της Εύας Οικονομάκη

Οι προβλέψεις για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού το 2024, η φορολόγηση του κλάδου, η έλλειψη εργαζομένων, οι υποδομές και ο υπερτουρισμός απασχόλησαν, μεταξύ άλλων, την 32η Τακτική Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ).

«Το 2024 θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι στην βάση των στοιχείων των πρώτων 5 μηνών είναι μια χρονιά που επιτρέπει συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία των αφίξεων και των εσόδων για τον τουρισμό μας», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Παράσχης.

Εστίασε, δε, για μία ακόμη φορά στις πέντε κεντρικές προτεραιότητες του ΣΕΤΕ, με ορίζοντα το 2030: Τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, το ζήτημα των υποδομών, τη διαχείριση των προορισμών, την αγορά εργασίας και τη βιωσιμότητα.

Αναφερόμενος στα θέματα ανταγωνιστικότητας και στην πρόταση για αύξηση του τέλους παρεπιδημούντων, ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ τόνισε πως: «Πέραν του τέλους για την ανθεκτικότητα στην κλιματική κρίση -για το οποίο οι θέσεις μας είναι γνωστές- πρόσφατα ξεκίνησαν συζητήσεις από εκπροσώπους τοπικής αυτοδιοίκησης για αύξηση του τέλους παρεπιδημούντων ή άλλων επιβαρύνσεων επί του τζίρου των ξενοδοχείων, με τη δικαιολογία της επιβάρυνσης των προορισμών από τον τουρισμό». Είναι προφανές ότι για την αδυναμία των υποδομών και την έλλειψη ουσιαστικής διαχείρισης των προορισμών είναι εκτός λογικής να επιβαρυνθεί και πάλι μία και μόνο οικονομική δραστηριότητα, της οποίας μάλιστα τα οφέλη διαχέονται σε όλη την οικονομία και κοινωνία. Η θέση μας είναι ότι φόροι και τέλη από τον τουρισμό πρέπει να κατευθύνονται σε δράσεις που έχουν σχέση με το τουρισμό για την βελτίωση της λειτουργίας και της ζωής κατοίκων και επισκεπτών των περιοχών από τις οποίες εισπράττονται».

Μιλώντας για τις υποδομές, ο Γ. Παράσχης ανέδειξε την απουσία μεγάλου συνεδριακού κέντρου στη χώρα, λέγοντας: «Θα σταθώ εδώ ενδεικτικά στο έλλειμα συνεδριακής υποδομής στην Αθήνα, αλλά και την ανάγκη αναβάθμισης σχετικής υποδομής στη Θεσσαλονίκη. Ένα έλλειμμα που οδηγεί σε απώλειες θέσεων εργασίας και εσόδων, που καθιστά δυσχερή έως αδύνατη την προσέλκυση μεγάλων συνεδρίων και δεν επιτρέπει την άμβλυνση του φαινομένου της εποχικότητας».

Επενδύσεις

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου είπε, μεταξύ άλλων, πως «την περίοδο 2019-2023 ο εισερχόμενος τουρισμός σε όρους αφίξεων με 36.1 εκατ. κατάγραψε αύξηση κατά +6,1% σε σχέση με τα 34 εκατ. του 2019. Τα έσοδα αυξήθηκαν κατά +13,3% από 18,2 δισ. ευρώ το 2019 σε 20,6 δισ. το 2023. Οι επενδύσεις ύψους 5,1 δισ. ευρώ είναι σχεδόν διπλάσιες σε σχέση με το 2019 (2,7 δισ. ευρώ). Η άμεση επίπτωση του κλάδου στην ελληνική οικονομία το 2023 ήταν -σε τρέχουσες τιμές- 28,5 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 13,0% του εγχώριου ΑΕΠ. Αν συνυπολογίσουμε σε αυτό και την έμμεση συνεισφορά του κλάδου μέσω πολλαπλασιαστών, τότε το ποσοστό αυτό φτάνει στο 30% του ΑΕΠ».

Αναφερόμενος στις επενδύσεις και στην ποιοτική αναβάθμιση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος ο Φωκίων Καραβίας, διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, τόνισε: «Έχουμε ποιοτική αναβάθμιση του τουρισμού μας καθώς τα 4-5 αστέρων ξενοδοχεία ξεπερνούν το 25% του συνόλου χάρη στις σοβαρές επενδύσεις τα τελευταία χρόνια, στα ξένα brands που έρχονται στη χώρα μας και στο πρώτο ελληνικό brand που έχει επεκτείνει τις δραστηριότητές του στο εξωτερικό».

Η αγορά εργασίας

Ως προς τον τέταρτο πυλώνα των προτεραιοτήτων του Συνδέσμου, την αγορά εργασίας, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ είπε: «Βρισκόμαστε σε διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία αναφορικά με τις απαραίτητες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας, στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την άμβλυνση της εποχικότητας, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης και συνεχούς βελτίωσης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, με βελτίωση της αποτελεσματικότητας του θεσμοθετημένου πλαισίου των μετακλήσεων, ώστε να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις στον χώρο της εργασίας και στις διεθνείς τάσεις που διαμορφώθηκαν μετά την πανδημία».

