Ένα νέο βιβλίο ξεκινάει την πορεία του φιλοδοξώντας να εξηγήσει το ερωτικό φαινόμενο χρησιμοποιώντας τις έννοιες και τη μεθοδολογία της οικονομικής θεωρίας.
«Εκθέτουμε εαυτούς, συχνά κρύβοντας πράγματα που ξέρουμε πως ίσως δεν αρέσουν. Αποκαλύπτουμε τις προτιμήσεις μας, έχοντας όμως επίγνωση των περιορισμών μας.
Προσβλέπουμε στην αμοιβαία έλξη και ελπίζουμε πως θα προκύψει ο ερωτικός εταίρος των σχεδίων μας. Και όταν πτωχεύουμε ερωτικώς, επανερχόμαστε στην αγορά των εραστών και επίδοξων εταίρων με νέα σχέδια και ανανεωμένες προσδοκίες – ή μήπως όχι;
Βραχύβιες και μακρόχρονες ερωτικές σχέσεις που άλλοτε είναι συναρπαστικές και, διόλου σπάνια, αποπνέουν την κόπωση και, ενίοτε, την δυσθυμία των εταίρων.
Σχέσεις ανάμεσα σε αταίριαστους ανθρώπους και σχέσεις εκ προοιμίου ετεροβαρείς, τουτέστιν σχέσεις εύθραυστες, που όμως κρατούν. Και άνθρωποι που έχουν κάθε διάθεση, αν όχι ανάγκη, να συνεταιρισθούν ερωτικώς, άνθρωποι πιθανώς αξιαγάπητοι, που είναι όμως μόνοι για καιρό.
Στην αγορά των επίδοξων εταίρων, κάποιες φορές ο έρωτας μοιάζει να κατανέμεται άριστα, όσος υπάρχει διαθέσιμος και όπως ζητείται ακριβώς.
Είναι όμως συνηθέστερο πως η αγορά του έρωτα αποτυγχάνει, πως οι επιθυμίες μένουν ανεκπλήρωτες ή ικανοποιούνται μερικώς, συχνά και απατηλώς.
Η οικονομική προσέγγιση στο ερωτικό φαινόμενο δεν είναι αυτονόητη. Μάλλον ξενίζει.
Παρ’ όλα αυτά, η τυποποιημένη (περισσότερο ή λιγότερο) αυστηρώς και απλουστευτική επομένως θεώρηση του έρωτα παράγει νέους και απροσδόκητους, ίσως, συνειρμούς και εξηγήσεις και ανταγωνίζεται καθιερωμένες μεν, αλλά αντιφατικές ιδέες και πεποιθήσεις.
Σκοπός της οικονομικής προσέγγισης είναι να μας εκπλήξει, να διαταράξει τους συμβατικούς συλλογισμούς μας, να μας διασκεδάσει τελικώς, καλώντας μας να διανοηθούμε εκείνο που μοιάζει αδιανόητο. Αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός του δοκιμίου τούτου.»