του Χάρη Ντιγριντάκη
Σε φάση αποδρομής τόσο από την κερδοφορία τους όσο ακόμη και από την ίδια τους τη βιωσιμότητα, βρίσκονται οι πάλαι ποτέ ΔΕΚΟ που συνθέτουν το παζλ των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας της πολιτείας.
Αυτό που άρρηκτα τις χαρακτηρίζει σήμερα είναι ένα μωσαϊκό ζημιών και απομειώσεων κερδών, ενώ το με μέλλον τους καθίσταται ζοφερό για την επόμενη ημέρα.
Αν κάποιος ανατρέξει στα αποτελέσματα της χρήσης του 2014 διαπιστώνει ότι ο κατήφορος είναι συνεχής με έμπλεους ευθυνών τη σημερινή κυβέρνηση η οποία επιδιώκει τη δημοσιονομική προσαρμογή της ελληνικής οικονομίας μέσω επαύξησης της φορολογίας και όχι της συρρίκνωσης των δημοσίων δαπανών (μάλιστα στο πρώτο τρίμηνο του έτους εμφανίζονται αυξημένες ).
Η συμπόρευση με το κίνημα «Δεν πληρώνω», το φιάσκο με τις μπάρες και η ολιγωρία στην εφαρμογή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου έφεραν τις συγκοινωνίες σε προβληματική κατάσταση.
Στο κόκκινο έχει οδηγήσει τα αστικά λεωφορεία, το τραμ και το μετρό η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ., με την κυβέρνηση να την εμφανίζει ως success story, ενώ η πραγματικότητα τον διαψεύδει κατηγορηματικά.
Δυστυχώς, σημαντικές είναι και οι απώλειες που καταγράφει η μετοχή της άλλοτε κραταιάς ΔΕΗ, καθώς αυτές αγγίζουν το 1,9 δισ. ευρώ την τελευταία 4ετία, ενώ η ζοφερή εικόνα της επιχείρησης βαίνει διογκούμενη, αφού οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς αυτήν, υπερβαίνουν τα 2,7 δις ευρώ.
Την ίδια ώρα τα ΕΛΤΑ δεν μπόρεσαν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος από την απελευθέρωση της αγοράς και κυρίως να αναζητήσουν άλλες πηγές εσόδων πέραν των ταχυδρομικών υπηρεσιών, τα δε αποτελέσματα από την ενέργεια δεν έχουν προκαλέσει ανάσχεση του αρνητικού κλίματος.
Και τούτο διότι η μη απόδοση του κόστους (50 εκατ. ευρώ ετησίως τα τελευταία τρία χρόνια) από το κράτος για την παροχή της καθολικής υπηρεσίας που υποχρεώνεται η εταιρεία, καθιστά δύσκολη ακόμη και την καταβολή της μισθοδοσίας.
Το μπαλάκι ευθυνών για την κατάσταση την οποία βρίσκεται σήμερα η ΔΕΗ πετά προς πάσα κατεύθυνση η κυβέρνηση, σε μια προσπάθεια να αποποιηθεί των δικών της λανθασμένων χειρισμών.
Η άλλοτε νούμερο ένα δημόσια Επιχείρηση μετρά την τελευταία τριετία σημαντικές απώλειες, αφού οι πιέσεις των δανειστών σε συνδυασμό με τις οικονομικές τρύπες που ολοένα και μεγαλώνουν, δημιουργούν ερωτήματα ακόμα και για την βιωσιμότητα της.
Το κώδωνα του κινδύνου είχαν χτυπήσει από νωρίς τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ενώ όπως υποστηρίζουν, αν το σχέδιο της συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ για την «μικρή ΔΕΗ» είχε εφαρμοστεί το 2014, η επιχείρηση θα είχε βγει από την μαύρη τρύπα.
