Τη φερεγγυότητα της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς όσον αφορά στη δυνατότητα κάλυψης εκτεταμένων αποζημιώσεων από μεγάλες καταστροφές, αναδεικνύει σε σχετική ανακοίνωσή της η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών (ΕΑΕΕ), με αφορμή τα πρόσφατα γεγονότα εξαιτίας της κακοκαιρίας.
Μία σειρά από στοιχεία, τα οποία παραθέτει η ΕΑΑΕ δείχνουν ότι οι ασφαλιστικές είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στο βάρος των αποζημιώσεων, των υψηλότερων τα τελευταία 25 χρόνια για τις ζημιές στη Θεσσαλία και να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις τους απέναντι στους ασφαλισμένους.
Όπως επισημαίνεται οι ασφαλιστικές εταιρίες της χώρας διαθέτουν την κεφαλαιακή επάρκεια, τη δυνατότητα και την τεχνογνωσία να αναλάβουν τους κινδύνους από τις φυσικές καταστροφές για τους εξής λόγους.
- Για αρχή η ελληνική ασφαλιστική αγορά επιτυγχάνει από τους υψηλότερους δείκτες φερεγγυότητας στην Ευρώπη και υπάγεται στο αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχου του Χρηματοπιστωτικού Τομέα στον κόσμο.
Ειδικότερα οι ασφαλιστικές εταιρίες διαθέτουν σχεδόν διπλάσια κεφάλαια από τα απαιτούμενα από τη νομοθεσία με δείκτη φερεγγυότητας από τους υψηλότερους στη Ευρώπη (184,6% σύμφωνα με την Έκθεση της ΤτΕ).
Παράλληλα λειτουργούν κάτω από ένα αυστηρό ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο (Solvency II) και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι μπορούν να ανταποκριθούν στους κινδύνους που αναλαμβάνουν.
Η νομοθεσία του Solvency II είναι εξαιρετικά αυστηρή και συντηρητική. Έχει ως στόχο την κεφαλαιακή θωράκιση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων μέσω σύγχρονων κανόνων αποτίμησης βασιζόμενων σε ακραία σενάρια, έτσι ώστε η πιθανότητα πτώχευσής τους να περιοριστεί για τους επόμενους 12 μήνες σε ποσοστό 0,5%.
To Solvency II είναι πιθανότατα το αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχου του χρηματοπιστωτικού τομέα στον κόσμο.
Επιπλέον οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν ήδη ενσωματώσει στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων τους κινδύνους που απορρέουν την κλιματική αλλαγή και ενεργούν ασκήσεις ακραίων σεναρίων.
- Την ίδια στιγμή υπάρχουν μηχανισμοί διασποράς του κινδύνου.
Συγκεκριμένα για την εξισορρόπηση των αποτελεσμάτων τους, οι ασφαλιστικές εταιρίες μεταφέρουν μέρος του κινδύνου που αναλαμβάνουν σε άλλες εταιρίες (αντασφαλιστικούς ομίλους) μέσω της αντασφάλισης.
Η αντασφάλιση προβλέπεται από το Solvency II. Είναι τεχνική μετριασμού του κινδύνου, η οποία επιτρέπει την ευρύτερη διασπορά κινδύνων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι οικονομικές επιπτώσεις, για παράδειγμα, ενός καταστροφικού σεισμού στην Ελλάδα θα καλυφθούν από ελληνικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις αλλά ένα μέρος τους θα αποζημιωθεί και από ξένους αντασφαλιστές που εδρεύουν στη Γερμανία, Αγγλία, ΗΠΑ και αλλού.
Αυτό μειώνει την έκθεση στον κίνδυνο που φέρουν οι ίδιες οι ασφαλιστικές εταιρίες και επιτυγχάνει ισορροπία στο ισοζύγιο ασφαλίστρων-ζημιών.
Σε συνεργασία με τους αντασφαλιστές τους παγκοσμίως μελετούν τα δεδομένα πίσω από τις οικονομικές απώλειες που συνδέονται με το κλίμα και τα φυσικά φαινόμενα γενικά, αναπτύσσοντας εργαλεία και μοντέλα για να προετοιμαστούν για τις μελλοντικές φυσικές καταστροφές.
Συγκεντρώνουν κεφάλαια για την αποζημίωση των ασφαλισμένων από τα ασφάλιστρα που λαμβάνουν και από τις αποδόσεις των επενδύσεών τους.
Όσο μεγαλύτερος είναι ο ασφαλισμένος πληθυσμός, τόσο διευρύνεται η ικανότητα ανάληψης κινδύνων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς λειτουργεί αποτελεσματικότερα η θεωρία των μεγάλων αριθμών.