Ένα σχετικά άγνωστο -στην Ελλάδα- «superfood» έχει αρχίσει και παράγεται τα τελευταία χρόνια και στην ελληνική επικράτεια και ειδικότερα στον θεσσαλικό κάμπο.

Ο λόγος για το μαύρο σκόρδο το οποίο αρχικά εμφανίστηκε στην Ιαπωνία, την Κορέα και την Ταϊλάνδη, κατέκτησε την Αμερική, και τα τελευταία χρόνια αυξάνει την «παρουσία» του και στην Ελλάδα.

Μάλιστα, δεν είναι λίγα τα εστιατόρια, που δειλά-δειλά, το εντάσσουν στις συνταγές τους, δημιουργώντας έτσι πιο «γκουρμέ» καταστάσεις.

Όμως, μεγάλα είναι τα οφέλη από την κατανάλωση του μαύρου σκόρδου καθώς πρόκειται για υπερτροφή (superfood). Έχει τις ίδιες θρεπτικές και θεραπευτικές ιδιότητες με το λευκό, και περιέχει διπλάσια ποσότητα αντιοξειδωτικών συστατικών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η 4πλάσια συγκέντρωση ευεργετικών συστατικών, όπως Κάλιο, Νάτριο, Μαγνήσιο, Ασβέστιο αλλά και υδατοδιαλυτών αμινοξέων.

Όλα ξεκινούν από τις συνθήκες στις οποίες εκτίθεται το λευκό σκόρδο κατά την επεξεργασία του. Αρχικά τοποθετείται μέσα σε έναν ειδικό κλίβανο/θάλαμο όπου και παραμένει για διάστημα περίπου ενός μήνα.

Μέσα σε αυτό το ελεγχόμενο, τόσο από υγρασία όσο και από θερμοκρασία, περιβάλλον αλλά και από τη διαδικασία αργής ωρίμανσης και ζύμωσης, αφυδατώνεται, χωρίς όμως να ξεραίνεται, γίνεται πιο μαλακό και παίρνει το χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα.

Ωστόσο διατηρούνται όλα τα χαρακτηριστικά του λευκού σκόρδου, ενώ η γεύση του γίνεται υπόγλυκη και ελαφρώς όξινη, ενώ σημαντικό στοιχείο είναι πως δεν έχει τις «αρνητικές επιπτώσεις» (μυρωδιά κλπ), κάτι που το κάνει αυτομάτως πιο φιλικό προς τον τελικό καταναλωτή.

«Το μαύρο σκόρδο είναι προϊόν μεταποίησης, το οποίο δημιουργείται μέσα από μια φυσική επεξεργασία και όχι μια ποικιλία σκόρδου όπως πολλοί πιστεύουν» δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Βασίλης Μακατός, ο οποίος διατηρεί επιχείρηση επεξεργασίας σκόρδων.

Η εταιρεία, με έδρα τον Πλατύκαμπο Λάρισας, λειτουργεί από το 1996. Πρόκειται για μια μικρή τοπική βιομηχανική μονάδα που μεταποιεί τοπικά παραγόμενα προϊόντα όπως είναι το σκόρδο, το οποίο στην περιοχή του Πλατυκάμπου καλλιεργείται περισσότερο από έναν αιώνα.

Το προϊόν καλλιεργείται σε μια έκταση 3.500 στρεμμάτων και όπως λέει ο κ. Μακατός όταν «αυτή δεν μας φτάνει παίρνουμε και κάποια από περιοχή της Ορεστιάδας».

Τα προηγούμενα χρόνια η εμπορία του σκόρδου στον Πλατύκαμπο γινόταν με τη γνωστή σε όλους «πλεξούδα». Όμως, σύμφωνα με τον κ. Μακατό έγινε έρευνα που είχε ως στόχο να δοθεί αξία στο προϊόν, αλλά και να υπάρξει αύξηση της κατανάλωσης και να ανοίξουν και νέες πόρτες σε διαφορετικές, από την εγχώρια, αγορές. Έτσι, πάρθηκε η απόφαση να προχωρήσουν στο στάδιο της μεταποίησης, στην οποία βρίσκονται σήμερα.