Πόσο όμως έχουν στοιχήσει οι ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στη ΔΕΗ;
-1 – 1,2 δισ. ευρώ έχει κοστίσει η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών
-300 – 500 εκατ. ευρώ κόστισε η επιλογή της κυβέρνησης για την πώληση του ΑΔΜΗΕ, με αξία 1,2 δις. ευρώ από την οποία τελικά η ΔΕΗ εισέπραξε 620 εκατ. ευρώ, ενώ θα πληρώσει 300 εκατ. σε φόρους
– 1,5 – 2 δισ. ευρώ κόστισε η ακύρωση της πώλησης της «μικρής ΔΕΗ»
– 325 εκατ. ευρώ κόστισε η χρέωση προμηθευτή το 2017
– 92 εκατ. ευρώ κόστισαν οι δημοπρασίες ΝΟΜΕ
Δυστυχώς, σημαντικές είναι και οι απώλειες που καταγράφει η μετοχή της ΔΕΗ, καθώς φτάνουν το 1,9 δισ. ευρώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Παρόμοιο σκηνικό επικρατεί και στις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την Επιχείρηση, οι οποίες παραμένουν σταθερά υψηλές, ξεπερνώντας μάλιστα τα 2,7 δις ευρώ.
Στα τέλη Μαρτίου ξεκίνησαν οι δικηγορικές εταιρείες να «ενοχλούν» τους κακοπληρωτές, προκειμένου να ανακτήσει η ΔΕΗ μέρος των χρημάτων που δικαιούται.
Χαρακτηριστικό των μειωμένων αντανακλαστικών της Επιχείρησης, είναι και η αργοπορία της να δώσει άμεση λύση στο ζήτημα που έχει προκύψει με τα ΕΛΤΑ.
Μόλις την περασμένη Πέμπτη υπογράφηκε η απόφαση από το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής με την οποία αναμένεται να κάνει στα ΕΛΤΑ ένεση ρευστότητας, 22,5 εκατ. ευρώ, για να τα διαθέσουν με τη σειρά τους στα παρακρατηθέντα της ΔΕΗ.
Όπως έκανε γνωστό ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης το ποσό που δεν έχει αποδοθεί στην ΔΕΗ φτάνει τα 50 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως το αλαλούμ δημιουργήθηκε όταν τα ΕΛΤΑ αποφάσισαν να παρακρατούν αυτοβούλως τα χρήματα όσων πολιτών πλήρωναν τους λογαριασμούς ρεύματος στα καταστήματα τους.
Όλα τα παραπάνω, τα είχε επισημάνει από πολύ νωρίς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Σύμφωνα μάλιστα με τον τομεάρχη Περιβάλλοντος και Ενέργειας της ΝΔ Κώστα Σκρέκα, η ΔΕΗ μετά τις καταστροφικές επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, από αναπτυξιακός πυλώνας μετατράπηκε σε
συστημική απειλή για την ελληνική οικονομία.
Όπως εξήγησε ο κ. Σκρέκας, υπήρξε ραγδαία επιδείνωση της λειτουργικής κερδοφορίας, διευκρινίζοντας ότι το λειτουργικό περιθώριο κέρδους (προ φόρων, αποσβέσεων, προβλέψεων επισφαλειών και προ ΥΚΩ) από 1.453 εκ. ευρώ το 2014 έφτασε στα 550 εκ. ευρώ το 2017, ενώ η McKinsey για το 2022 προβλέπει μόλις 330 εκ. ευρώ, ποσό το οποίο, αν διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδα οι δαπάνες, δεν επαρκεί ούτε για το ⅓ του μισθοδοτικού κόστους.
Συνολικά ο κ. Σκρέκας αποτίμησε ότι η ζημιά της κυβέρνησης στη ΔΕΗ είναι μετρήσιμη και φτάνει τα 4,1 δισ. ευρώ.
Κενά όμως βλέπει και στο πρόσφατο νόμο για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων η ΝΔ. Όπως έκανε γνωστό το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ζητώντας παράλληλα να έρθει στην βουλή η έκθεση της McKinsey, πρέπει να διαπιστωθεί αν πράγματι περιλαμβάνει εκτίμηση για πιθανά έσοδα από την πώληση των εργοστασίων που περιορίζονται στα 100 εκατ. ευρώ.
