Αγροτουρισμός ή Τουρισμός Υπαίθρου. Πριν μερικά χρόνια και συγκεκριμένα στην αρχή της διακυβέρνησης της ΝΔ (2004) είχε τεθεί σαν στόχος από την τότε πολιτική ηγεσία του Τουρισμού, η ανάδειξη αυτής της σημαντικής μορφής τουρισμού και μάλιστα σαν κορυφαίας ποιοτικής επιλογής που διασυνδέει αρμονικά τον αγροτικό τομέα με τον τουρισμό. Όχι μόνο δεν επιτεύχθηκαν οι στόχοι αλλά σταμάτησε κάθε είδους συναφής πρωτοβουλία και μάλιστα με την υποψία σκανδάλου από την αλήστου μνήμης Αγροτουριστική.    

Σήμερα και μετά από 2 χρόνια απραξίας στην νομοθέτηση των κακώς κειμένων του τουρισμού, το αρμόδιο Υπουργείο προσπαθεί με ένα νομοσχέδιο σκούπα –  που περιλαμβάνει ρυθμίσεις μέχρι και τουριστικούς λιμένες και πισίνες-  να οριοθετήσει εκ νέου τον Τουρισμό Υπαίθρου. Ποια είναι τα επίμαχα σημεία πάνω στα οποία αναμένεται να υπάρξει αντιπαράθεση μεταξύ των εμπλεκομένων;

Αποτελεί ίσως μια μοναδική περίπτωση αυτό το νομοσχέδιο γιατί αφήνει όλους σχεδόν τους εμπλεκόμενους με αντιρρήσεις και απορίες για την σκοπιμότητά του..

Από την μια πλευρά οι ξενοδόχοι θεωρούν ότι αν προσφέρουν στοιχεία (π.χ. παροχή τοπικών και Π.Ο.Π. προϊόντων στους επισκέπτες τους) θα μπορούν να ενταχθούν στις διατάξεις του Τουρισμού Υπαίθρου, ενώ σε αυτό διαφωνούν οι αγροτικές επιχειρήσεις που διαθέτουν στοιχεία αγροτουρισμού/τουρισμού υπαίθρου.

Συγκεκριμένα οι ξενοδόχοι υποστηρίζουν ότι το νομοσχέδιο για τον τουρισμό της υπαίθρου είναι το πολλοστό νομοσχέδιο που επιχειρεί να ρυθμίσει με γενικόλογες διατάξεις και αμφιλεγόμενους ορισμούς δράσεις που μπορούν να αναπτυχθούν εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων. Ο ορισμός που δίνεται για τον τουρισμό της υπαίθρου και εξειδικεύεται για τα καταλύματα ως ‘παροχή υπηρεσιών φιλοξενίας και εστίασης, οι οποίες δεν αλλοιώνουν το φυσικό περιβάλλον και τα ιδιαίτερα πολιτισμικά στοιχεία του κάθε τόπου’, είναι τόσο ευρύς που περιλαμβάνει όλα τα μικρά ξενοδοχεία εκτός των μεγάλων πόλεων και φυσικά όλα τα παραδοσιακά καταλύματα που όχι μόνο δεν αλλοιώνουν αλλά αναδεικνύουν τον πολιτιστικό πλούτο μιας περιοχής. Ο περιορισμός στον αριθμό των κλινών, που με το άρθρο 4 του νομοσχεδίου ορίζεται σε 40 κλίνες, δηλαδή 20 δωμάτια είναι εντελώς αυθαίρετος, διότι εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τις δραστηριότητες της μονάδας και όχι από τον όγκο της αν θα πρέπει να λάβει ένα επιπλέον σήμα επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου.

Ας σημειωθεί ότι ήδη αρκετά ξενοδοχεία, ανεξαρτήτως δυναμικότητας παρέχουν ελληνικό πρωινό με προϊόντα της περιοχής τους και ακόμα περισσότερα έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον συμμετοχής στο Πρόγραμμα του Ξ.Ε.Ε. για το ‘Ελληνικό Πρωινό’, ενώ άλλα ξενοδοχεία προάγουν με τις δραστηριότητές τους τον τοπικό πολιτισμό ή αναδεικνύουν το φυσικό περιβάλλον. Οπότε, θα αποτελεί περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού να λαμβάνει ένα νέο ξενοδοχειακό κατάλυμα, τον τίτλο της επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου, επειδή θα διαθέτει μέχρι 40 κλίνες, ενώ ένα υφιστάμενο ξενοδοχειακό κατάλυμα με μεγαλύτερη δυναμικότητα και παροχή τοπικών προϊόντων ή άλλων πολιτιστικών υπηρεσιών, που μπορεί να ανήκει και σε αγρότη, δεν θα μπορεί να λάβει το ειδικό σήμα της επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου.

