Ως κεραυνός εν αιθρία έπεσε στο σύνολο της τουριστικής αγοράς η πρόταση για πιθανή αύξηση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία.

Μια τουριστική χώρα που σέβεται τη «βαριά βιομηχανία» της πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένη πολιτική, λαμβάνοντας υπόψη ότι η οργανωμένη παγκόσμια τουριστική αγορά λειτουργεί ετεροχρονισμένα, δηλαδή οι συμφωνίες και τα συμβόλαια υπογράφονται τουλάχιστον ένα χρόνο πριν για ένα χρόνο μετά. Επομένως είναι η πλέον ακατάλληλη στιγμή για τέτοιου είδους συζητήσεις και αποφάσεις που έχουν σημαντικό ρίσκο.

Δεδομένου ότι η φημολογούμενη αύξηση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία θα επηρεάσει το σύνολο του τουριστικού πακέτου, η Ελλάδα θα φανεί για ακόμα μία φορά αναξιόπιστη στην παγκόσμια αγορά και βέβαια σε μειονεκτική θέση απέναντι στους ανταγωνιστές της, τη στιγμή που ο τουρισμός είναι ο μόνος κλάδος που στηρίζει έμπρακτα την ελληνική οικονομία με έσοδα και απασχόληση σε πολλούς διαφορετικούς τομείς και όχι μόνο στον τουρισμό.

Αντί η Κυβέρνηση να συζητά την αύξηση του ΦΠΑ στην διαμονή θα έπρεπε, λαμβάνοντας υπόψη τα έμπρακτα οφέλη που είχε από τις μειώσεις ΦΠΑ σε ξενοδοχεία και εστίαση, να σχεδιάζει μείωση του ΦΠΑ και σε άλλα συστατικά του τουριστικού πακέτου (π.χ. τουριστικά γραφεία, λεωφορεία, ακτοπλοΐα) και όχι να δίνει τη χαριστική βολή στον τουρισμό γκρεμίζοντας ό, τι χτίστηκε με πολύ μεγάλη δυσκολία.