Του Χάρη Ντιγριντάκη

Λίρα εκατό αποδεικνύεται η αγορά εξοχικών για Έλληνες επενδυτές καθώς και ιδιώτες. Και τούτο διότι αλυσιδωτές είναι οι επιπτώσεις που έχει πυροδοτήσει σε όλο το φάσμα της ελληνικής οικονομίας ο πληθωρισμός, ο οποίος, σε συνδυασμό με τα μηδενικά επιτόκια, έχει στρέψει το ενδιαφέρον των Ελλήνων καταθετών στην αγορά ακινήτων.

Ολοένα και περισσότεροι είναι οι Έλληνες, που, αφενός επειδή δεν έχουν πλέον οφέλη λόγω των μηδενικών επιτοκίων και αφετέρου επειδή μετρούν απώλειες εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων, αναζητούν πλέον εναλλακτικές λύσεις για να επενδύσουν τις αποταμιεύσεις τους.

Η εγχώρια κτηματαγορά, με ατού τα μεγάλα έργα ανάπλασης και υποδομών που βρίσκονται σε τροχιά ανάπτυξης, φαίνεται ότι δημιουργεί νέες επενδυτικές ευκαιρίες, ικανές να προσεγγίσουν δισεκατομμύρια ευρώ, αναβαθμίζοντας περιοχές που για χρόνια χαρακτηρίζονταν ως «υποβαθμισμένες».

Θετικά προς αυτή την κατεύθυνση λειτουργούν και τα projects αναπλάσεων που έχουν δρομολογήσει πολυεθνικοί κολοσσοί, συμβάλλοντας σημαντικά στην οικιστική ανάπτυξη όλων των όμορων περιοχών και ελκύοντας το επενδυτικό ενδιαφέρον.

Οι Έλληνες σπεύδουν να εισέλθουν στην αγορά εξοχικών κατοικιών, ως ένα εναλλακτικό επενδυτικό προϊόν.

Η ηπειρωτική χώρα, με αιχμή την Πελοπόννησο χάρη στην εγγύτητά της από την Αθήνα, συγκεντρώνει την προσοχή των Ελλήνων που σκανάρουν την αγορά της εξοχικής κατοικίας προκειμένου να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους σε ένα περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων και πληθωριστικών πιέσεων.

Η εξοχική κατοικία, με επίκεντρο αυτή τη φορά τους δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς της χώρας, επανέρχεται στο προσκήνιο και για τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι επιδιώκουν να επωφεληθούν από τις υψηλές αποδόσεις που μπορούν να εξασφαλίσουν μισθώνοντας το ακίνητο και όχι χρησιμοποιώντας το μόνο για ιδιοκατοίκηση.

Ενδεικτικά είναι τα πρόσφατα στοιχεία της εξειδικευμένης εταιρείας αναλύσων AirDNA, βάσει των οποίων, η ζήτηση για φέτος στην Ελλάδα καταγράφει άνοδο 232% για το διάστημα Ιουνίου – Σεπτεμβρίου, έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2021.

Οι τιμές

Οριακή άνοδο που κυμαίνεται πέριξ του 10% καταγράφουν οι ζητούμενες τιμές πώλησης εξοχικών κατοικιών σε παραθαλάσσιους προορισμούς, οι οποίες ξεκινούν από 50.000 ευρώ σε κάποια περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδας και υπερβαίνουν ακόμη και τα 500.000 ευρώ.

Tη μεγαλύτερη σπουδή από πλευράς Ελλήνων συγκεντρώνουν οι προορισμοί της ηπειρωτικής χώρας.

Για παράδειγμα στην Πελοπόννησο που προαναφέρθηκε οι ζητούμενες τιμές πώλησης για μία μονοκατοικία 70 τετραγωνικών μέτρων, κατασκευής του 1982, στο Κατάκολο ξεκινά από 50.000 ευρώ, ενώ για ένα διαμέρισμα 65 τ.μ., δύο υπνοδωματίων, κατασκευής του 2019 η ζητούμενη τιμή πώλησης διαμορφώνεται στα 115.000 ευρώ.

Πιο τσιμπημένες είναι οι τιμές πώλησης σε έναν εκ των πιο δημοφιλών προορισμών της Πελοποννήσου, στο Γύθειο, όπου ένα ισόγειο διαμέρισμα 95 τ.μ., δύο υπνοδωματίων, κατασκευής του 1950 πωλείται έναντι 230.000 ευρώ.

Σε υψηλότερα επίπεδα διαμορφώνονται οι τιμές πώλησης στην Ηπειρο και την Αιτωλοακαρνανία. Μία ισόγεια μονοκατοικία 130 τ.μ., κατασκευής του 1981, με 4 υπνοδωμάτια διατίθεται προς πώληση έναντι 105.000 ευρώ, τη στιγμή που μία μεζονέτα, 3 υπνοδωματίων, 325 τ.μ., κατασκευής του 2033 έχει τιμής πώλησης τα 550.000 ευρώ.

