Η φετινή αναμένεται να είναι μία καλή τουριστική σαιζόν για την περιοχή της Σητείας, καθώς η σημαντική αύξηση των πτήσεων τσάρτερ, από 2 που ήταν πέρυσι, φέτος είναι 7, 4 από Σκανδιναβία και 3 από Γερμανία, σημαίνει και αντίστοιχα αύξηση επισκεπτών στην περιοχή.

Αυτό είναι ελπιδοφόρο και πολύ θετικό για την περιοχή της Σητείας, που -όπως διαφαίνεται- αποτελεί πλέον έναν νέο προορισμό και σταδιακά καταγράφει αύξηση της επισκεψιμότητας.

Εχόντων καλώς των πραγμάτων κι εφ’ όσον συνεχιστεί η προσπάθεια αυτή, αναμένεται επίσης αύξηση της τουριστικής κίνησης στην περιοχή και την επόμενη χρονιά. Άλλωστε από πέρυσι είχε καταγραφεί η ικανοποίηση των επισκεπτών από την Σκανδιναβία και η προτίμησή τους για την περιοχή. Άλλωστε αρκετοί από τους ταξιδιώτες επισκέφθηκαν στην ίδια σαιζόν για δεύτερη φορά την Σητεία.

Σύμφωνα με δηλώσεις του Προέδρου της Ένωσης Ξενοδοχείων Σητείας κ. Γιάννη Κακουράκη η περιοχή διαθέτει τα στοιχεία εκείνα που επιθυμούν οι Σκανδιναβοί τουρίστες, όμορφο φυσικό τοπίο, ηρεμία, καλές καιρικές συνθήκες κλπ. Πρόκειται για επισκέπτες, που, εφ’ όσον μείνουν ικανοποιημένοι από έναν προορισμό, τον επισκέπτονται για πολλά χρόνια. Πρόκειται για καλό τουρισμό, δεν είναι all Inclusive, καταναλώνει στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που έχει. Είναι σημαντικό αυτό για την περιοχή μας διότι επηρεάζει θετικά όλα τα εμπλεκόμενα επαγγέλματα και συνολικά την τοπική οικονομία.

Η Ένωση Ξενοδοχείων Σητείας σε συνεργασία με τον Δήμο και τον ΟΑΣ θα συνεχίσει τις προσπάθειες για την προβολή της περιοχής ώστε αφ’ ενός να διατηρηθεί η υπάρχουσα κατάσταση και να αυξηθεί η κίνηση μελλοντικά κι αφ’ ετέρου να προσελκύσουμε επισκέπτες κι από άλλες περιοχές.

Οι κλίνες

Παράλληλα, σημαντικό θέμα είναι η δυναμικότητα της περιοχής, καθώς στο Δήμο Σητείας ο αριθμός των κλινών είναι συγκεκριμένος, περίπου 6.500- συμπεριλαμβανομένων και των καταλυμάτων. Στην δε πόλη της Σητείας οι κλίνες πλησιάζουν τις 1.000 (μαζί με τα καταλύματα). Υπάρχουν βέβαια και κάποιες ξενοδοχειακές μονάδες εντός της πόλης που εδώ κι αρκετά χρόνια δεν λειτουργούν και το ερώτημα είναι αν υπάρχει δηλαδή πρόθεση και δυνατότητα επαναλειτουργίας τους.