Άλλο παράδοξο επίσης είναι ότι σύμφωνα με το νομοσχέδιο κάθε κατάλυμα που χαρακτηρίζεται επιχείρηση τουρισμού υπαίθρου που ανήκει σε αγρότη ή το κεφάλαιό της ανήκει κατά 50% σε αγρότη, το εισόδημα από την εν λόγω επιχείρηση δηλώνεται και φορολογείται ως αγροτικό και ο ίδιος ασφαλίζεται στον Ο.Γ.Α., ενώ σήμερα όλοι οι ξενοδόχοι συλλήβδην υποχρεώθηκαν να εγγραφούν στον Ο.Α.Ε.Ε., χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς είναι αγρότες και ήταν ήδη ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α.

Από την πλευρά τους οι αγροτικές επιχειρήσεις με αγροτουριστική δραστηριότητα υποστηρίζουν ότι επ’ουδενί δεν καλύπτει τους σκοπούς του το εν λόγω νομοσχέδιο γιατί:

Α. Επιχειρείται να υπαχθούν οι αγροτουριστικές δραστηριότητες με την απαράδεκτη μορφή καινοφανούς «αγροτουριστικής επιχείρησης» σε ένα καινούργιο πλαίσιο, το πλαίσιο του Τουρισμού Υπαίθρου.

Β.Οι αγροτουριστικές δραστηριότητες προσφέρονται μόνον από αγρότες και η επιχείρηση είναι ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ, όχι αγροτουριστική.
Γ. Η αγροτική επιχείρηση είναι κομμάτι της αγροτικής κοινωνίας και της κοινωνικής οικονομίας. Με το νομοσχέδιο επιχειρείται η βίαια υπαγωγή του αγροτουρισμού (που είναι μόνο αγροτουριστικές δραστηριότητες και όχι αυτοτελής επιχείρηση) στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς και του ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΥΠΑΙΘΡΟΥ, όπου οι αλλοιώσεις θα την κάνουν αγνώριστη και θα λειτουργήσει ως «δούρειος ίππος» για τη πλήρη άλωση της κοινωνικής οικονομίας.

Δ. Οι αγροτουριστικές δραστηριότητες είναι τουριστικές υπηρεσίες που προσφέρονται από αγρότες, και όχι όπως αναφέρεται αόριστα στο προτεινόμενο άρθρο 2, παράγραφος 3 «συνδέονται με την αγροτική παραγωγή σε χώρους ενοποιημένους ή μη με αγροτικές εγκαταστάσεις». Δεν μπορούν να εννοηθούν αγροτουριστικές δραστηριότητες έξω από τον χώρο άσκησης του αγροτικού επαγγέλματος. Όλα τα άλλα είναι τουρισμός υπαίθρου από επιχειρηματίες.

Ε. Τα κύρια αγροτικά επαγγέλματα είναι η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία και η δασοκομία, και συμπληρωματικά η παραγωγή ενέργειας, η μεταποίηση και εμπορία της παραγωγής, οι ρύποι και ο αγροτουρισμός. Ο διαχωρισμός στο νομοσχέδιο του αγροτουρισμού από τον αλιευτικό τουρισμό, μήπως προδιαθέτει και για κάποιο καινοφανή δασοτουρισμό, ή/& κτηνοτροφικό τουρισμό ή/& άλλα νεφελώδη σχήματα, όπως οινοτουρισμός κλπ?. Ο Αγροτουρισμός πρέπει να είναι ενιαίος και συμπληρωματικός προς όλα τα αγροτικά επαγγέλματα, και επομένως να μην παρουσιάζεται σαν ξεχωριστή επιχείρηση.

ΣΤ. Ο οινοτουρισμός όταν ασκείται από αγρότες-αμπελουργούς είναι καθαρός αγροτουρισμός. Όταν ασκείται από επιχειρηματίες ίσως θα μπορούσε να είναι τουρισμός υπαίθρου ή ακόμα και γαστρονομικός τουρισμός, πάντως όχι αγροτουρισμός. Στο νομοσχέδιο επιχειρείται να υφαρπαχθεί και ο οινοτουρισμός από τους αγρότες, ίσως επειδή τα τελευταία χρόνια πολλοί επιχειρηματίες κάνουν business με αυτό το «καλό» κομμάτι των αγροτικών επαγγελμάτων.

Ζ. Η υφαρπαγή των ονομάτων προδιαθέτει και για πιθανή υφαρπαγή των προνοιών που λαμβάνονται για να ασκηθεί το αγροτικό επάγγελμα ΜΕΣΑ στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, και έτσι να δοθούν οι πρόνοιες για την αγροτική κοινωνική οικονομία στην οικονομία της αγοράς και τους κεφαλαιούχους επιχειρηματίες, που τρέχουν εκεί που παράγονται τα περισσότερα χρήματα, και όχι κατ’ ανάγκη εκεί που οι άνθρωποι λειτουργούν μια ανθρώπινη αγροτική κοινωνία.

Η. Δημιουργείται το ειδικό άρθρο 8, μόνο και μόνο για να δοθούν σε μη αγρότες οι δυνατότητες των αγροτών. Όποιος θέλει να κάνει αγροτουρισμό πρέπει να είναι αγρότης. Τότε δεν θα χρειαζόταν ειδικό άρθρο για τα οικόσιτα και άλλα ζώα, ούτε ειδικό άρθρο για την διάθεση αγροτικών προϊόντων. Με το μπέρδεμα του νομοσχεδίου, τελικά φαίνεται ότι σκοπό έχουν να δοθούν οι πρόνοιες που κάθε αγρότης έχει για την άσκηση των αγροτικών επαγγελμάτων σε μη αγρότες. Το αγροτικό επάγγελμα είναι ανοικτό. Όποιος θέλει μπορεί να γίνει αγρότης. Ο μη αγρότης όμως δεν μπορεί να κάνει αγροτουρισμό, αλλά μόνο Τουρισμό Υπαίθρου και βέβαια τα τρόφιμα και τις δραστηριότητες, θα τις αφήσει να τις κάνουν οι αγρότες. Δεν πρέπει να κλέψουν από τον αγρότη οι επιχειρηματίες και την δυνατότητα να παράγει και να διαθέτει τα φημισμένα αγροτικά του προϊόντα. Διότι τότε ο αγρότης θα έχει την δυνατότητα να γίνει . μόνο εργάτης γης .

Θ. Το εξωφρενικό (πέραν του ανήθικου ή παράτυπου ή αντιεπιστημονικού) είναι ότι στο άρθρο 6 προτείνεται να ορισθεί ως αγροτουρισμός και μια νέα μορφή κεφαλαιουχικής επιχείρησης, όπου ο αγρότης ή οι αγρότες (εγγεγραμμένους στο Μητρώο Αγροτών, δηλαδή μέχρι 35%) θα έχει το 50% του ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ . . ! Δηλαδή ένα μόρφωμα όπου το 17,5% του αγροτικού εισοδήματος θα προσδιορίζει την αγροτική επιχείρηση . . και το εισόδημά της θα χαρακτηρίζεται . αγροτικό . .

Ι. Είναι τουλάχιστον υβριστικό προς την νοημοσύνη, όσων θέλουν να λένε ότι είναι νοήμονες, να μην διακρίνουν την τάση, ο αγρότης, ίσως τελικά, να φθάσει στο 5%, που όρισε σαν ελάχιστο εισοδηματικό κριτήριο (χωρίς άλλα κριτήρια) η Ευρ. Επιτροπή στις νομοθετικές προτάσεις της στις 12-10-2011.
Κάποτε η πλειοψηφική λογική όρισε ως αγρότη, μόνο από το εισόδημά του, με το 51%.

Συμπερασματικά, θεωρούμε ότι με την αδειοδότηση της επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου θα δημιουργηθεί μεγάλη σύγχυση στον καταναλωτή και αθέμιτος ανταγωνισμός στις ήδη λειτουργούσες επιχειρήσεις, αφού καταλύματα, εστιατόρια, εργαστήρια, παραγωγικές μονάδες, αλιευτικά σκάφη θα συνωθούνται κάτω από την ίδια ταμπέλα της επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου. Δεν κατανοούμε επομένως, γιατί πρέπει να υπάρχει αυτή η ειδική αδειοδότηση, όταν με πολύ απλό τρόπο θα μπορούσαν να πιστοποιηθούν κατάλληλα επιχειρήσεις διαμονής, εστίασης, τουριστικά γραφεία, σωματεία και φυσικά πρόσωπα που παρέχουν εξειδικευμένες υπηρεσίες προαγωγής της τοπικής οικονομίας, της γαστρονομίας της παράδοσης, της εξερεύνησης κοκ., χωρίς να απαιτείται αυτού του είδους η αδειοδότηση.