Το κόστος επένδυσης για αγορά εξοχικού 85 τ.μ.-100 τ.μ. σε πολλές περιοχές της παραθαλάσσιας ηπειρωτικής Ελλάδας δεν ξεπερνά τα 120.000 ευρώ – 150.000 ευρώ.

Στόχος των επενδυτών είναι η δυνατότητα να επισκέπτονται τις αργίες, τα τριήμερα καθώς και τους καλοκαιρινούς μήνες το εξοχικό τους και παράλληλα λόγω της αυξημένης κινητικότητας που καταγράφεται τα τελευταία 2 έτη σε ηπειρωτικούς προορισμούς πλησίον της θάλασσας, να το εκμεταλλευτούν και μέσω της βραχυχρόνιας μίσθωσης», προσθέτουν οι παράγοντες της αγοράς.

Αξιοπρόσεκτη κινητικότητα για την αγορά εξοχικών κατοικιών παρατηρείται και στη Θεσσαλία, με αιχμή τις περιοχές που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από το Πήλιο, έναν παραδοσιακό προορισμό που ενδείκνυται για διακοπές τόσο τον χειμώνα όσο και το καλοκαίρι.

Ενδεικτικά, η τιμή πώλησης για μία ισόγεια μονοκατοικία, 150 τ.μ., δύο υπνοδωματίων και κατασκευής του 2000 στην Πορταριά ξεκινά από 250.000 ευρώ. Σταθερά στις προτιμήσεις των Ελλήνων που θέλουν να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους στην αγορά ακινήτων, εκμεταλλευόμενοι τις συγκυρίες που έχουν διαμορφωθεί, βρίσκεται και η Χαλκιδική, όπου μία ισόγεια μονοκατοικία 110 τ.μ., τριών υπνοδωματίων, κατασκευής του 2005 στη Σιθωνία πωλείται έναντι 330.000 ευρώ.

Στα ύψη οι βραχυχρόνιες μισθώσεις

Χωρίς προηγούμενο είναι, την ίδια στιγμή, η αύξηση της ζήτησης για καταλύματα που μισθώνονται διαδικτυακά για μικρό χρονικό διάστημα μέσω πλατφόρμας τύπου Airbnb στην Ελλάδα για φέτος το καλοκαίρι, με την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα και την Αθήνα να κυριαρχούν για την περίοδο από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο.

Την τιμητική τους έχουν και προορισμοί της ηπειρωτικής χώρας, με τη Θράκη να βρίσκεται στο συν 216% και την Ηπειρο (157%), τη Θεσσαλία (153%) και την Πελοπόννησο (135%) να έπονται. Ψηλά στις προτιμήσεις των ταξιδιωτών βρίσκονται, επίσης, η Μακεδονία με άνοδο 132%, καθώς και η Κεντρική Ελλάδα με αύξηση 109%.

Η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη θέση ως προς τους ρυθμούς ζήτησης, ξεπερνώντας την Πορτογαλία που είναι δεύτερη με 196%, και την Κροατία, που βρίσκεται στην τρίτη θέση και σημειώνει αύξηση της ζήτησης κατά 151%. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ιταλία, η Αυστρία, Νορβηγία και η Ισπανία ακολουθούν στην τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη θέση αντίστοιχα.

Η έκρηξη της ζήτησης πυροδοτεί ακόμη περισσότερο το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για αγορά εξοχική κατοικίας τόσο από Έλληνες όσο και από ξένους επενδυτές που επιθυμούν τόσο την απόκτηση κατοικίας στην Ελλάδα, όσο και την εξασφάλιση εισοδήματος το χρονικό διάστημα που δεν διαμένουν οι ίδιοι, ειδικά από τη στιγμή που αρκετοί ταξιδιώτες φαίνεται ότι θα προτιμήσουν και φέτος τη λύση τύπου Αirbnb τόσο λόγω της πανδημίας, όσο και λόγω της γενικότερης αύξησης του κόστους ζωής.

Οι ξένοι

Τέλος ισχυρή είναι η ζήτηση που καταγράφεται την ίδια στιγμή και για τις εξοχικές κατοικίες που βρίσκονται σε νησιωτικούς πρωτοκλασάτους προορισμούς, με τους ξένους να είναι εκείνοι που κυριαρχούν.

Μεγάλη κινητικότητα καταγράφεται στη Μύκονο, την οποία εκτός από τους ομογενείς που προέρχονται από τις ΗΠΑ και την Αυστραλία και τους παραδοσιακούς επενδυτές από τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Μέση Ανατολή επιλέγουν τα τελευταία χρόνια και ευκατάστατοι Τούρκοι που θέλουν να μεταφέρουν κάποια από τα κεφάλαιά τους εκτός χώρας.