Ανακατατάξεις στην παγκόσμια ναυτιλιακή χρηματοδότηση αναμένεται να επιφέρει η απόφαση της Commerzbank – Deutsche Schiffsbank, να αποσυρθεί από τον κλάδο.

Πρόκειται για την τράπεζα με το τρίτο μεγαλύτερο χαρτοφυλάκιο στον κόσμο -περίπου 28 δισ. δολάρια υπολογιζόταν τον Ιανουάριο του 2012-, η οποία αλλάζει τη στρατηγική της, για δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες, αφού πρόσφατα είχε ανακοινώσει ότι, όσα πλοία είχε χρηματοδοτήσει και δεν εξυπηρετούνταν τα δάνεια, θα τα έδινε σε ναυτιλιακές εταιρείες να τα διαχειριστούν.

Η ανακοίνωση της τράπεζας έρχεται σε μια περίοδο έντονων ζυμώσεων, τόσο σε επίπεδο ανακατατάξεων όσο και σε επίπεδο ναυπηγήσεων. Η τάση που υπήρχε από το 2010 για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, οι οποίες έχουν τη μερίδα του λέοντος στο ναυτιλιακό χαρτοφυλάκιο, να μειώσουν την έκθεσή τους στον κλάδο, φαίνεται ότι επιβεβαιώνεται από τις εξελίξεις, ενώ και οι αναδυόμενες τραπεζικές αγορές της Κίνας και της Κορέας δεν φαίνεται να μπορούν άμεσα να καλύψουν γρήγορα το κενό που δημιουργείται. Οι τράπεζες των δύο κρατών χρηματοδοτούν συνήθως μεγάλες επενδύσεις για πλοία που κτίζονται σε ναυπηγεία των χωρών τους.  

Είσοδος της Citibank

«Σφήνα», όμως, φαίνεται ότι μπαίνει ο αμερικανικός τραπεζικός όμιλος Citibank. Η τράπεζα φαίνεται ότι βλέπει ως επενδυτική ευκαιρία την πρόθεση ευρωπαϊκών τραπεζών να «βγουν» σταδιακά από το χώρο και πραγματοποιεί δυναμικό άνοιγμα. Αρχικά, εξαγόρασε το χαρτοφυλάκιο μιας ακόμα ευρωπαϊκής τράπεζας, της Societe Generale, ύψους 2 δισ. δολαρίων, ενώ συμμετείχε και σε κοινοπρακτικά δάνεια για τη Sovcomflot, και τον όμιλο Αγγελικούση.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με τη διευθύνουσα σύμβουλο της Second Wind Shipping Limited, Jean Richards, ο αυξανόμενος αριθμός διακοπής της εξυπηρέτησης υφιστάμενων δανείων για νέες ναυπηγήσεις, που παρατηρείται λόγω της κρίσης, θα οδηγήσει μαθηματικά σε μια νέα εποχή, όπου δεν θα υπάρχει χρηματοδότηση. Η ίδια εκτιμά ότι ένας μεγάλος αριθμός συμφωνιών αναδιάρθρωσης χρέους, που επιτεύχθηκε τα τελευταία τρία χρόνια, θα έχει αβέβαιη κατάληξη. Το αρχικό ποσό αποπληρωμής, που εκκρεμεί, είναι πολλές φορές υψηλότερο από την αξία των πλοίων, ενώ τα έσοδα από τη μεταφορική δραστηριότητα δεν αρκούν για να καλύψουν την εξυπηρέτηση του χρέους, καθώς βαίνουμε σε μια εποχή που τα αποθέματα ρευστού των πλοιοκτητών είναι είτε χαμηλά είτε συρρικνώνονται με ταχείς ρυθμούς.

Υπό αυτές τις συνθήκες, παρατηρούμε έναν αυξανόμενο αριθμό διακοπής εξυπηρέτησης χρέους, είπε η κα Richards. Τα λεγόμενά της επιβεβαιώνονται από τη κίνηση που έκανε η Credit Suisse, που, σε συνεργασία με κινεζικές τράπεζες, αποφάσισε να κατασχέσει επτά δεξαμενόπλοια που βρίσκονται στο ναυπηγείο Dongfang της Σιγκαπούρης για οφειλές ύψους 250 εκατ. δολ. «Εξακολουθεί να υπάρχει «πόνος» στον ορίζοντα, λόγω των παραδόσεων και της επιβράδυνσης της οικονομίας», δήλωσε ο Χάρης Αντωνίου, managing director του τμήματος Ναυτιλίας, ενέργειας και μεταφορών της ABN AMRO Bank.

Η υπερπροσφορά

Οι τράπεζες, κυρίως οι ευρωπαϊκές, αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα, λόγω της κρίσης που πλήττει την Ευρωζώνη. Στο πλαίσιο αυτό, πολλές έχουν αποφασίσει να μειώσουν την έκθεσή τους στη ναυτιλία, η οποία θεωρείται ακόμα και σήμερα υψηλού ρίσκου. Επιπρόσθετα, οι συνθήκες στην αγορά της ναυτιλίας, σήμερα, δεν χαρακτηρίζονται ιδανικές. Μάλιστα, θεωρείται ότι υπάρχει πλέον υπερπροσφορά χωρητικότητας, με αποτέλεσμα να καταγράφεται μεγάλη πτώση στους ναύλους, που σε ορισμένες περιπτώσεις κάνει την αποπληρωμή των δανείων αδύνατη.

Η πτώση ναύλων πιέζει τις τιμές πλοίων

Η πτώση των ναύλων έχει ωθήσει προς τα κάτω και τις αξίες των πλοίων. Η αξία ενός δεξαμενόπλοιου μεταφοράς αργού πετρελαίου έχει μειωθεί στα επίπεδα των 90 εκατ. δολ., από 162 εκατ. δολάρια το 2008. Επίσης, η αξία ενός πλοίου ξηρού χύδην φορτίου τύπου Capesize, που μεταφέρει βασικά προϊόντα όπως σίδηρο και άνθρακα, έχει υποχωρήσει στα 44 εκατ. δολ. από σχεδόν 100 εκατ. δολ. το 2008. Το γεγονός αυτό αναγκάζει τις τράπεζες να αναζητήσουν νέους τρόπους αντιμετώπισης του προβλήματος, αφού η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός ενός πλοίου που δεν εξυπηρετούνται τα δάνειά τους δεν αποδίδει. Η πλέον προσφιλής μέθοδος σήμερα είναι η απόδοσή τους σε ναυτιλιακές εταιρείες, προς διαχείρισή τους, έναντι ανταλλάγματος.

Αντώνης Τσιμπλάκης 

Πηγή: naftemporiki