Ο όμιλος TUI ανακοίνωσε ότι εξετάζει την παράταση της θερινής του περιόδου έως το φθινόπωρο, δεδομένης της τεράστιας συσσωρευμένης ζήτησης, και ότι αναμένει να επιστρέψει σε κερδοφορία το τέταρτο τρίμηνο της χρήσης του, από τον Ιούλιο έως τα τέλη Σεπτεμβρίου.
«Βλέπουμε μια τεράστια συσσωρευμένη ζήτηση για το τέλος της σεζόν, η παράτασή της είναι βιώσιμη και είναι κάτι που πρέπει να συμφωνηθεί με τους προορισμούς», δήλωσε σήμερα σε δημοσιογράφους ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας Φριτς Γιούσεν.
Η εταιρία αναμένει μια ισχυρή περίοδο διακοπών για το 2021 και εμμένει στο σχέδιό της να λειτουργήσει με το 75% της προ της πανδημίας δυναμικότητάς της, όπως ανέφερε σήμερα ύστερα από την ανακοίνωση ζημίας άνω του 1 δισ. ευρώ για το πρώτο εξάμηνο.
Ο μεγαλύτερος στον κόσμο όμιλος διακοπών ανακοίνωσε ότι η αύξηση των εμβολιασμών κατά της COVID-19 σημαίνει ότι η Ευρώπη θα ξανανοίξει για ταξίδια, αν και οι ισχύοντες περιορισμοί και η αβεβαιότητα έχουν έως τώρα συγκρατήσει την αναμενόμενη αύξηση στη ζήτηση μετά τα χειμερινά lockdowns.
Η TUI, που πριν από την πανδημία έστελνε κάθε χρόνο σε διακοπές 23 εκατ. ανθρώπους, ανακοίνωσε ότι έχει συνολικά 2,6 εκατ. θερινές κρατήσεις, κατά 69% λιγότερες συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Ο όμιλος είπε, ωστόσο, ότι είναι αισιόδοξος δεδομένου ότι οι νέες κρατήσεις έχουν διπλασιαστεί από τον Απρίλιο και ότι αναμένει περισσότερους προορισμούς να ανοίξουν τις επόμενες εβδομάδες. «Είμαστε τώρα στην αρχή μιας αναμενόμενης επανεκκίνησης. Η προσμονή είναι αισθητή, υπάρχουν ευκαιρίες για τον τουρισμό και για την TUI», ανέφερε σε ανακοίνωση ο Γιούσεν.
Η αισιοδοξία της TUI για την ερχόμενη περίοδο διακοπών θα δώσει ώθηση σε ταξιδιωτικές και αεροπορικές εταιρίες σε όλη την Ευρώπη, οι οποίες έχουν υποστεί τεράστιες ζημίες κατά τους 14 μήνες των περιορισμών λόγω της πανδημίας.
Ανακοινώνοντας τα οικονομικά της αποτελέσματα για το πρώτο εξάμηνο της χρήσης της έως τις 31 Μαρτίου, η TUI ανέφερε ότι κατέγραψε ζημίες σε επίπεδο αποτελεσμάτων προ φόρων και τόκων ύψους 1,3 δισεκ. ευρώ, με έσοδα που συρρικνώθηκαν κατά 89% στα 716 εκατ. ευρώ.