Κατά συνέπεια επειδή με το σύνολο των προωθούμενων ρυθμίσεων δημιουργούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και άνισης μεταχείρισης απέναντι σε όλες τις νόμιμα λειτουργούσες τουριστικές επιχειρήσεις είτε πρόκειται για τουριστικά καταλύματα, είτε για τουριστικά γραφεία ή επιχειρήσεις εστίασης και αναψυχής κ.ο.κ. Γι’ αυτούς τους λόγους καλό θα είναι να προωθηθεί η δημιουργία προτύπου για αδειοδοτημένες, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, επιχειρήσεις που θα παρέχουν εξειδικευμένα προϊόντα υπηρεσίες ή δράσεις και να προβλεφθεί η πιστοποίησή τους από διαπιστευμένες στο Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (ΕΣΥΔ) εταιρείες. Όπου κρίνεται αναγκαίο για την προώθηση των μορφών αυτών μπορεί να τροποποιηθούν οι ισχύουσες τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές, προκειμένου να ενταχθούν και άλλες χρήσεις ή υπηρεσίες.

Υπάρχει αγορά για την νέα (για την χώρα μας) μορφή τουρισμού, του Τουρισμού Υπαίθρου;

Φαίνεται ότι υπάρχει αγορά και φυσικά ζήτηση για τον τουρισμό υπαίθρου σε βαθμό που η χώρα μας να μην μπορεί να την καλύψει με ένα σαφώς ξεχωριστό, ποιοτικό και οργανωμένο τουριστικό προϊόν που να είναι value for money.

Μέχρι σήμερα οι αγροτουριστικές μονάδες λειτούργησαν στην χώρα μας κυρίως με την πρωτοβουλία μικρών κυρίως επιχειρηματιών που διέκριναν όχι μόνο την επιχειρηματική ευκαιρία αλλά και τις δυνατότητες για την μερική διαφοροποίηση του τουριστικού μας προϊόντος. Οι εξελίξεις γενικά δεν τους δικαίωσαν και ούτε φαίνεται ότι με το παρόν νομοσχέδιο θα διορθωθούν τα κακώς κείμενα.

Σύμφωνα με έρευνες κυρίως πανεπιστημιακών σχολών της Βόρειας Ευρώπης, εκτιμάται ότι για τις χώρες της Μεσογείου ο τουρισμός υπαίθρου μπορεί να αποτελέσει το 25 – 30% των συνολικών αφίξεων και το βασικότερο είναι ότι η μορφή αυτή τουρισμού είναι αδιάφορη της εποχικότητας που έχει ο Τουρισμός της Μεσογείου!!!

Τι ισχύει στην Ε.Ε. για τον Τουρισμό Υπαίθρου, πως είναι οργανωμένη αυτή η μορφή τουρισμού και ποιες χώρες έχουν δώσει ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξή της;

Στην Ε.Ε. είναι σαφώς καθορισμένος ο τουρισμός υπαίθρου (rural tourism) και σε κάθε πρόγραμμα και πρωτοβουλία που χρηματοδοτεί συναφείς δράσεις περιέχεται πρόβλεψη για ένταξη επιχειρήσεων του είδους αυτού (π.χ. intereg, Leonardo Da Vinci, διασυνοριακά προγράμματα, κλπ).

Επίσης είναι ένας τομέας επιχειρηματικής δράσης που ακολουθεί διαδικασίες, διαθέτει φορείς και το βασικότερο είναι πιστοποιημένος. Υπάρχουν οργανισμοί όπως ο Eurogites (European Federation of Rural Tourism) ο οποίος ορίζει τα βασικά κριτήρια ένταξης μιας επιχείρησης τουρισμού υπαίθρου που είναι ο εξοπλισμός, ο χώρος δραστηριοποίησης, οι υπηρεσίες φιλοξενίας εντός και εκτός καταλύματος, άυλες υπηρεσίες και χαρακτηριστικά όπως η προσωπική φροντίδα, η διατήρηση της ιδιωτικότητας, η ηρεμία και διακριτικότητα και φυσικά η ασφάλεια και η προστασία.

Όλα αυτά τα κριτήρια καταμετρώνται σε συνεχή βάση για να είναι και να παραμένουν πιστοποιημένες οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν (πρόγραμμα qualitool).

Χώρες της Ε.Ε. που πρωτοστατούν στον τουρισμό υπαίθρου είναι η Σουηδία και η Ιταλία. Ειδικά στην γείτονα, ο τουρισμός υπαίθρου έχει αποκτήσει φανατικό κοινό και ήδη λειτουργούν πιστοποιημένα 200,000 κλίνες που προσφέρουν σχετικές υπηρεσίες. Στην χώρα λειτουργούν επίσης 3 εταιρείες marketing για την ανάδειξη του τουρισμού υπαίθρου (terranostra, turismoverde, agriturist) και ένα σοβαρό εκπαιδευτικό πρόγραμμα συνεχούς επιμόρφωσης όλων των εμπλεκομένων στις δραστηριότητες του τουρισμού υπαίθρου.

Χρήστος Νικολαΐδης