Έντονη ανησυχία προκαλεί το φαινόμενο της “αμμοθηρίας” σε διάφορα μέρη του κόμσου όπου είναι εξαιρετικά διαδεδομένο.
Ειδικότερα, η «μαφία της άμμου» στην Ινδία εκβιάζει τους ντόπιους και τους αναγκάζει να μαζεύουν την άμμο από τις παραλίες για να την εξάγει μαζικά. Στο Μαρόκο και την Καραϊβική, ανάλογα κυκλώματα «απογυμνώνουν» τις ακτές από την άμμο.
Αν και δεν είναι εύκολο να μετρήσει κανείς τις ποσότητες της άμμου που εξορύσσεται παγκοσμίως, το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του ΟΗΕ (UNEP) εκτιμά ότι 85% των παγκόσμιων εξορύξεων αφορά σε άμμο και χαλίκι κάθε χρόνο.
Σύμφωνα μάλιστα με δημοσίευμα του Economist, οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για εξάντληση των αποθεμάτων άμμου.
Οι σύγχρονες πόλεις κατασκευάζονται από –και συχνά πάνω σε– άμμο, η οποία αποτελεί βασικό συστατικό του τσιμέντου και της ασφάλτου. Δεν είναι άξιον απορίας, λοιπόν, που η Ασία είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής άμμου παγκοσμίως, με την Κίνα να αναλογεί στη μισή παγκόσμια ζήτηση. Αυτό είναι λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της κινεζικής κυβέρνησης, τα έτη 2011-2014 κατασκευάστηκαν 32,3 εκατ. κατοικίες και 4,5 εκατ. χιλιόμετρα δρόμων.
Παράλληλα άμμος χρησιμοποιείται και για την εκχέρσωση υδάτινων περιοχών, εκτός από τις κατασκευές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Σιγκαπούρη, η οποία επεκτάθηκε κατά 20% από τη δεκαετία του 1960 έως σήμερα με αυτόν τον τρόπο. Τα νησιωτικά συμπλέγματα των Μαλδίβων και του Κιριμπάτι καταπολεμούν την άνοδο της στάθμης της θάλασσας που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή ρίχνοντας τεράστιες ποσότητες άμμου στη θάλασσα.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ, έως το 2030 θα έχουν δημιουργηθεί περισσότερες από 40 «μεγαπόλεις» με περισσότερους από 10 εκατ. κατοίκους, το οποίο σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη «δίψα» για οικιστική ανάπτυξη… άρα και άμμο.
Όμως γιατί παρατηρείται έλλειψη άμμου, όταν υπάρχει τέτοια αφθονία από το συγκεκριμένο υλικό; Η άμμος της ερήμου είναι πολύ απαλή για να χρησιμοποιηθεί στις κατασκευές. Επιπλέον, η άμμος θα πρέπει να βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από τον τόπο κατασκευής των έργων, για λόγους κόστους, συνεπώς οι έρημοι δεν εξυπηρετούν ούτε από αυτή την άποψη.
Εξαίρεση αποτελούν η Σιγκαπούρη και το Κατάρ που βάζουν το χέρι «βαθιά στην τσέπη» για να εισάγουν άμμο από το εξωτερικό. Η άμμος της Αυστραλίας, δια του λόγου το αληθές, μεταφέρθηκε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες μίλια για να καταλήξει στην έρημο του Ντουμπάι, όπου κατασκευάστηκε ο πύργος Burj Khalifa.
Στις περισσότερες χώρες υπάρχουν περιορισμοί σχετικά με το πόση άμμος μπορεί να εξορύσσεται και από πού. Η ακόρεστη ζήτηση στην αγορά, όμως, δημιουργεί τον «χώρο» για άνθιση του παρεμπορίου –ιδίως στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όμως, τα φυσικά αποθέματα να εξαντλούνται πιο γρήγορα απ’ ό,τι αναπληρώνονται, με αποτέλεσμα να απειλείται σοβαρά η ισορροπία του περιβάλλοντος.
Ωστόσο, η πιο σοβαρή ανησυχία, όμως, είναι ότι η εξόρυξη του βυθού προκαλεί ρύπανση και καταστρέφει τη βιοποικοιλότητα. Επιπλέον, αλλοιώνει τη μορφολογία των παράκτιων περιοχών και μειώνει την ικανότητα των ακτών να απορροφούν τα κύματα που προκαλούν οι τρικυμίες.
Ευτυχώς, υπάρχουν ικανά υποκατάστατα της άμμου, αφού τόσο η άσφαλτος όσο και το τσιμέντο μπορούν να ανακυκλωθούν. Επιπλέον, στην κατασκευή των κατοικιών μπορούν να χρησιμοποιούνται εναλλακτικά τα άχυρα και το ξύλο, καθώς και η λάσπη. Στα πλούσια κράτη, οι κυβερνητικές πολιτικές ωθούν τους πολίτες να στρέφονται σε εναλλακτικά υλικά.
Σύμφωνα με την Ένωση Ορυκτών Προϊόντων της Βρετανίας, για παράδειγμα, σχεδόν το 1/3 των συνολικών κατοικιών που κατασκευάστηκαν στη χώρα το 2014 ήταν προϊόν ανακύκλωσης. Και η Σιγκαπούρη, όμως, έχει δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις συγκεκριμένες εναλλακτικές μεθόδους και έχει απευθυνθεί για τεχνογνωσία στη Δανία, ώστε να εξαρτάται λιγότερο από τη σκόνη.
Στις φτωχότερες χώρες, η τάση αυτή αναμένεται να ενισχυθεί λόγω της ανόδου στην τιμή της άμμου, αν και η στροφή αυτή θα πραγματοποιηθεί εξαιρετικά αργά εάν δεν αναπτυχθεί παράλληλα το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, καταλήγει το βρετανικό περιοδικό.