της Εύας Οικονομάκη

Στην προσέλκυση ταξιδιωτών από μακρινές αγορές στρέφονται οι επιχειρηματίες του τουρισμού προκειμένου να αντισταθμίσουν τις απώλειες που θα προκύψουν εξαιτίας του πολέμου που μαίνεται στην Ουκρανία. Με δεδομένες τις αρρυθμίες που έχουν προκληθεί λόγω της σύρραξης, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα την απουσία Ρώσων και Ουκρανών τουριστών από την Ελλάδα το φετινό καλοκαίρι, ξενοδόχοι και ταξιδιωτικοί πράκτορες εστιάζουν την προσοχή τους σε μακρινές αγορές, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ο Καναδάς, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Λατινική Αμερική, η νοτιοανατολική Ασία, η Αυστραλία και η Αφρική προκειμένου να προσελκύσουν όσο το δυνατόν περισσότερους επισκέπτες έστω και την τελευταία στιγμή.

Στην ίδια λογική, τουριστικά γραφεία και tour operators σε πανευρωπαϊκό επίπεδο επικεντρώνονται συντονισμένα στην προώθηση της Ευρώπης ως ενιαίου και κυρίως ασφαλούς προορισμού σε μακρινές αγορές, με στόχο να ενισχύσουν το τουριστικό ρεύμα προς προορισμούς της Γηραιάς Ηπείρου. Άλλωστε, ένας παράγοντας που προκαλεί ανησυχία στους κύκλους της τουριστικής αγοράς είναι το ενδεχόμενο να χαρακτηριστεί η Ευρώπη ως μη ασφαλής προορισμός για τους ταξιδιώτες που προέρχονται από χώρες εκτός της Γηραιάς Ηπείρου, σε περίπτωση που δεν έχουν ευκρινή εικόνα της γεωγραφικής απόστασης μεταξύ της Ουκρανίας και άλλων ευρωπαϊκών κρατών, όπως της Ελλάδας.

Ιδιαίτερης σημασίας για την εξέλιξη της φετινής σεζόν είναι η πορεία της αμερικανικής αγοράς, μίας αγοράς στην οποία επενδύουν πολύ τα τελευταία χρόνια οι Ελληνες επιχειρηματίες, δεδομένου και του υψηλού εισοδηματικού προφίλ των Αμερικανών ταξιδιωτών. Ενδεικτικό της σημασίας της εν λόγω αγοράς για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού είναι το γεγονός ότι φέτος έχουν προγραμματιστεί 9 απευθείας πτήσεις από τις ΗΠΑ και δύο απευθείας πτήσεις από τον Καναδά. Στην ίδια κατεύθυνση ενθαρρυντική είναι και η εξέλιξη της επανένταξης της Αυστραλίας στους μακρινούς προορισμούς μετά από 2 χρόνια απουσίας εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης.

Οι αγορές που προβληματίζουν

Πάντως, προβληματισμό προκαλεί την ίδια στιγμή η στασιμότητα από την οποία χαρακτηρίζονται οι προκρατήσεις από δύο αναδυόμενες πηγές του ελληνικού τουρισμού, την Πολωνία και τη Ρουμανία. Πολωνοί και Ρουμάνοι έχουν στηρίξει σε μεγάλο βαθμό τους ελληνικούς προορισμούς, οδικούς και μη, στους οποίους έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης τα τελευταία δυο χρόνια.

Γι’ αυτό, άλλωστε, οι παράγοντες της αγοράς ανησυχούν για την πορεία των προκρατήσεων που προέρχονται από τις δύο συγκεκριμένες αγορές, καθώς οι ταξιδιώτες από Ρουμανία και Πολωνία θα μπορούσαν να καλύψουν μέρος του «κενού» που θα αφήσουν ούτως ή άλλως οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί τουρίστες. Είναι ενδεικτικό ότι το 2021 η Πολωνία ήταν για τη χώρα μας η τέταρτη μεγαλύτερη αγορά εισερχόμενου τουρισμού. Μάλιστα, ο εισερχόμενος τουρισμός από την Πολωνία την περίοδο 2017-2019 κατέγραψε αύξηση κατά +14,1% (από 747 χιλ. το 2017 σε 852 χιλ. το 2019). Επιμέρους, 2018: +40,5% στις 1.050 χιλ. και 2019: -18,8% στις 852 χιλ. Το μερίδιο αγοράς της πολωνικής αγοράς στον εισερχόμενο τουρισμό για το 2019 ανήλθε σε 2,7%, όσο ήταν και το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ Intelligence.

Αντίστοιχα, ο εισερχόμενος τουρισμός από την Ρουμανία κατέγραψε αύξηση την περίοδο 2016-2019 κατά +34,3% (από 1 εκατ. το 2016 σε 1,4 εκατ. το 2019) ενώ την περίοδο 2019-2020 οι αφίξεις σημείωσαν πτώση κατά -85,2% (σε 205 χιλ.). Το μερίδιο αγοράς της ρουμάνικης αγοράς για το 2020 ανήλθε στο 2,8% όταν το 2016 ήταν 4,1% και το 2019 4,4%.

Την ίδια στιγμή, πάντως, μουδιασμένες παραμένουν οι κρατήσεις και από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες που τροφοδοτούν με σημαντικό αριθμό ταξιδιωτών την Ελλάδα, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο.