της Εύας Οικονομάκη

Δυσθεώρητες ζημιές κατέγραψαν το 2020, εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, τα ορεινού όγκου ξενοδοχεία, με τον τζίρο τους να σημειώνει πτώση σε ποσοστό 72% σε σχέση με το 2019. Συγκεκριμένα, ο τζίρος τους από 57,8 εκατ. ευρώ και το 2019 διαμορφώθηκε το 2020 σε μόλις 15,99 εκατ. ευρώ, καθώς, μετά το πρώτο lockdown στις αρχές του 2020, μόνο το 42% των ξενοδοχείων ορεινού όγκου επαναλειτούργησε, όταν το ίδιο ποσοστό για το συνολικό δυναμικό της χώρας ανήλθε στο 60% και στο 59% το ποσοστό για τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας.

Μάλιστα, παρόλο που η πλειονότητα των ορεινών ξενοδοχείων είναι συνεχούς λειτουργίας, η πληρότητα που κατέγραψαν αυτά τα ξενοδοχεία κατά το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου του 2020 ήταν κατά πολύ χαμηλότερη της αντίστοιχης των συνεχούς λειτουργίας. Τον Αύγουστο, μήνα αιχμής της τουριστικής κίνησης, τα ξενοδοχεία ορεινού όγκου κατέγραψαν πληρότητα 30%, με τη μέση τιμή διάθεσης δίκλινου δωματίου το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου να κυμαίνεται σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα της αντίστοιχης των ξενοδοχείων συνεχούς λειτουργίας. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο, η μέση τιμή διάθεση δωματίου ανήλθε στα 63,6 ευρώ, όταν η αντίστοιχη τιμή για τα εποχικής λειτουργίας ξενοδοχεία ήταν σχεδόν διπλάσια, ξεπερνώντας τα 120 ευρώ.

Με βάση τα οικονομικά μέτρα στήριξης που λήφθηκαν μέχρι το τέλος του 2020, τα ορεινά ξενοδοχεία πέτυχαν την κάλυψη του 24% των χρηματοδοτικών τους αναγκών, έναντι 33% του μέσου όρου.

H ακτινογραφία

Το 7% περίπου των ελληνικών ξενοδοχείων βρίσκεται σε περιοχές με υψόμετρο μεγαλύτερο των 600 μέτρων. Από αυτά, η πλειονότητα, δηλαδή το 24,9%, βρίσκεται στην Ήπειρο, ενώ το 45% των μονάδων συγκεντρώνεται σε δυτική Μακεδονία, Θεσσαλία και Πελοπόννησο.

Το 45% περίπου των ορεινών ξενοδοχείων ανήκει στην κατηγορία των 3 αστέρων και το 68% των ορεινών ξενοδοχείων ανήκει στις 3 ανώτερες κατηγορίες, τη στιγμή που για το σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού το αντίστοιχο ποσοστό είναι 51%. Την ίδια στιγμή, το 78% περίπου των συγκεκριμένων ξενοδοχείων είναι μικρά οικογενειακά ξενοδοχεία, με δυναμικότητα μέχρι 20 δωμάτια, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της χώρας.

Η συντριπτική πλειονότητά τους δε, το 94%, λειτουργεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, σε αντίθεση με τον μέσο όρο της χώρας, που μόνο το 39% των ξενοδοχείων είναι συνεχούς λειτουργίας.

Κατά τη δεκαετία 2010-2020 η Ήπειρος κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση ξενοδοχειακού δυναμικού, σε ποσοστό 21%, που είναι 7 φορές μεγαλύτερη από το μέσο όρο της χώρας. Αντίθετα, στη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα παρατηρήθηκαν οι μεγαλύτερες μειώσεις με 7,5% και 7% αντίστοιχα.

Εκτός από την αύξηση του ξενοδοχειακού δυναμικού που παρατηρήθηκε στην Ήπειρο τη δεκαετία 2010-2020, σημαντική ήταν και η αναβάθμισή του. Ως εκ τούτου, αυξήθηκαν σημαντικά τα ξενοδοχεία των 3 ανώτερων κατηγοριών, ενώ αντίθετα μειώθηκαν τα ξενοδοχεία των χαμηλότερων κατηγοριών. Η αύξηση στα ξενοδοχεία 5 αστέρων ήταν 150%.

Μέτρα στήριξης

Με στόχο την ενίσχυση των ορεινού όγκου καταλυμάτων, η κυβέρνηση επεξεργάζεται ένα πλέγμα μέτρων.

Συγκεκριμένα, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας επεξεργάζεται τη δημιουργία ενός προγράμματος ενεργειακής αναβάθμισης, στοχευμένου στα ξενοδοχεία της ηπειρωτικής Ελλάδας, ενώ στην ίδια κατεύθυνση, το υπουργείο Τουρισμού έχει δρομολογήσει, με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, ειδικά προγράμματα για την ενίσχυση του ορεινού τουρισμού, ενώ ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού (ΕΟΤ) θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην προβολή των προορισμών που βρίσκονται στην ηπειρωτική χώρα και δη των αμιγώς χειμερινών προορισμών.

Τι ζητούν οι ξενοδόχοι

Την ίδια στιγμή, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων (ΠΟΞ) ζητά τη δημιουργία ενός προγράμματος Κοινωνικού Τουρισμού από τον ΟΑΕΔ στοχευμένου για τα καταλύματα ορεινού όγκου και την επέκταση του προγράμματος Τουρισμός για όλους του υπουργείου Τουρισμού έτσι ώστε να γίνεται η αξιοποίηση των κουπονιών και κατά τη χειμερινή περίοδο. Προτάσσει δε τη θεσμοθέτηση διήμερων και τριήμερων εκπαιδευτικών εκδρομών, στόχος των οποίων θα είναι η βιωματική εκπαίδευση των μαθητών και των σπουδαστών, μέσα από την επαφή τους με τις ειδικές μορφές τουρισμού και θέτει στο τραπέζι την αξιοποίηση των χιονοδρομικών κέντρων όχι μόνο κατά τη χειμερινή περίοδο, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου με την ανάδειξή τους σε κέντρα ορεινής ψυχαγωγίας κατά τα πρότυπα των κεντροευρωπαϊκών.