Στην Εύα Οικονομάκη

Τις προκλήσεις τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο ελληνικός τουρισμός την επόμενη ημέρα, καθώς και τα ζητήματα στα οποία θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα με γνώμονα τη βιωσιμότητα αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή της στο tourismtoday.gr η υπουργός Τουρισμού, Ιωάννα Δρέττα.

Η υπουργός Τουρισμού εστιάζει, μάλιστα, στην ανάγκη ρύθμισης του πλαισίου που διέπει την οικονομία του διαμοιρασμού, με αιχμή την ισόρροπη, δίκαιη φορολογική και ρυθμιστική αντιμετώπιση από την πολιτεία δύο δραστηριοτήτων με αρκετά κοινά χαρακτηριστικά.

-Ποια εκτιμάτε ότι θα είναι η πορεία του ελληνικού τουρισμού το 2023; Ποιες είναι οι παράμετροι και οι αγορές που θα καθορίσουν τη φετινή σεζόν και πού θα θέτατε τον πήχη ως προς τους ποσοτικούς στόχους;

Όσον αφορά τη φετινή χρονιά, σε επίπεδο μεγεθών δε διαφαίνεται αυτή τη στιγμή απόκλιση από εκείνα που έχουν προδιαγραφεί. Μην ξεχνάμε ότι οι αρχικές πολύ θετικές προβλέψεις είχαν πάντα την υποσημείωση της εξακολουθητικά αρνητικής διεθνούς γεωπολιτικής συγκυρίας, αλλά και την πιθανότητα αρνητικής επίδρασης του πληθωρισμού στην αγοραστική δύναμη και άρα στις επιλογές των δυνατών μας ευρωπαϊκών αγορών. Όλοι οι ανταγωνιστές μας στη Μεσόγειο έχουν επανέλθει πολύ δυναμικά, άρα δε θα πρέπει να μας ξενίζουν και αντιφατικά μηνύματα που μπορεί να ακουστούν μέσα στο καλοκαίρι από διαφορετικούς προορισμούς.

Ένα είναι το βέβαιο, πως θα πρέπει πάντα να θυμόμαστε πως οι μεγάλες προκλήσεις της χώρας είναι η διαχείριση των προορισμών και κυρίως εκείνων που έχουν αυξημένες ροές τουριστών, η σχέση ποιότητας και τιμής των υπηρεσιών, η εύρεση προσωπικού για πολλές διαφορετικές θέσεις, η διαχείριση του αυξημένου κόστους για τις επιχειρήσεις και τελικά το να φύγουν ικανοποιημένοι οι περίπου 30 εκat. τουρίστες που έρχονται στη χώρα μας με μία πολύ μεγάλη προσδοκία.

-Ποια θεωρείτε ότι πρέπει να είναι η στόχευση κυβέρνησης και φορέων για την ενίσχυση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και την προσέλκυση «ποιοτικών» τουριστών; Πρέπει να στραφούμε σε ένα άλλο μοντέλο τουρισμού;

Μετά από 3 χρόνια που, λογικά, η προτεραιότητα του τουρισμού ήταν η αντιμετώπιση του πρωτοφανούς φαινομένου της πανδημίας και των συνεπειών του, η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να επικεντρωθεί σε ρυθμιστικές παρεμβάσεις που θα επιτρέψουν ομαλή και επωφελή για την οικονομία και κοινωνία λειτουργία της αγοράς.

Ταυτόχρονα, πράγματι, η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να συντονίσει την προσπάθεια πολλών εμπλεκομένων κατά την υλοποίηση συγκεκριμένου πλάνου δράσεων για την βιώσιμη ανάπτυξη των προορισμών. Είναι δηλαδή ευρύτερο από την προσέλκυση «ποιοτικών» τουριστών, αφορά την ενσωμάτωση των αξιών της βιώσιμης ανάπτυξης σε όλες δραστηριότητες του τουριστικού τομέα, την άμβλυνση της εποχικότητας και την καλύτερη γεωγραφική κατανομή της υπερσυγκέντρωσης της τουριστικής δραστηριότητας σε 5 μόνο περιφέρειες.

Απαιτείται ανάπτυξη δημόσιων (κυρίως) υποδομών, αναβάθμιση, καινοτομία, σύνθεση και προώθηση του προϊόντος, εκπαίδευση και κατάρτιση για την ενίσχυση των δεξιοτήτων και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, ψηφιακή αναβάθμιση και μετασχηματισμός του τουριστικού οικοσυστήματος, προστασία του περιβάλλοντος και αειφορία. Είναι πολλά τα ζητούμενα, πολλοί οι εμπλεκόμενοι και σύνθετα τα ζητήματα.