«Μέσα από αυτή τη διαδικασία, στην οποία υπήρχαν δυσκολίες στην αρχή, φάνηκε ότι αυτή η ιδέα είχε μέλλον και προοπτική γιατί άρχισε να έχει ανταπόκριση στον κόσμο» υποστηρίζει σε δηλώσεις του ο κ. Μακατός και συνεχίζει «μέσα από πολλή προσωπική δουλειά, μέσα από εκθέσεις σταδιακά είχε μια ανοδική τάση. Τώρα τελευταία αυτό αυξάνει πολύ μέσα από εκθέσεις του εξωτερικού».

Ήδη, η εταιρεία πραγματοποιεί εξαγωγές σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία , Σλοβακία, Ιταλία, Αγγλία, Ολλανδία, Κύπρος) ενώ ετοιμάζεται να μπει και στη αγορά της Ρωσίας.

Παρόλο που σήμερα η περισσότερη παραγωγή καταναλώνεται εντός των ελληνικών συνόρων, παρατηρείται μια αυξητική τάση από τις αγορές του εξωτερικού. Κυριότερος λόγος είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα που έχουν τα ελληνικά προϊόντα.

Κάτι που φαίνεται και σε έρευνα που έχει κάνει το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται πως το ελληνικό σκόρδο έχει καταταγεί πρώτο σε περιεκτικότητα κάποιων ουσιών (πχ αλισίνη), συγκρινόμενα με εκείνα της Κίνας, της Ισπανίας της Αργεντινής κλπ.

Βέβαια οι ίδιοι, μετά από αυτή την επιτυχία δε σταματούν εδώ. Περιμένουν την ανακοίνωση του μέτρου του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 (ΠΑΑ) για τον εκσυγχρονισμό και επέκταση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (Μέτρο 4.2.1) που θα τους δώσει τη δυνατότητα να αναβαθμίσουν και να εκσυγχρονίσουν τον εξοπλισμό τους, αυξάνοντας έτσι την παραγωγή τους.

Παράλληλα ετοιμάζουν σε συνεργασία με το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο του Βόλου τη δημιουργία ενός ηλιακού θερμοκηπίου για να παράξουν λιαστό αποξηραμένο σκόρδο, προϊόν που δεν παράγει η Ελλάδα.

«Με τη δημιουργία του ηλιακού θερμοκηπίου θα αξιοποιήσουμε την ηλιακή ενέργεια, θα ανεξαρτητοποιηθούμε από το ρεύμα, τα ορυκτά καύσιμα» κάτι που όπως δηλώνει ο κ. Μακατός θα επιφέρει τεράστια μείωση στο κόστος παραγωγής και θα τους δώσει τη δυνατότητα να δημιουργήσουν νέα ανταγωνιστικά προϊόντα.

Όμως, σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει να γίνουν κινήσεις και από την πλευρά της πολιτείας για την ανάδειξη των πλεονεκτημάτων των τοπικών παραγόμενων αγροτικών προϊόντων.

«Να αναδειχθεί ο αγροδιατροφικός τομέας της χώρας, ο οποίος έχει τεράστια πλεονεκτήματα και μαζί με τον τουρισμό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα της χώρας» τονίζει σχετικά.

Σύμφωνα με τον κ. Μακατό «πρέπει να δούμε πιο οργανωμένα, σε εθνικό επίπεδο τη διοργάνωση μιας έκθεσης, στα πρότυπα των διεθνών, που μέσα από αυτές να αναδείξουμε τη διαφορετική μας κουλτούρα, την παραγωγή μας και να συνδυάσουμε την τοπική γαστρονομία με τα τοπικά εδέσματα, με τον τουρισμό».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