Η ΝΔ εκτιμά ότι μέσω του νόμου και την πρόβλεψη που δίνει δυνατότητα πρόσληψης από την Επιχείρηση δεύτερου ανεξάρτητου εκτιμητή μετά το πέρας της διαδικασίας, ανοίγει παράθυρο ώστε να γίνουν αποδεκτές προσφορές που ενδεχομένως να βρίσκονται εκτός του εύρους της πρώτης αποτίμησης.
Μόλις την περασμένη Πέμπτη υπογράφηκε η απόφαση από το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής με την οποία αναμένεται να κάνει στα ΕΛΤΑ ένεση ρευστότητας, 22,5 εκατ. ευρώ, για να τα διαθέσουν με τη σειρά τους στα παρακρατηθέντα της ΔΕΗ.
Όπως έκανε γνωστό ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης το ποσό που δεν έχει αποδοθεί στην ΔΕΗ φτάνει τα 50 εκατ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται πως το αλαλούμ δημιουργήθηκε όταν τα ΕΛΤΑ αποφάσισαν να παρακρατούν αυτοβούλως τα χρήματα όσων πολιτών πλήρωναν τους λογαριασμούς ρεύματος στα καταστήματα τους.
Όλα τα παραπάνω, τα είχε επισημάνει από πολύ νωρίς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Σύμφωνα μάλιστα με τον τομεάρχη Περιβάλλοντος και Ενέργειας της ΝΔ Κώστα Σκρέκα, η ΔΕΗ μετά τις καταστροφικές επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, από αναπτυξιακός πυλώνας μετατράπηκε σε
συστημική απειλή για την ελληνική οικονομία.
Όπως εξήγησε ο κ. Σκρέκας, υπήρξε ραγδαία επιδείνωση της λειτουργικής κερδοφορίας, διευκρινίζοντας ότι το λειτουργικό περιθώριο κέρδους (προ φόρων, αποσβέσεων, προβλέψεων επισφαλειών και προ ΥΚΩ) από 1.453 εκ. ευρώ το 2014 έφτασε στα 550 εκ. ευρώ το 2017, ενώ η McKinsey για το 2022 προβλέπει μόλις 330 εκ. ευρώ, ποσό το οποίο, αν διατηρηθούν στα σημερινά
επίπεδα οι δαπάνες, δεν επαρκεί ούτε για το ⅓ του μισθοδοτικού κόστους.
Συνολικά ο κ. Σκρέκας αποτίμησε ότι η ζημιά της κυβέρνησης στη ΔΕΗ είναι μετρήσιμη και φτάνει τα 4,1 δισ. ευρώ.
Κενά όμως βλέπει και στο πρόσφατο νόμο για την πώληση των λιγνιτικών μονάδων η ΝΔ. Όπως έκανε γνωστό το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ζητώντας παράλληλα να έρθει στην βουλή η έκθεση της McKinsey, πρέπει να διαπιστωθεί αν πράγματι περιλαμβάνει εκτίμηση για πιθανά έσοδα από την πώληση των εργοστασίων που περιορίζονται στα 100 εκατ. ευρώ.
Η ΝΔ εκτιμά ότι μέσω του νόμου και την πρόβλεψη που δίνει δυνατότητα πρόσληψης από την Επιχείρηση δεύτερου ανεξάρτητου εκτιμητή μετά το πέρας της διαδικασίας, ανοίγει παράθυρο ώστε να γίνουν αποδεκτές προσφορές που ενδεχομένως να βρίσκονται εκτός του εύρους της πρώτης αποτίμησης.
Περίπτωση της παρακράτησης και μη απόδοσης των 67 εκατ. ευρώ για τους λογαριασμούς της ΔΕΗ.
Ουσιαστικά τα χρήματα αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως κεφαλαίο κίνησης προκειμένου να πληρωθούν οι μισθοί των 6.400 εργαζομένων των ΕΛΤΑ και άλλες υποχρεώσεις τους.
Οι ίδιες πηγές τονίζουν ότι το πόσο αυτό αφορά διάστημα 8 με 10 μηνών. Ιδιαίτερο ανησυχητική είναι και η κατάσταση που παρουσιάζει για τα ΕΛΤΑ και η διοίκηση του Υπερταμείου.
