Τα τρία καθοριστικά βήματα που πρέπει να γίνουν για την ενίσχυση της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας παρουσιάζει ο ΣΕΒ στο τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική Οικονομία με τίτλο: “Ο ελληνικός τουρισμός και η κάθοδος των μυρίων!” που κυκλοφόρησε.
Ο ΣΕΒ εμφανίζεται αισιόδοξος για τις προοπτικές του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, υπογραμμίζοντας ότι “τα μηνύματα από το μέτωπο του τουρισμού είναι καλά”, προσθέτοντας ωστόσο ότι “μεγάλες προκλήσεις που συνδέονται με τη γιγάντωση του τουριστικού ρεύματος δεν μπορούν να αγνοηθούν”.
Σε αυτό το πλαίσιο υπογραμμίζει ότι “απαιτούνται ρηξικέλευθες λύσεις” εστιάζοντας σε τρεις προτάσεις: να εδραιωθεί η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός του ελληνικού τουριστικού προϊόντος και τέλος να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε νέες υποδομές.
Αναλυτικά, ο ΣΕΒ αναφέρει τα εξής:
“Ο τουρισμός (ξενοδοχεία/εστιατόρια) αρχίζει να ανακάμπτει, από το 2012 και μετά, με την σταδιακή σταθεροποίηση της χώρας και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, την προσέλκυση ταξιδιωτών από νέες αγορές, καθώς και την σημαντική αύξηση των αεροπορικών συνδέσεων και την ολοκλήρωση σημαντικών ξενοδοχειακών επενδύσεων. Στην ανάκαμψη αυτή συμβάλει αναμφισβήτητα και η έκρηξη στις αφίξεις ταξιδιωτών λόγω εξωγενών γεωπολιτικών παραγόντων, που μπορεί να έχουν αβέβαιη διάρκεια και ένταση.
Παρόλα αυτά, ο κύκλος εργασιών στον κλάδο εξακολουθεί σε όρους όγκου να επιδεικνύει υποτονικούς ρυθμούς επέκτασης. Βρίσκεται, επίσης, σε χαμηλότερα επίπεδα από εκείνα που επικρατούσαν πριν την κρίση, αν και σε υψηλότερα σχετικά επίπεδα από εκείνα που επικρατούν σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Επίσης, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις (τουρισμός εξωτερικού) ανά διανυκτέρευση, παρά τη σταδιακή αύξηση τους από το 2011 μέχρι το 2015, και την συγκυριακή (ελπίζουμε) πτώση τους το 2016, εξακολουθούν σε πραγματικούς όρους να βρίσκονται σήμερα σε χαμηλότερα επίπεδα από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών των καταλυμάτων.
Η τελευταία, αν και σε κάποιο βαθμό οφείλεται στην αδυναμία της εσωτερικής τουριστικής ζήτησης, επηρεάζεται και από μια μετατόπιση των διεθνών τουριστικών ρευμάτων σε οικονομικότερες τουριστικές προτάσεις προς νοικοκυριά χαμηλότερου εισοδήματος. Η τάση αυτή συμπίπτει στην Ελλάδα και με μια καθήλωση των επενδύσεων στον κλάδο του τουρισμού που επηρεάζει αρνητικά όχι μόνο την ποιότητα των τουριστικών υποδομών, αλλά και τις τιμές των καταλυμάτων από την πλευρά της προσφοράς, όπως, με άλλα λόγια αλλά με την ίδια έμφαση, επισημαίνει και ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ κ. Ανδρέας Ανδρεάδης στο ετήσιο συνέδριο του 2016 του ΣΕΤΕ.
Καθώς ανεπαρκείς επενδύσεις οδηγούν σε τουριστικό προϊόν υποδεέστερης ποιότητας και κερδοφορίας, που οδηγεί ακολούθως σε μικρότερες επενδύσεις, κ.ο.κ., απαιτούνται ρηξικέλευθες λύσεις.
Πρώτον, με την επιστροφή στις αγορές και με την έξοδο από το Μνημόνιο, να εδραιωθεί η πολιτική και οικονομική σταθερότητα, που η απουσία της μέχρι σήμερα δεν επέτρεψε, λόγω οξυμένης αβεβαιότητας, να γίνουν επενδύσεις που να αξιοποιούν και τις τεράστιες εισροές ταξιδιωτών από το εξωτερικό και την φυγή προς τα εμπρός, δηλαδή προς την ποιότητα και τους ταξιδιώτες υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου και διαφοροποιημένης ζήτησης υπηρεσιών πέραν του καλοκαιρινού τουρισμού.
Δεύτερον, να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, όπως τονίζεται και στην ομιλία του Προέδρου του ΣΕΤΕ κ. Γιάννη Ρέτσου στην Γενική Συνέλευση του 2017, που, πέραν των τάσεων συμπίεσης των τιμών των καταλυμάτων όπως διαμορφώνονται διεθνώς, έχει να αντιμετωπίσει και τιμωρητικούς φορολογικούς συντελεστές μετά την αύξηση του ΦΠΑ στα καταλύματα στο 13% (από 6,5% προηγουμένως) και την εστίαση και τις μεταφορές επιβατών σε 24% (από 13% προηγουμένως).
Και, τρίτον, να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε νέες υποδομές ώστε να γίνουν και με την συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, και έτσι, να αποκτήσει ο ελληνικός τουρισμός διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική λόγω εξειδικευμένου προϊόντος υψηλών ποιοτικών χαρακτηριστικών. Και προς αυτή την κατεύθυνση είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η γενικότερη οριζόντια πολιτική διευκόλυνσης των ιδιωτικών επενδύσεων (αδειοδότηση, χωροταξικό, ευέλικτη αγορά εργασίας, κ.ο.κ.), όχι μόνο στις ξενοδοχειακές/μεταφορικές υποδομές (golf, μαρίνες, υδατοδρόμια, λιμάνια, σιδηρόδρομοι κλπ), αλλά και τις μουσειακές υποδομές μέσω συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (θεματικά μουσεία Δημοκρατίας, Τεχνολογίας, Μεταποίησης, Εμπορίου κ.ά., εικονική εμπειρία επισκεπτών μέσω τεχνολογικών μέσων σε αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία κλπ., αξιοποίηση ξεναγών, παραχωρησιούχων και αρχαιοφυλάκων σε ένα πλαίσιο καλύτερης εξυπηρέτησης της πελατείας και όχι προσοδοθηρικής εκμετάλλευσης, κ.ο.κ.).
Εμπρός, λοιπόν, για να σπάσει ο φαύλος κύκλος της μιζέριας στη χώρα που έχει όλα τα προσόντα για να μεγαλουργήσει. Τα μηνύματα από το μέτωπο του τουρισμού είναι καλά. Οι μεγάλες προκλήσεις που συνδέονται με τη γιγάντωση του τουριστικού ρεύματος δεν μπορούν να αγνοηθούν.