify and analyse the VAT Gap in the EU-27 Member States, 2013), καταλήγει στα εξής ενδιαφέροντα συμπεράσματα:

– Η αύξηση του ΦΠΑ σε περιόδους ύφεσης και χαμηλής οικονομικής επίδοσης οδηγεί σε χαμηλότερα φορολογικά έσοδα.

– Η αύξηση του ΦΠΑ χωρίς την ενίσχυση και εκσυγχρονισμό του φορολογικού μηχανισμού οδηγεί σε πολλαπλασιασμό της φοροδιαφυγής.

– Η αύξηση του ΦΠΑ κατά 1 ποσοστιαία μονάδα οδηγεί σε μείωση 0,7 του συντελεστή συμμόρφωσης των επιχειρήσεων.»

Κύριε Πρωθυπουργέ,

Για όλους αυτούς τους λόγους και αντιλαμβανόμενοι την κρίσιμη φάση της διαπραγμάτευσης στην οποία βρισκόμαστε θεωρούμε ότι δεν θα πρέπει η ελληνική οικονομία να απεμπολήσει ένα από τα λίγα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει αυτή την στιγμή στον δρόμο για την ανάκαμψη.