Μέσο από το στρατηγικό σχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα τον περασμένο μήνα προκύπτει ότι για το 2016 (οικονομικά αποτελέσματα του 2017 δεν έχουν δημοσιευτεί) ότι ο κύκλος εργασιών της εταιρείας βαίνει διαρκώς μειούμενος. Το 2016 έπεσε στα 311,8 εκατ. ευρώ από 337 εκατ. ευρώ το 2015 και από 370 εκατ. ευρώ το 2014.
ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ
Εικόνα διάλυσης στα μέσα μαζικής μεταφοράς διαπιστώνει η έκθεση της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας (Υπερταμείο), η κακοδιαχείριση και άλλα δεινά έφεραν μέσα σε
πολύ σύντομο χρονικό διάστημα -μία τριετία, δηλαδή- τις συγκοινωνίες σε κατάσταση βαθιά προβληματική, με το μέλλον τους να προδιαγράφεται αβέβαιο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δωρεάν μετακινήσεις του Ιουλίου του 2015, που
κόστισαν στους φορολογούμενους σχεδόν 10 εκατ. ευρώ.
Η έκθεση του Υπερταμείου αποτελεί κόλαφος για τις διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευσης και τις άστοχες πολιτικές του ως κυβέρνησης.
Ο ΟΑΣΑ, λοιπόν, με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε το «Υπερταμείο», το 2014 είχε κύκλο εργασιών 247,6 εκατομμύρια ευρώ, το 2015 έπεσε στα 201,5 και το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα, στα 182,5.
Παράλληλα, όπως σημειώνει στη συνέχεια, το 2014 η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ προχώρησε στη «μείωση τιμής απλού ενιαίου εισιτηρίου κατά 14% και μηνιαίας κάρτας κατά 33%», ενώ το 2016 η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. αποφάσισε την «αύξηση τιμής απλού ενιαίου εισιτηρίου κατά 14%, ενώ οι τιμές των καρτών παρέμειναν σταθερές».
Στη ΣΤΑΣΥ, μία από τις δύο εταιρείες του ομίλου ΟΑΣΑ, περιλαμβάνονται ο Ηλεκτρικός Σιδηρόδρομος Αθηνών-Πειραιώς (ΗΣΑΠ), η Αττικό Μετρό και η ΤΡΑΜ Α.Ε.
Η εταιρεία το 2014 είχε κύκλο εργασιών 129,7 εκατομμύρια ευρώ, το 2015 έπεσε στα 103,8 και το 2016 έπεσε ακόμα χαμηλότερα στα 94,8.
Για το 2017 η εικόνα φαίνεται προς ώρας θολή αφού δεν έχει κλείσει ακόμη λογιστικά η χρήση. Σημειώνεται ότι πάνω από το 73% των προβλεπόμενων εσόδων, δηλαδή 82 εκατ. ευρώ, της εταιρείας σύμφωνα με τον προϋπολογισμό προορίζεται για τη μισθοδοσία της εταιρείας.
Τέλος σύμφωνα με το υπερταμείο η ΟΣΥ, η έτερη εταιρεία του ομίλου ΟΑΣΑ, που προέκυψε από τη συγχώνευση της ΕΘΕΛ Α.Ε. (τα μπλε λεωφορεία) με τα ΗΛΠΑΠ Α.Ε., το 2014 είχε κύκλο εργασιών 117,8 εκατ. ευρώ, το 2015 έπεσε στα 97,5 και το 2016 «προσγειώθηκε» στα 87,5.
Η ίδια η έκθεση απαριθμεί πολλά «αδύναμα σημεία», όπως τα ονομάζει, της εταιρείας: Μειούμενες
εισπράξεις από πωλήσεις εισιτηρίων, ισχυρή εξάρτηση από κρατικές επιδοτήσεις, προβλήματα ρευστότητας και βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, το 24% περίπου του προσωπικού είναι πάνω από 50 ετών, απουσία εξειδικευμένου προσωπικού σε συγκεκριμένους τομείς, έλλειψη πολιτικών επαγγελματικής εκμάθησης και ανέλιξης, σημαντικό ποσοστό των οχημάτων είναι υψηλής παλαιότητας κ.ά.