Η τοποθέτηση της Ελλάδας ως top of mind προορισμό των ταξιδιωτών από όλο τον κόσμο, που προσφέρει αυθεντικές και μοναδικές εξατομικευμένες εμπειρίες, παρέχοντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες φιλοξενίας, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, αποτελεί τον πυρήνα της στρατηγικής για την εδραίωση της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη για τον τουρισμό.
Ενόψει μία ακόμα χρονιάς ρεκόρ, όπως αναμένεται, τόσο ως προς τις αφίξεις όσο και ως προς τα έσοδα, που επιβεβαιώνει τη δυναμική παρουσία της Ελλάδας μεταξύ των κορυφαίων τουριστικών αγορών, εγείρεται το ερώτημα σχετικά με τους τομείς που θα πρέπει να βελτιωθούν προκειμένου να διασφαλιστεί η επιτυχία μακροπρόθεσμα.
Σε ένα άκρως ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον, νέες τουριστικές δυνάμεις αναδύονται, ενώ ώριμοι προορισμοί στην ευρύτερη περιοχή μας επανακάμπτουν ταχύτατα.
Δεδομένου ότι ο τουρισμός είναι ένα προϊόν ευάλωτο στις γεωπολιτικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές συγκυρίες, η απάντηση στις προκλήσεις είναι η προσαρμογή στην προσφορά και τη ζήτηση και η εξωστρέφεια.
Ειδικότερα στις μεταβαλλόμενες προτιμήσεις και συνήθειες των ταξιδιωτών από αγορές-στόχους κοντινών και μακρινών αποστάσεων.
Συγκεκριμένα για τις αγορές, μακρινής απόστασης (long haul), τόσο παραδοσιακές όσο και αναδυόμενες, όπως οι ΗΠΑ οι Αραβικές χώρες και η Ιαπωνία, το στοίχημα είναι ακόμα μεγαλύτερο.
Η Ελλάδα ανέκαθεν ήταν δημοφιλής προορισμός των εύπορων πολιτών των αραβικών χωρών, οι οποίοι μάλιστα ξοδεύουν και αρκετά χρήματα.
Στο πλαίσιο αυτό η αύξηση των τουριστικών εισροών από τις αραβικές χώρες αποτελεί προτεραιότητα.
Η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου μέσω της ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών θεματικού τουρισμού, όπως ο ιαματικός, ο συνεδριακός, ο γαστρονομικός, ο αθλητικός, κ.ά, ώστε να καταστεί το τουριστικό μας προϊόν πιο ελκυστικό, βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα.
Η συνεργασία με τις αεροπορικές εταιρείες της περιοχής είναι εξαιρετικά σημαντική. Ειδικά τα τελευταία χρόνια έχουν καλλιεργηθεί συστηματικά οι επαφές και οι σχέσεις μας με όλες τις εταιρείες των χωρών του Gulf Cooperation Council.
Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζονται συνέργειες στον τουρισμό που εκτιμάται ότι φέρουν θετικό οικονομικό και αναπτυξιακό αποτύπωμα τόσο για την Ελλάδα όσο και για τον αραβικό κόσμο στα επόμενα χρόνια.
Την ίδια στιγμή η Ιαπωνία αποτελεί μία δυναμική αγορά εξερχόμενου τουρισμού που επιδεικνύει ιδιαίτερη αγάπη για την Ελλάδα. Με την ευκαιρία της ανακήρυξης του 2024 σε έτος Πολιτισμού και Τουρισμού Ελλάδας-Ιαπωνίας, μπορούν να υλοποιηθούν δράσεις που αξιοποιούν αυτή την ευκαιρία.
Πρόκειται για ταξιδιώτες με υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και αγοραστική δύναμη, ενώ ελκύονται από στοιχεία που η χώρα μας διαθέτει σε αφθονία: εμβληματικό φυσικό και πολιτιστικό πλούτο και ιδιαίτερη γαστρονομία.
Αξιοσημείωτος είναι ο αριθμός των Ιαπώνων που πραγματοποιούν εκπαιδευτικά ταξίδια, ένα ακόμα τμήμα της τουριστικής αγοράς στο οποίο η χώρα μας διαθέτει συγκριτικό πλεονέκτημα λόγω της μακραίωνης ιστορίας και των αρχαιολογικών μνημείων.
Εντούτοις, ο έντονος ανταγωνισμός από γειτονικές χώρες με ισχυρό brand name οι οποίες έχουν εγκαθιδρυθεί στη συνείδηση του Ιάπωνα τουρίστα (π.χ. Τουρκία, Κροατία), η έλλειψη απευθείας πτήσεων καθώς και ενός ολοκληρωμένου σχεδίου προώθησης της Ελλάδος στην Ιαπωνία, καθιστούν επιτακτικό τον σχεδιασμό ολοκληρωμένης στρατηγικής, ώστε να καθιερωθεί στην συνείδηση του Ιάπωνα πολίτη ως εξαιρετικός προορισμός, ο οποίος περιλαμβάνει πολλές μορφές εναλλακτικού τουρισμού.
Για την περιορισμένη επισκεψιμότητα των Ιαπώνων ταξιδιωτών οι λόγοι είναι, τόσο η έλλειψη απευθείας αεροπορικής σύνδεσης, όσο και προγραμμάτων προώθησης του τουριστικού προϊόντος της χώρας.
Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες η αγορά των ΗΠΑ, δείχνει ότι αποτελεί μια από τις πιο δυναμικά αναπτυσσόμενες πηγές ταξιδιωτών για την Ελλάδα, με τις αεροπορικές εταιρείες να έχουν ξεκινήσει φέτος τα δρομολόγιά τους νωρίτερα μέσα στην άνοιξη, με περισσότερες αριθμητικά πτήσεις και μεγαλύτερη συχνότητα προς την Αθήνα από περισσότερα αμερικανικά αεροδρόμια.
Νέα Υόρκη, Σικάγο, Ατλάντα, Βοστώνη, Ουάσιγκτον και Φιλαδέλφεια είναι οι πόλεις που συνδέονται φέτος με την ελληνική πρωτεύουσα, ενώ ως προς τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη συγκεκριμένη γραμμή, πέραν της Emirates με σύνδεση όλο το χρόνο, πετούν οι American Airlines, United, Delta και πλέον και η νορβηγική Norse.
Σε καθημερινή βάση πραγματοποιούνται 12 αναχωρήσεις προς την άλλη άκρη του Ατλαντικού από 5 αεροπορικές εταιρείες έναντι 4 πέρυσι.