Σύνταξη: tourismtoday.gr

Λύση στο πρόβλημα της ρευστότητας των επιχειρήσεων του τουριστικού τομέα ζητά ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) με επιστολή του προς τα αρμόδια Υπουργεία.

Όπως υπογραμμίζεται σχετικά με την επιστρεπτέα προκαταβολή και την επιδότηση κεφαλαίου κίνησης “παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις, τα δύο αυτά θέματα ακόμα δεν έχουν επιλυθεί”.

Ο ΣΕΤΕ επισημαίνει πώς “οι τουριστικές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να λαμβάνουν απορριπτικές αποφάσεις ως προς τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία στα οποία είχαν ζητήσει να ενταχθούν. Κι αυτό λόγω ακριβώς υπέρβασης του ορίου σώρευσης, που οφείλεται στο γεγονός πως δεν τους επιτρέπεται να επιστρέψουν το επιστρεπτέο μέρος των επιστρεπτέων προκαταβολών”.

Αναλυτικά η επιστολή του ΣΕΤΕ

“Το μεγαλύτερο πρόβλημα που εξακολουθεί και αντιμετωπίζει η πλειοψηφία των τουριστικών επιχειρήσεων είναι η έλλειψη ρευστότητας.

Η απάντηση στο συγκεκριμένο πρόβλημα θα προερχόταν μέσω των ενισχύσεων που θα λάμβαναν οι επιχειρήσεις αξιοποιώντας τα χρηματοδοτικά εργαλεία που νομοθετήθηκαν.

Δυστυχώς, οι ενισχύσεις αυτές είτε δεν έχουν φθάσει ακόμα, είτε -όπως φαίνεται- δεν θα φθάσουν ποτέ στα ταμεία των επιχειρήσεων.

Με την από 16-9-2021 επιστολή (Προτάσεις ΣΕΤΕ σχετικά με την Επιστρεπτέα Προκαταβολή και την Επιδότηση παγίων δαπανών) ζητήσαμε να τεθεί σε λειτουργία -πριν το τέλος Σεπτεμβρίου η ηλεκτρονική πλατφόρμα μέσω της οποίας θα μπορούν οι επιχειρήσεις να επιστρέψουν το επιστρεπτέο μέρος της επιστρεπτέας προκαταβολής.

Ομοίως, προτείναμε να προβλεφθεί ρητά, σύμφωνα και με τη σχετική ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πως τα σχετικά ποσά που
θα επιστραφούν μέχρι την 31-12-2021 δεν θα λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον υπάρχει υπέρβαση του ορίου που τίθεται από το προσωρινό πλαίσιο.

Μέχρι σήμερα, παρά τις προφορικές διαβεβαιώσεις, τα δύο αυτά θέματα ακόμα δεν έχουν επιλυθεί.

Ήδη, τουριστικές επιχειρήσεις έχουν αρχίσει να λαμβάνουν απορριπτικές αποφάσεις ως προς τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία στα οποία είχαν ζητήσει να ενταχθούν, λόγω ακριβώς υπέρβασης του ορίου σώρευσης, που οφείλεται στο γεγονός πως δεν τους επιτρέπεται να επιστρέψουν το επιστρεπτέο μέρος των επιστρεπτέων προκαταβολών”.