Σχετικά με τις μετακλήσεις, ο εντεταλμένος σύμβουλος του ΣΕΤΕ, Αλέξανδρος Θάνος τόνισε: «Η σημαντικότερη επένδυση που πρέπει να γίνει αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, με έμφαση στην εκπαίδευση. Παρά τις αυξήσεις στους μισθούς, παραμένει δομική πρόκληση η εύρεση εργαζομένων. Οι μετακλήσεις των εργαζομένων στον τουρισμό μπήκαν το 2023. Πρακτικά οι γραφειοκρατικές διαδικασίες είναι μη λειτουργικές ώστε να επιτευχθεί ο σκοπός. Εχουμε κάνει πολλές διαβουλεύσεις με μέλη και υπουργεία για να γίνουν καινοτόμες παρεμβάσεις. Και με το ΙΝΣΕΤΕ βρισκόμαστε σε συνεχή διαδικασία για να δοθούν κίνητρα επιδότησης εργασίας και προγράμματα προσέλκυσης κατάρτισης και βελτίωσης δεξιοτήτων».

Από την πλευρά του ο Ευτύχιος Βασιλάκης, πρόεδρος της AEGEAN είπε: «Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι παραμένει το βασικό ζήτημα προς το παρόν δεν είναι η ζήτηση. Η ζήτηση κρατάει καλά. Άρα μένει να γίνουν δύο πράγματα άμεσα. Το ένα είναι η εξέλιξη και η εκπαίδευση του προσωπικού μαζί με την ανεύρεση. Πρέπει να το δούμε πιο συνολικά γιατί μόνο με την αύξηση της εξειδίκευσης και της ενίσχυσης των δυνατοτήτων μπορεί να έρθει η ουσιαστική παραγωγικότητα, άρα και η δυνατότητα να πληρώσουμε περισσότερα και να καλύψουμε με αποτελεσματικό τρόπο αυτό το έλλειμα που φαίνεται ότι δημιουργείται όχι μόνο στον τουρισμό σε όλη την κοινωνία».

O υπερτουρισμός

Αναφερόμενος στις συζητήσεις περί υπερτουρισμό, ο επικεφαλής της Eurobank, Φ. Καραβίας, επισήμανε: «Προσωπική μου άποψη είναι ότι ενδεχομένως με εξαίρεση 2-3 προορισμών δεν υπάρχει υπερτουρισμός στην Ελλάδα και να το αναγάγουμε σε ένα καθολικό πρόβλημα. Είναι ανακριβές και ενδεχομένως είναι αυτοκαταστροφικό. Βεβαίως υπάρχουν ζητήματα, υπάρχουν θέματα υποδομών. Χρειαζόμαστε σοβαρές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα άφθονα κοινοτικά κονδύλια και να υποστηρίξουμε κι εμείς με τεχνογνωσία στις χρηματοδοτήσεις και με κεφάλαια. μπορούμε να αφήσουμε τη μιζέρια στην άκρη και να αφήσουμε τους πρωτοπόρους να οδηγήσουν τον τουρισμό στον επόμενο κύκλο, της βιωσιμότητας με σεβασμό στην τοπική κοινωνία και ευαισθησία και στο περιβάλλον και με τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν και το τραπεζικό σύστημα είναι πρόθυμο να χρηματοδοτήσει και για μεγάλες και μικρότερες επιχειρήσεις».

Προτεραιότητες

«Αγωνιούμε γιατί το 2024 θα είναι μία χρονιά κατά την οποία θα ενταθούν όλες οι συζητήσεις και όλα τα ερωτήματα. Δεν θέλουμε να παίρνουμε τίποτα ως δεδομένο. Μέσα στις αγωνίες μας είναι λέξεις όπως βιώσιμη ανάπτυξη, ψηφιακός μετασχηματισμός να μη θεωρηθούν ήδη ξεπερασμένες. Πρέπει να είμαστε στην πρώτη γραμμή και του προβληματισμού και της επικοινωνίας», είπε από την πλευρά του ο Γιώργος Βερνίκος, πρόεδρος του Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ.

Για τη στρατηγική που θα ακολουθήσει η Marketing Greece μίλησε η Ιωάννα Δρέττα, πρόεδρος της MG. «Όραμά μας; Ξεκάθαρα η στόχευση παραμένει σταθερή. Πρώτον η επανατοποθέτηση τουριστικού προϊόντος με την ενσωμάτωση των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης. Δεύτερον η οργανική διασύνδεση του τουρισμού και του πολιτισμού. Προτείνεται σε αυτό το πλαίσιο η ίδρυση νέας θυγατρικής της MG προκειμένου να συνομιλεί με όλους τους φορείς του πολιτισμού και να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που προκύπτουν».

Στις νέες τεχνολογίες και συγκεκριμένα στην τεχνητή νοημοσύνη εστίασε ο Chief Commercial Officer Business Segment OTE Group, Γρηγόρης Χριστόπουλος. «Εχουμε μπροστά μας μια εξαιρετική τουριστική περίοδο με προκλήσεις. Παρ’ όλα αυτά μια πολύ καλή τουριστική χρονιά ακόμη. Η χώρα μας είναι στην 21η θέση στον διεθνή τουριστικό χάρτη στον δείκτη ανάπτυξης ταξιδιών και τουρισμού του 2024. κερδίσαμε 5 θέσεις από το 2019. Με τα δυνατά μας σημεία να είναι η υγεία/υγιεινή, τουριστικές υπηρεσίες, υποδομές, τεχνολογίες πληροφορικής, υποδομές στις αερομεταφορές και προτεραιότητα που δίνουμε στον τουρισμό».

«Το ισχυρότερο πλεονέκτημά μας είναι η ταυτότητά μας. Αν χάσουμε την ταυτότητά μας, το τουριστικό προϊόν θα γίνει ένα απλό commodity όπως και όλα τα υπόλοιπα», είπε ο Ηλίας Κικίλιας, Γενικός Διευθυντής ΙΝΣΕΤΕ, ενώ στους τρεις πυλώνες στρατηγικής ανάπτυξης της Marketing Greece, τη βιωσιμότητα, τον πολιτισμό και την καινοτομία, αναφέρθηκε ο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας, Νίκος Διαμαντόπουλος.