της Εύας Οικονομάκη
Σε αχαρτογράφητα ύδατα εξακολουθεί να κινείται ο ελληνικός τουρισμός, σύμφωνα με τον Γιάννη Ρέτσο, πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), καθώς εκτός από την πανδημία του κορωνοϊού, καλείται να διαχειριστεί και τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, που έχουν πυροδοτήσει ακόμη περισσότερο τον πληθωρισμό και κατά συνέπεια την ακρίβεια.
«Πάγωμα» των κρατήσεων
Όπως τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, λόγω της εικόνας που διαμορφώνεται αφενός εξαιτίας της πανδημίας και αφετέρου εξαιτίας της σύρραξης στην Ουκρανία, δεν είναι δυνατόν να γίνουν προβλέψεις για την πορεία του τουρισμού, ωστόσο, το «πάγωμα» των κρατήσεων που καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες λόγω του πολέμου, δεν καθίσταται ικανό για να ανατρέψει τη δυναμική του ελληνικού τουρισμού για το 2022.
Μάλιστα, επεσήμανε πως η επιθυμία για διακοπές είναι τόσο ισχυρή που αν οι εχθροπραξίες σταματήσουν μέσα στο προσεχές διάστημα θα υπάρξει έντονη επαναφορά των προκρατήσεων ακόμη και σε επίπεδα καλύτερα από πριν. «Αν οι εχθροπραξίες σταματήσουν το επόμενο διάστημα, τότε πιστεύω ότι θα δούμε μια έντονη επαναφορά των κρατήσεων», είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ. Τόνισε, δε, ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν καταγραφεί ακυρώσεις και ότι και το 2022 θα είναι μια χρονιά που εν πολλοίς θα στηριχθεί στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής, τάση που ούτως ή άλλως, εξαιτίας της πανδημίας, θα συνεχιζόταν και φέτος ενδεχομένως όχι με την ίδια δυναμική.
Οι επιπτώσεις του πολέμου
Ο Γ. Ρέτσος εστίασε κατά κύριο λόγο στις επιπτώσεις που θα έχει ο πόλεμος στην αγοραστική δύναμη των ταξιδιωτών, και κυρίως των Ευρωπαίων που αποτελούν τη μεγαλύτερη δεξαμενή για τον ελληνικό τουρισμό, και επεσήμανε πως η όποια αρνητική επίδραση θα φανεί το 2023, καθώς φέτος η όρεξη για διακοπές μπορεί να υπερτερήσει της ακρίβειας και του πληθωρισμού. «Αυτή η εικόνα κάνει πολύ δύσκολες τις προβλέψεις. Στο καλό σενάριο μπορεί να πλησιάζαμε πάρα πολύ τα μεγέθη του 2019. Τώρα κανείς δεν μπορεί να το πει αυτό με βεβαιότητα και κανείς δεν μπορεί να πει ότι είναι ένας χρόνος που έχει ολοκληρωτικά χαθεί. Στον τουρισμό έχουμε αποδείξει, μετά από 9 χρόνια δημοσιονομικής κρίσης και 2 χρόνια πανδημίας, ότι ο ελληνικός τουρισμός μπορεί να προσαρμόζεται σε δεδομένα και είναι ανθεκτικός και έχει τον τρόπο να αντιμετωπίζει προβλήματα και να βγαίνει νικητής», επεσήμανε χαρακτηριστικά.
Βέβαια, όπως υπογράμμισε, ακόμη κι αν επικρατήσει τελικά το θετικό σενάριο για τον ελληνικό τουρισμό, θα πρέπει να διαχωριστούν τα έσοδα που θα καταγραφούν σε εθνικό επίπεδο και οι εισπράξεις των τουριστικών επιχειρήσεων, οι οποίες επιχειρούν μετά από δύο χρόνια πανδημίας. «Πρέπει να διαχωρίσουμε το σύνολο του τουριστικού εισοδήματος από την αποτελεσματικότητα των τουριστικών επιχειρήσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά. Όπως είπε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, ο πληθωρισμός και η ενδεχόμενη άνοδος των επιτοκίων θα επηρεάσουν τις δανειακές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε ένα περιβάλλον με αύξηση κατά 8% του κατώτατου μισθού για το 2022 και αυξημένο ενεργειακό κόστος.
Αναφερόμενος στην τιμολογιακή πολιτική που θα πρέπει να ακολουθήσουν οι τουριστικές επιχειρήσεις, ο Γ. Ρέτσος τόνισε ότι τα ξενοδοχεία θα πρέπει να αξιοποιήσουν το θετικό για τον ελληνικό τουρισμό momentum, στοχεύοντας για το 2023 σε μεγάλες αυξήσεις τιμών, ώστε να απορροφηθεί ένα μέρος του αυξημένου λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων.
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις
Αναφερόμενος στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ τόνισε ότι η συγκεκριμένη αγορά δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στον ευρύτερο ανταγωνισμό και εξακολουθεί να διέπεται από «γκρίζες» ζώνες. Ο Γ. Ρέτσος επεσήμανε ότι όσοι δραστηριοποιούνται στην εν λόγω αγορά δεν καταβάλλουν, όπως οι ξενοδόχοι, ΦΠΑ και φόρο διαμονής και δεν απασχολούν προσωπικό (ακόμη κι αν αυτό είναι ασφαλισμένο) με βάση τους όρους που προβλέπονται στην Κλαδική Σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων. «Μιλάμε για πλήρη διαστρέβλωση του ανταγωνισμού. Επενδύσεις που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό δεν είναι καλοδεχούμενες», είπε, αναδεικνύοντας την ανάγκη ελέγχου από την πλευρά του κράτους.
Ο Γ. Ρέτσος εστίασε και στην έλλειψη εργαζομένων, λέγοντας πως το σχετικό ποσοστό το 2021 ανήλθε σε 23% μόνο για τα ξενοδοχεία, με βάση έρευνα που εκπόνησε το Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ, αξιοποιώντας στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων.
Ο στόχος για το 2030
Τονίζοντας, μάλιστα, την ανάγκη ύπαρξης και υλοποίησης μακρόπνοου στρατηγικού σχεδιασμού για τον ελληνικό τουριστικό τομέα, με έμφαση στις συνέργειες και τη συνεργασία με τις Περιφέρειες, ο Πρόεδρος του ΣΕΤΕ ανήγγειλε την παρουσίαση του Εθνικού Σχεδίου 2030 για τον Τουρισμό, στο πλαίσιο του Delphi Economic Forum VIII, το Σάββατο, 9 Απριλίου 2022, δηλώνοντας ότι «Το Εθνικό Σχέδιο 2030 μάς ανοίγει τον δρόμο για την επόμενη μέρα του ελληνικού τουρισμού».
Το Εθνικό Σχέδιο 2030 για τον Τουρισμό προβλέπει έσοδα 27 δισ. ευρώ και 30 εκατ. επισκέψεις.