
Με βάση τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου, σχετικά με τις συμφωνίες που πραγματοποιήθηκαν, σειρά από ελληνικά brands φαίνεται να διατηρεί την αξία της σταθερή και ικανή να προσελκύει επενδυτές, παίζοντας τον ρόλο του “διασώστη” ακόμα και για προβληματικές επιχειρήσεις.
Έννοιες όπως οι αποτιμήσεις, αναδιαρθρώσεις δανεισμού και «κουρέματα», εξυγιάνσεις, εξαγορές και συγχωνεύσεις. Οι παραπάνω έννοιες αν και είναι κρίσιμες όσον αφορά την περιγραφή των συμφωνιών που συντελούνται – διεθνώς και εγχωρίως- δεν αρκούν να περιγράψουν την «καρδιά» κάθε επιχείρησης, το DNA της που εν πολλοίς «σημαίνεται» με την επωνυμία της.
Η ισχύς του brand καθώς και η πορεία της επιχείρησης, μέσω της οποίας η εταιρεία απέκτησε αξία είναι μία πολύπλοκή διαδικασία, αποτελούμενη από πολλές μεταβλητές και πολλούς παράγοντες. Επιπλέον είναι ένας καθοριστικός και αρκετά σημαντικός παράγοντας όσον αφορά την προσέλκυση επενδυτών, καθώς μπορεί να επηρεάσει θετικά τη διαδικασία ακόμα και αν η εταιρεία δεν διατηρείται το ίδιο ακμαία την συγκεκριμένη περίοδο.
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της τάσης είναι η αναβίωση του brand Κατσέλης από την ανταγωνιστική εταιρία Καραμολέγκος. Αν και το σήμα είχε αποσυρθεί από το 2013 από την αγορά μετά την πτώχευση της Nutriart, η Καραμολέγκος επαναλάνσαρε τη φίρμα το 2016, έχοντας αποκτήσει μέσω πλειστηριασμού το δικαίωμα εκμετάλλευσης.
Η αρτοβιομηχανία πριν λάβει την απόφαση αυτή είχε πραγματοποιήσει έρευνες αγοράς, όπου διαπίστωσε την υψηλή δημοφιλία του σήματος Κατσέλης παρά το γεγονός, μάλιστα, ότι αυτό απουσίαζε από τα ράφια των καταστημάτων. Η αρτοβιομηχανία μάλιστα υλοποίησε επενδύσεις 10 εκατ. ευρώ για να υποστηρίξει αυτή την κίνηση ενώ προσδοκά να αποσπάσει μερίδιο 8,7% το 2017 και 15% το 2018 στην αγορά συσκευασμένου ψωμιού μέσω της αναβίωσης της Κατσέλης.
Μια από τις πιο πετυχημένες κινήσεις του είδους αφορά την επαναφορά της μπίρας ΦΙΞ, κίνηση που αποζημίωσε επιχειρηματικά και οικονομικά τον Γιάννη Χήτο, επιχειρηματία του κλάδου αναψυκτικών και ποτών. Την άνοιξη του 2010 επαναλάνσαρε την μπίρα FIX, επιτυγχάνοντας μέσα σε λίγα χρόνια να την αναδείξει σε αξιοσημείωτο παίκτη στην ελληνική αγορά.
Την ίδια κίνηση είχε πραγματοποιήσει και η Αθηναϊκή Ζυθοποιία αναβιώνοντας το επίσης ελληνικό παλιό σήμα μπίρας ΑΛΦΑ, δίνοντας το στίγμα, και καταφέρνοντας σήμερα διατηρεί υψηλά μερίδια αγοράς αλλά και να αναπτύσσεται μέσα στους πρώτους μήνες του 2017. Με τη σειρά της η ΦΙΞ απέκτησε γρήγορα μερίδιο άνω του 10%, πραγματοποίησε εξαγωγές και έγινε στόχος εξαγοράς, από τον ολλανδικό πολυεθνικό όμιλο Carlsberg, η ελληνική θυγατρική του οποίου την απέκτησε το 2014.
Το ισχυρό brand name της Apivita σε Ελλάδα και Ισπανία (η οποία αποτελεί την αγορά με τις σημαντικότερες εξαγωγές για την ελληνική εταιρία) αλλά και to concept της εταιρίας υπέρ των φυσικών καλλυντικών και της αειφορίας αποδείχθηκαν τα ισχυρά πλεονεκτήματα της στη προσπάθεια εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις τόσο με τον ελληνικό όμιλο Σαράντη όσο και με την πολυεθνική L’Oreal, η οικογένεια Κουτσιανά συμφώνησε τελικώς για τη μεταβίβαση πλειοψηφικού πακέτου μετοχών στον ισπανικό όμιλο Puig.
Η αναγνώριση της δυναμικής του brand και της ιστορικότητας της αλυσίδας υπήρξε το κίνητρο του επιχειρηματία Σάμι Φάις, ώστε να εμπλακεί στη διαδικασία εξυγίανσης της Καλογήρου. Αν και οι φίρμες υποδημάτων εισαγωγής θα μπορούσαν αν αποκτηθούν με ασύγκριτα μικρότερο κόστος από τον ίδιο ή τρίτους παίκτες της αγοράς, ο ίδιος επιδίωξε σε συνεργασία με τους μετόχους των Αττικών Πολυκαταστημάτων αλλά και τη συνδρομή της οικογένειας Λεμονή, ως παλαιών μετόχων να, να ανασυντάξει την εταιρία.