Ενιαίο κύριο συντελεστή 20% στον ΦΠΑ, χαμηλό συντελεστή 10% και κατάργηση του ενδιάμεσου 13%, προτείνει μεταξύ άλλων η Φορολογική Επιτροπή του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΟΕΕ).

Ο πρόεδρος του ΟΕΕ Κωνσταντίνος Κόλλιας μιλώντας στην εκπομπή του Χάρη Ντιγριντάκη στον Alpha 98,9 fm, τόνισε ότι “η αστάθεια του φορολογικού συστήματος είναι ίσως το σημαντικότερο αντικίνητρο για να επενδύσει κάποιος στην Ελλάδα.”

“Η πρότασή μας, είπε χαρακτηριστικά στην ραδιοφωνική συνέντευξη στον Alpha 98,9 fm,  αναφέρεται σε σταθερό φορολογικό πλαίσιο για τα επόμενα πέντε χρόνια.”

Για τον συντελεστή του 24% προτείνεται από το ΟΕΕ, η μείωσή του στο 20%, ενώ οι κατηγορίες με συντελεστή 13% και 6,5% μεταφέρονται στο 10%. Επίσης, θα πρέπει να συνεχίσουν να απαλλάσσονται από την επιβολή ΦΠΑ (μηδενικός ΦΠΑ), αγαθά και υπηρεσίες όπως προβλέπονται στο άρθρο 22 του Ν.2859/2000, όπως ισχύει σήμερα και να εξετασθεί η απαλλαγή από ΦΠΑ αγαθών – υπηρεσιών κοινωνικού σκοπού (περιπτώσεις με συντελεστές κάτω του 6,5%). Τέλος, επιβάλλεται να ισχύσει ο μειωμένος συντελεστής κατά 30% για τις νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές, όπως προβλέπεται στο άρθρο 120 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

“H εξάντληση των φορολογικών προσώπων είναι δεδομένη”, τόνισε μεταξύ άλλων στον Χάρη Ντιγριντάκη ο προεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Κωνσταντίνος Κόλλιας.

Η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, ΦΠΑ 24%, έναντι 20,1% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη, φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων 29%, έναντι 19,5%, φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (ανώτατος οριακός συντελεστής) 45%, έναντι 34,9%, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης 16% για τον εργαζόμενο και 24,1% για τον εργοδότη, έναντι 12,8% και 21,7% αντιστοίχως.”

Στην ραδιοφωνική συνεντευξη ο κ.Κόλλιας, υπογράμμισε ότι “από το 1975 στην Ελλάδα ψηφίστηκαν 250 φορολογικά νομοσχέδια με άπειρες τροπολογίες διάσπαρτες σε διάφορους άλλους νόμους. Μόνο για το διάστημα 01/2014 – 06/2016 έχουν ψηφιστεί 10 φορολογικά νομοσχέδια με 117 άρθρα και 17 άλλοι νόμοι με 71 εμβόλιμες φορολογικές διατάξεις. Για τις διατάξεις αυτές εκδόθηκαν 111 υπουργικές αποφάσεις και 138 διευκρινιστικές εγκύκλιοι”.

Οπως τόνισε στον Χάρη Ντιγριντάκη, ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι “σε διάστημα 50 μηνών σε 4 από τους βασικότερους νόμους που εφαρμόστηκαν το 2014 (κώδικας φορολογίας εισοδήματος, κώδικας φορολογικών διαδικασιών, ΕΝΦΙΑ, ΕΛΠ), η τότε κυβέρνηση προχώρησε με 82 άλλους νόμους στη μεταβολή τους, προσθέτοντας ή καταργώντας ταυτόχρονα διάφορες διατάξεις. Δηλαδή, περίπου δύο φορές τον μήνα τροποποιείται κάποιος από τους παραπάνω νόμους.”

Η πρόταση για την εφαρμογή ενός νέου συστήματος φορολογίας εισοδήματος με βάση το καθαρό εισόδημα, περιλαμβάνει τις εξής αλλαγές:

1. Καθιέρωση ενός ενιαίου συστήματος φορολογίας εισοδήματος για φυσικά πρόσωπα, μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους και ατομικές επιχειρήσεις, με φορολόγηση του καθαρού εισοδήματος (έσοδα – έξοδα) για όλους. Στα έξοδα προτείνεται να υπάγονται όλες οι συναλλαγές που έχουν γίνει με πλαστικό χρήμα (ηλεκτρονικά, μέσω χρεωστικών και πιστωτικών καρτών) και με μετρητά. Στόχος, να δώσουμε ισχυρότατο κίνητρο στον φορολογούμενο να απαιτεί την έκδοση απόδειξης. Πρέπει, επίσης, να προβλεφθεί και η αυτόματη καταχώρηση στα έξοδα των δαπανών του φορολογούμενου, μέσω των τερματικών POS, χωρίς να είναι απαραίτητη η συλλογή αποδείξεων.