-Η έλλειψη προσωπικού αποτελεί τα τελευταία χρόνια, και δη μετά την εμφάνιση της πανδημίας του κορωνοϊού, ένα από τα μείζονα προβλήματα που ταλανίζουν τον κλάδο. Πώς θεωρείτε ότι θα μπορούσε να δοθεί λύση σε αυτό το ζήτημα; Ποιες πρωτοβουλίες μπορεί να αναλάβει το κράτος σε αυτή την κατεύθυνση;

Κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι το σοβαρότερο ζήτημα του ελληνικού τουρισμού και ταυτόχρονα πολύ δύσκολα επιλύσιμο. Ο ελληνικός τουρισμός που ήταν ο πρώτος τομέας της οικονομίας που κατέρρευσε ολοσχερώς από την πανδημία, έχασε χιλιάδες εργαζόμενους τους οποίους δεν πήρε πίσω όταν σταδιακά επανήλθε. Εδώ θα έλεγα πως υπάρχει και ένα έλλειμα προτίμησης, η εποχικότητα είναι ένα ζήτημα για τους εργαζόμενους, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν περιπτώσεις που παραβιάζεται η εργατική νομοθεσία. Η άμβλυνση της εποχικότητας είναι μία αργή και δύσκολη διαδικασία που αφορά ολόκληρο το οικοσύστημα του τουρισμού και το κράτος μέσα σε αυτό. Όμως, ο έλεγχος της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας είναι αποκλειστικό προνόμιο του κράτους το οποίο οφείλει να κάνει αυτό που του αναλογεί, που καταρχήν είναι περισσότεροι έλεγχοι.

-Θεωρείτε ότι οι υποδομές της χώρας επαρκούν για να «υποστηρίξουν» περισσότερα εκατομμύρια τουριστών;

Όταν μιλάει κάποιος για περισσότερους τουρίστες προφανώς αναφέρεται σε μεγαλύτερο περίοδο και ευρύτερη γεωγραφική κατανομή. Δεν είναι ρεαλιστικό να μιλάμε για περισσότερους τουρίστες στην ίδια περίοδο στους συγκεκριμένους προορισμούς. Ήδη σημειώνονται προβλήματα στη λειτουργία των προορισμών σε αρκετά σημεία της χώρας που δεν μπορούμε να αφήνουμε άλυτα. Το ζήτημα των υποδομών της χώρας είναι κάτι που προκύπτει και από την αξιολόγηση των τουριστών για τη διαμονή τους εδώ, με την έννοια πως είναι πιο πίσω από τις ιδιωτικές και δεν κρίνονται επαρκείς. Στον όρο υποδομές, πέραν από τα μεγάλα έργα υποδομής και τα δίκτυα κοινής ωφελείας, συμπεριλαμβάνονται και έργα ελαφρών υποδομών, π.χ. στέγαστρα για την προστασία από τον ήλιο στα λιμάνια, πλατείες, πεζοδρόμια.

-Η ρύθμιση του πλαισίου των βραχυχρόνιων μισθώσεων ήταν μία από τις προτεραιότητες των τελευταίων κυβερνήσεων. Σε ποιους άξονες πιστεύετε ότι πρέπει να κατευθυνθεί το νέο πλαίσιο; 

Κατά τη γνώμη μου από τα βασικότερα ζητήματα που θα κληθεί να ρυθμίσει η επόμενη κυβέρνηση. Όταν ξεκίνησε να συζητείται το θέμα αυτό, το πεδίο της επιχειρηματολογίας ήταν η ισόρροπη, άρα δίκαιη φορολογική και ρυθμιστική αντιμετώπιση από την πολιτεία για δύο παρόμοιες δραστηριότητες (καταλύματα και βραχυχρόνια μίσθωση). Το ζήτημα αφέθηκε πρακτικά αρρύθμιστο για χρόνια και έχουμε περάσει σε επόμενη φάση, αυτή της ανάγκης για αντιμετώπιση των επιπτώσεων στην κοινωνία, π.χ. λειτουργία πόλης, ύψος ενοικίων. Οι ρυθμίσεις μπορούν να κινηθούν σε δύο κατευθύνσεις.

Πρώτον, η διαφοροποίηση της επαγγελματικής δραστηριότητας από την παρεμπίπτουσα ιδιωτική δραστηριότητα. Δηλαδή, είναι άλλο κάποιος να έχει σειρά διαμερισμάτων/σπιτιών που εκμεταλλεύεται και άλλο να νοικιάζει 3 εβδομάδες το σπίτι του όταν λείπει το καλοκαίρι διακοπές για να συμπληρώσει το εισόδημά του. Δεύτερον, η δυνατότητα των δήμων να διαχειρίζονται όρια στη βραχυχρόνια μίσθωση ανάλογα με τις ανάγκες και την κατάσταση των τόπων τους, πάντα με βάση εμπεριστατωμένες μελέτες και δημόσια διαβούλευση με τους κατοίκους. Και ένα τελευταίο σημείο, η επόμενη φάση της συζήτησης εκτιμώ θα είναι οι προδιαγραφές στη βραχυχρόνια μίσθωση, εξασφάλιση δηλαδή κάποιου ελάχιστου επιπέδου ποιότητας και στην παροχή υπηρεσιών που σήμερα απαγορεύονται μεν, παρέχονται σχεδόν παντού δε, αλλά και στην υποδομή.