Κατά 10,7% έχουν αυξηθεί τα άτομα με περιουσία τουλάχιστον 1 εκατ. δολ. φτάνοντας τα 21,7 εκατ. παγκοσμίως στο τέλος του 2022, και μολονότι αντιπροσωπεύουν μόνον το 0,3% του πληθυσμού συνεισφέρουν με ποσοστό 70% στις δαπάνες για πολυτελή ταξίδια.

Σύμφωνα με την τελευταία Έκθεση Centi-Millionaire, εξάλλου, που αποτελεί μια συλλογική προσπάθεια μεταξύ της Henley & Partners και της New World Wealth, το 2023 καταγράφονται 28.420 άτομα με επενδυτικά περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 100 εκατ. δολαρίων, 12% περισσότεροι από το προηγούμενο έτος.

Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η ζήτηση για πολυτελή ξενοδοχεία έχει εκτοξευθεί στα ύψη, με το RevPAR γενικά να έχει καλύτερη απόδοση από όλες τις άλλες κατηγορίες και να ξεπερνά τα επίπεδα του 2019 σε πολλές αγορές.

Τα πολυτελή ξενοδοχεία έχουν φτάσει να αντιπροσωπεύουν το 24% της παγκόσμιας ρευστότητας των ξενοδοχείων μέχρι τον Αύγουστο του 2023, το υψηλότερο ποσοστό από το 2015.

Η αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα που παρατηρείται στον κλάδο δεν οφείλεται μόνο στην αύξηση των θεμελιωδών επιδόσεων, αλλά και στην αύξηση των αποδόσεων (cap rates).

Με ορισμένες εξαιρέσεις, τα πολυτελή ξενοδοχεία έχουν ιστορικά δημιουργήσει χαμηλότερα περιθώρια κέρδους και χαμηλότερες μακροπρόθεσμες αποδόσεις ακινήτων σε σχέση με τον ευρύτερο κλάδο των καταλυμάτων, πράγμα που συχνά απέτρεπε τις επενδύσεις από
REITs (Real Estate Investment Trusts) και άλλους θεσμικούς αγοραστές.

Αντίθετα, άτομα με υψηλό καθαρό πλούτο, ξένοι επενδυτές και οικογενειακά γραφεία αποτελούν τους βασικούς αγοραστές πολυτελών ξενοδοχείων.

Αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει καθώς τα REIT και τα ιδιωτικά κεφάλαια έχουν γίνει πολύ πιο κερδοφόρα παράλληλα με τις αυξανόμενες αποδόσεις. Αναμένετε ότι οι θεσμικές επενδύσεις για πολυτελή ξενοδοχεία θα επιταχυνθούν περαιτέρω, καθώς η αστάθεια της αγοράς χρέους συνεχίζεται και οι αποδόσεις πολυτελείας συνεχίζουν να κινούνται σε ιστορικά υψηλά.

Αμέσως μετά τον COVID, την άρση των περιορισμών και την άνοδο των διεθνών τξαξιδιών οι επενδυτές έχουν επικεντρωθεί στ πολυτελή ξενοδοχεία, τα οποία συχνά είναι οι μεγαλύτεροι ωφελούμενοι.

Από το 2012 έως το 2019, οι ξένες επενδύσεις στα πολυτελή ξενοδοχεία κυμαίνονταν κατά μέσο όρο στα 3,9 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Καθώς τα διεθνή ταξίδια επανέρχονται, αναμένεται να επιταχυνθούν και οι διασυνοριακές επενδύσεις, πράγμα που σημαίνει ότι η ρευστότητα των πολυτελών ξενοδοχείων θα αυξηθεί περαιτέρω.

Οι επενδυτές από τη Μέση Ανατολή αναμένεται ότι θα επενδύσουν σε όλη την Ευρώπη και σε ορισμένες αγορές των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως το Μαϊάμι και η Νέα Υόρκη.

Αναμένεται επίσης οι ασφαλείς πόλεις να παραμείνουν στο επίκεντρο τω επενδύσεων στον τομέα της πολυτελούς φιλοξενίας, με τους επενδυτές από την Ασία και τη Μέση Ανατολή να επικεντρώνονται πιθανώς σε αστικές αγορές στην Ευρώπη, όπως το Λονδίνο και το Παρίσι.

Όσον αφορά την περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού, επενδυτές από την Ευρώπη αναμένεται να στραφούν σε επενδύσεις κεφαλαίων τους σε χώρες όπως η Ιαπωνία, Σιγκαπούρη, Μελβούρνη και Σίδνεϊ.