Στο 3ο Αναπτυξιακό Συνέδριο με θέμα: «Αναπτυξιακές προοπτικές για τη Δυτική Ελλάδα» παραβρέθηκε και μίλησε ο Τομεάρχης Υποδομών, Μεταφορών, Δικτύων, Χωροταξίας & Πολεοδομίας, στη θεματική ενότητα: «Μεγάλα Έργα Υποδομών – Μεταφορές»,την Κυριακή 14 Ιουνίου 2015, το οποίο διεξάγεται στην Πάτρα, από την εφημερίδα «Πελοπόννησος» και το τμήμα Δυτικής Ελλάδας του ΤΕΕ.

Σημεία ομιλίας Λ. Αυγενάκη:

«Βασικός πυλώνας της βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και της εξόδου της χώρας μας από την κρίση αποτελεί η κατασκευή δημοσίων έργων υποδομής. Τα δύο προηγούμενα χρόνια η προηγούμενη κυβέρνηση κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για την κατασκευή (μελέτες, ένταξη, δημοπράτηση, ολοκλήρωση, παράδοση στην κοινωνία) δημοσίων έργων υποδομής, καθώς και για την ένταξη όσο το δυνατόν περισσότερων εξ αυτών στο ΕΣΠΑ επιτυγχάνοντας πολύτιμα οφέλη.

Στη χώρα μας, παρατηρείται το εξής οξύμωρο σχήμα: από τη μια να έχουν κατασκευαστεί σημαντικά έργα υποδομής τα οποία δεν λειτουργούν και μαραζώνουν (π.χ. αεροδρόμιο Σητείας, Ολυμπιακά ακίνητα) και από την άλλη να λιμνάζουν επί σειρά ετών έργα ζωτικής σημασίας για την τοπική, περιφερειακή και εθνική οικονομία και ανάπτυξη (π.χ. Ολυμπία οδός, μετρό Θεσσαλονίκης, ΒΟΑΚ).   

Αυτό το γεγονός αποτελεί απόρροια  αφενός της απουσίας ενός μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού στον τομέα των υποδομών  και αφετέρου στην επικράτηση μιας νοοτροπίας άσκησης κοντόφθαλμης πολιτικής για την παρουσίαση έργου εντός του στενού χρονικού ορίου μιας κυβερνητικής θητείας ή, πολύ περισσότερο, μιας υπουργικής θητείας.

Η ύπαρξη αυτής της λογικής και του ‘άγχους’ για να υπάρξει η ‘σφραγίδα’ του εκάστοτε πολιτικού προσώπου στην υλοποίηση ή την εγκαινίαση ενός έργου στερεί από τη χώρα μια βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της, αυτή του στρατηγικού σχεδιασμού στον τομέα των υποδομών.

Η επιτυχής άσκηση πολιτικής δεν πρέπει να στηρίζεται στην απαρίθμηση ενός καταλόγου (μικρού ή εκτενέστερου) έργων, αλλά σε μια συνολική αποτίμηση της πολιτικής των υποδομών, της αναγκαιότητας των έργων και της συνεισφοράς τους στην αειφόρο ανάπτυξη.  

Η οικονομική κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια δυσχέραινε περαιτέρω την κατάσταση στον τομέα των υποδομών. Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι με κύριο μοχλό το ΕΣΠΑ (τόσο μέσω των τομεακών προγραμμάτων, όσο και μέσω των ΠΕΠ) σχεδιάστηκαν, κατασκευάστηκαν και ολοκληρώθηκαν σημαντικά έργα στρατηγικής σημασίας.

Η πεποίθηση της προηγούμενης κυβέρνησης ότι η αναβάθμιση του τομέα των υποδομών αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της ανάπτυξης συντέλεσε στην κατακόρυφη αύξηση της απορροφητικότητας του ΕΣΠΑ, στην ολοκλήρωση σημαντικών έργων υποδομής, στο σχεδιασμό-προγραμματισμό νέων έργων και στην χάραξη ενός μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού σχεδιασμού, ιδίως στο πλαίσιο του ΣΕΣ 2014-2020.

Ειδικότερα, αναφορικά με την τελευταία πενταετία η απορρόφηση του ΕΣΠΑ από 17% που ήταν το 2010 έφθασε στο 87% στις αρχές του 2015. 

Το τελευταίο διάστημα παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις, αναβολές και ακυρώσεις σε μεγάλα έργα υποδομών. Δυστυχώς, γινόμαστε μάρτυρες και αποδέκτες μιας πολιτικής στον τομέα των υποδομών που ακυρώνει ότι με κόπο και σκληρή δουλειά έχει κτισθεί μέχρι σήμερα: συνεχείς δράσεις ακύρωσης ή αναβολής δημοσίων διαγωνισμών που αφορούν σε επενδύσεις για δημόσια έργα.

Η πολιτική αυτή επιφέρει ήδη καταστροφικές συνέπειες, οι οποίες θα γίνουν εντονότερες στο άμεσο μέλλον, στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία.

Δεν θέλω να κινδυνολογώ. Όμως, αν η κυβέρνηση δεν ανατρέψει άμεσα το αρνητικό κλίμα που η ίδια δημιούργησε, με τις δηλώσεις της και την απραξία της, θα τεθεί σοβαρά σε κίνδυνο η συνέχεια και/ή ολοκλήρωση πολλών έργων υποδομής.  

Η παρούσα Κυβέρνηση πρέπει να απεγκλωβιστεί από την καταστροφική, τόσο για την ίδια, όσο και -κυρίως- για τη χώρα μας, νοοτροπία της ακύρωσης των πολιτικών των προηγούμενων κυβερνήσεων σε μια λογική αποδόμησης και «τεχνητής» αντιπαράθεσης και να αξιοποιήσει τα επιτεύγματα και την εμπειρία των παρελθόντων ετών, προκειμένου να συμβάλλει στην ολοκλήρωση μεγάλων έργων υποδομής και στην ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας μας.

Η χώρα μας είναι ευλογημένη με μια ευνοϊκή γεωγραφική θέση και με μια ισχυρή επιχειρηματική παράδοση καθιστώντας την ανέκαθεν το σταυροδρόμι μεταξύ βορρά και νότου, ανατολής και δύσης.

Η γεωπολιτική θέση της χώρας μας μπορεί να αποτελέσει και σήμερα τη ναυαρχίδα της οικονομικής ανάκαμψης και της αειφόρου ανάπτυξης: η πολιτική των υποδομών πρέπει να εστιάζει στην θεμελίωση της χώρας μας σε σημαντικό ενεργειακό κόμβο και σε πύλη εισόδου προϊόντων, υπηρεσιών και αγαθών από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη και το αντίστροφο.

Η αξιοποίηση της γεωγραφικής μας θέσης και η αξιοποίηση του θεσμικού πλαισίου και των χρηματοδοτικών εργαλείων της ΕΕ σε συνδυασμό με την αποτελεσματική διαχείριση και ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης καινοτομιών και ιδιωτικής πρωτοβουλίας θα οδηγήσουν με βεβαιότητα τη χώρα μας σε μια νέα περίοδο ανάπτυξης και αειφορίας καθιστώντας την σημαντικό γεωπολιτικό οικονομικό και εμπορικό κέντρο.       

Η ύπαρξη σύγχρονων και λειτουργικών έργων υποδομών αποτελεί το θεμέλιο λίθο για την επιτυχή υλοποίηση της αναπτυξιακής στρατηγικής μιας χώρας.

Η πρότασή μας είναι ότι αυτή η αναπτυξιακή στρατηγική πρέπει να έχει στην καρδιά της την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής των πολιτών.»