Του Yuval Weber

Οι κορυφαίες ειδήσεις των τελευταίων εβδομάδων από τη Ρωσία, έχουν μετατοπιστεί από τις διπλωματικές εξελίξεις αναφορικά με την Ουκρανία, στην ραγδαία υποτίμηση της αξίας του ρουβλίου έναντι του αμερικανικού δολαρίου και του ευρώ, που υποχώρησε σε ιστορικό χαμηλό όλων των εποχών, στα 48,5 ρούβλια έναντι του δολαρίου και λίγο πάνω από τα 60 ρούβλια έναντι του ευρώ, στις 7 Νοεμβρίου.

Τα οικονομικά προβλήματα του ρουβλίου αντιπροσωπεύουν την πιο εντυπωσιακή και επικίνδυνη στρατηγική πρόκληση που αντιμετωπίζει το ρωσικό κράτος, από όταν ξεκίνησε η σύγκρουση στην Ουκρανία. Το βραχυ-μεσοπρόθεσμο κόστος του νομίσματος που υποχωρεί σε μια χώρα που εξαρτάται από τις εισαγωγές, θα αποκαλύψει την αποφασιστικότητα του προέδρου Vladimir Putin στο να αναδιατάξει το περιβάλλον ασφάλειας στην Ευρώπη και στο να σκιαγραφήσει μια λιγότερο μονοπολική παγκόσμια τάξη, όπως την χαρακτήρισε στην πρόσφατη ομιλία του σε εμπειρογνώμονες εξωτερικής πολιτικής στο Vadai Club.

Στην μελέτη της σύγκρουσης, οι μελετητές ξεκίνησαν καθορίζοντας το ζήτημα που διακυβεύεται καθώς και τους παράγοντες που ενδιαφέρονται για την έκβαση αυτού του ζητήματος. Κεντρικό ρόλο σε αυτούς τους προσδιορισμούς, είναι η αξιολόγηση της προθυμίας ενός παράγοντα να φέρει το κόστος της διαμάχης για να πετύχει την κατάληξη που επιθυμεί για το ζήτημα. Αυτό είναι αποφασιστικότητα με την πιο άμεση έννοια: πόσο αποφασισμένος είναι αυτός ο ηγέτης να πετύχει αυτό που θέλει;

Για τον Putin, αυτά που διακυβεύονται δεν είναι απλώς η εθνική ασφάλεια και οι εξωτερικές οικονομικές πολιτικές της Ουκρανίας με τον πρόεδρο Petro Poroshenko, αλλά η διανομή εξουσίας κατά μήκος των συνόρων της Ρωσίας και η ικανότητα της διεθνούς κοινότητας να επιτρέψει (ή όχι) παράτυπες μεταβιβάσεις εξουσίας και υπό ποιες προϋποθέσεις. Ο Putin έχει καταστήσει σαφές ότι το να ενταχθεί η Ουκρανία στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, δεν είναι αποδεκτό για τη Ρωσία, ότι η Ρωσία ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη πρέπει να τη συμβουλεύονται σε ζητήματα ασφαλείας εντός αυτού που θεωρεί σφαίρα επιρροής της, και ότι η «διεθνής κοινότητα» είναι ένας δούρειος ίππος της αμερικανικής ηγεμονίας, που επιτρέπει την αλλαγή καθεστώτος σε ευνοϊκές καταστάσεις, αλλά την αντιμάχεται σε άλλες.

Ως εκ τούτου, ο Putin έχει βάλει τον πήχη υψηλότερα σχετικά με το εάν οι Ουκρανοί μπορούν να διώξουν έναν ηγέτη και να επιλέξουν τις δικές τους πολιτικές, σε ένα μεγαλύτερο ερώτημα του πώς θα πρέπει να λειτουργεί η διεθνή πολιτική, (που είναι) από μόνο του μια πρόκληση στην αμερικανική αποφασιστικότητα για την δική της θέση στον κόσμο. Ο Ρώσος ηγέτης θεωρεί ότι οι αντίπαλοί του δεν εκτιμούν τόσο πολύ το άμεσο διακύβευμα (Ουκρανία) όσο εκείνος, και ότι η αποφασιστικότητά του σε αυτή την κατάσταση κρίσης, μπορεί στη συνέχεια να κλιμακωθεί σε αναδιάταξη της διεθνούς πολιτικής.