2. Επί της διαφοράς που προκύπτει, ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή που θα πρέπει να είναι τέτοιος ώστε να υπάρχει σημαντικό κίνητρο για απαίτηση απόδειξης από τον καταναλωτή. Ο συντελεστής πρέπει να υπολογίζεται – ανάλογα με το ύψος του καθαρού φορολογητέου εισοδήματος – από 22% μέχρι 40%.

3. Επιτάχυνση των προβλεπόμενων διαδικασιών για τη σύνδεση των τερματικών POS με τις ελεγκτικές αρχές, με στόχο την αυτόματη καταχώρηση των εξόδων στην καρτέλα του φορολογούμενου. Οι αποδείξεις πρέπει να είναι ονομαστικές και με το ΑΦΜ του καταναλωτή/συναλλασσόμενου σε πληρωμές με μετρητά.

4. Κάθε επιτηδευματίας, που διενεργεί λιανικές πωλήσεις τηρεί υποχρεωτικά ταμειακή μηχανή (POS κ.λπ.), η οποία είναι συνδεδεμένη υποχρεωτικά με το TAXISNET και από την κάθε συναλλαγή αποδίδεται αυτόματα στο δημόσιο ταμείο ο αναλογούν ΦΠΑ.

5. Στον ΦΠΑ προτείνεται ενιαίος κύριος συντελεστής 20%, χαμηλός συντελεστής 10% και κατάργηση του ενδιάμεσου 13%. Για τον συντελεστή του 24% προτείνεται η μείωσή του στο 20%, ενώ οι κατηγορίες με συντελεστή 13% και 6,5% μεταφέρονται στο 10%. Επίσης, θα πρέπει να συνεχίσουν να απαλλάσσονται από την επιβολή ΦΠΑ (μηδενικός ΦΠΑ), αγαθά και υπηρεσίες όπως προβλέπονται στο άρθρο 22 του Ν.2859/2000, όπως ισχύει σήμερα και να εξετασθεί η απαλλαγή από ΦΠΑ αγαθών – υπηρεσιών κοινωνικού σκοπού (περιπτώσεις με συντελεστές κάτω του 6,5%). Τέλος, επιβάλλεται να ισχύσει ο μειωμένος συντελεστής κατά 30% για τις νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές, όπως προβλέπεται στο άρθρο 120 της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6. Ενέργειες της Φορολογικής Διοίκησης για την εντατικοποίηση των ελέγχων και την άμεση επίλυση των φορολογικών υποθέσεων, ατομικών και εταιρικών, με την διεύρυνση του μητρώου των ελεγκτών, με διασταυρώσεις και άντληση πληροφοριών μέσω ηλεκτρονικών διασυνδέσεων. Η αποτελεσματικότητα των ελεγκτικών υπηρεσιών θα επιφέρει έσοδα στο κράτος, αλλά παράλληλα θα συμβάλει και στην προσέλκυση επενδύσεων.

Εκτιμώμενα αποτελέσματα:

  • Ισχυρό κίνητρο για αύξηση της έκδοσης νόμιμων παραστατικών (αποδείξεις/τιμολόγια), που θα φέρουν στην επιφάνεια «κρυφά εισοδήματα».
  • Η αποκάλυψη πρώην «κρυφών εισοδημάτων», θα αυξήσει το ΑΕΠ, βελτιώνοντας όλα τα δημοσιονομικά μεγέθη, θα αυξήσει το φορολογητέο εισόδημα, θα αυξήσει σημαντικά τα έσοδα από ΦΠΑ.
  • Η αποκάλυψη και φορολόγηση αυτών των εισοδημάτων θα καταστήσει πιο δίκαιο το φορολογικό σύστημα, θα μειώσει την ανάγκη λήψης μέτρων εις βάρος μόνον των συνεπών φορολογουμένων, θα μειώσει την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή.
  • Η μείωση της φοροδιαφυγής και η αύξηση των εσόδων θα δώσει τη δυνατότητα για περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών στο άμεσο μέλλον.

Συμπερασματικά, η μάχη κατά της φοροδιαφυγής από ευχολόγιο, γίνεται πράξη. Με δραστική μείωση του φορολογικού βάρους και αποκάλυψη των κρυφών εισοδημάτων αποκτά σύμμαχο τον κάθε Έλληνα. Η πάταξη της φοροδιαφυγής θα οδηγήσει αυτόματα σε αύξηση των κρατικών εσόδων και διεύρυνση της φορολογικής βάσης.