Η μέθοδος με την οποία ο Putin έχει αυξήσει το διακύβευμα ως απάντηση στις εξελίξεις νωρίτερα φέτος (προσάρτηση της Κριμαίας και μια σύγκρουση στην Ουκρανία), έρχεται με κόστος την παραβίαση των de facto ρωσικών δεσμεύσεων από τη Συμφωνία της Βουδαπέστης το 1994 καθώς και της νόρμας παγκοσμίως μετά τους παγκοσμίους πολέμους, της μη αλλαγής των ευρωπαϊκών συνόρων δια της βίας, που είχε επισημανθεί στις Συμφωνίες του Ελσίνκι.

Οι συνέπειες ήταν οικονομικές κυρώσεις κατά υψηλόβαθμων ατόμων και θεσμικών οργάνων από τις χώρες του ΟΑΣΑ, για να προσπαθήσουν και να αναγκάσουν τη Ρωσία να αντιστρέψει τις ενέργειές της για να τηρήσει αυτές τις νομικές δεσμεύσεις. Προφανώς, ο Putin έχει απορρίψει την πίεση και το αποτέλεσμα ήταν μια μείωση της επενδυτικής εμπιστοσύνης. Πολλοί οικονομολόγοι και ο οικονομικός Τύπος έχουν επισημάνει τις αιτίες: πιέσεις στον τραπεζικό κλάδο καθώς τώρα οι κορυφαίες τράπεζες απαγορεύεται από το να δανείζονται από το εξωτερικό για περισσότερες από 30 ημέρες και έτσι δημιουργείται πίεση σε εκείνες (τις τράπεζες) με δάνεια σε ξένο νόμισμα, άνοδος του πληθωρισμού και χαμηλότερες έως και αρνητικές εκτιμήσεις για την ανάπτυξη που δημιουργούν συνθήκες για στασιμοπληθωρισμό, ενώ η φυγή κεφαλαίων έχει διπλασιαστεί από το 2013. Οι ενεργειακές τιμές που υποχωρούν εδώ και καιρό ως αποτέλεσμα της αύξησης της παραγωγής σχιστόλιθου στις ΗΠΑ, έχουν δημιουργήσει δημοσιονομικά ελλείμματα.

Οι κυρώσεις έχουν αποδυναμώσει τη ζήτηση για το ρούβλι, βοηθώντας το ώστε να υποτιμηθεί κατά 14,44% έναντι του δολαρίου αυτόν τον μήνα και κατά 35,49% από τον Ιούλιο. Αυτή ήταν η χειρότερη επίδοση από τις δύο προηγούμενες σοβαρές υποτιμήσεις στην μετά-σοβιέτ οικονομική ιστορία: η πτωτική στροφή μετά από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και η κατάρρευση του 1998. Τα αποθεματικά σε ξένο νόμισμα έχουν υποχωρήσει κατά 86,3 δισ. δολάρια ή 16,76% το περασμένο έτος, σε σημείο που η ρωσική κεντρική τράπεζα έχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα σταματήσει να υπερασπίζεται το ρούβλι και θα το αφήσει να διαπραγματεύεται ελεύθερα.

Το ερώτημα για τον πρόεδρο Putin είναι εάν αυτά τα ζητήματα που διακυβεύονται –η ίδια η Ουκρανία και η αναδιάταξη των διεθνών σχέσεων- είναι αρκετά σημαντικά για να αντέξουν την οικονομική ζημιά που γίνεται στη Ρωσία και τη μείωση των βιοτικών επιπέδων που θα απειλούσαν το κοινωνικό συμβόλαιο οποιασδήποτε κυβέρνησης. Τη στιγμή που γραφόταν αυτό το άρθρο, δημοσιεύματα του Τύπου ανέφεραν ότι τα ρωσικά στρατεύματα έχουν εισβάλει ανοιχτά στην Ουκρανία και πλησιάζουν την Μαριούπολη, έτσι φαίνεται ότι η υποχώρηση του νομίσματος που προκαλεί ανησυχία στη Μόσχα, είναι απλώς άλλη μια πρόκληση πολιτικού παζαριού που έγινε δεκτή από τον Ρώσο πρόεδρο.

Carnegie Moscow Center

Πηγή:www.capital.gr