Η παγκόσμια αγορά οικοτουρισμού συγκέντρωσε 92,2 δις. δολάρια το 2019 και εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει 103,8 δις. δολάρια έως το 2027, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 2,5% από το 2021 έως το 2027.

Αυτό προκύπτει από έκθεση της Allied Market Research. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι η αύξηση των ταξιδιών και του τουρισμού σε μοναδικούς προορισμούς, η κλίση προς την εξερεύνηση άγριας ζωής, κοραλλιογενών υφάλων και παρθένων φυσικών περιοχών και η εστίαση στη βιωσιμότητα οδηγούν την παγκόσμια αγορά οικοτουρισμού.

Ωστόσο, η χαμηλή διαθεσιμότητα καταλυμάτων και η περιορισμένη διαθεσιμότητα ποιοτικών και υγιεινών εστιατορίων στους προορισμούς εμποδίζουν την ανάπτυξη της αγοράς.

Από την άλλη πλευρά, οι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα με τη μορφή επιδότησης αεροπορικών δρομολογίων σε απομακρυσμένους τουριστικούς προορισμούς, βελτίωσης των δυνατοτήτων μεταφοράς και παροχής ευκολίας πρόσβασης δημιουργούν νέες ευκαιρίες τα επόμενα χρόνια.

Η αύξηση των ταξιδιών και του τουρισμού προς μοναδικά αξιοθέατα, η προτίμηση για εξερεύνηση άγριας ζωής, κοραλλιογενών υφάλων και απομακρυσμένων φυσικών περιοχών και η εστίαση στη βιωσιμότητα τροφοδοτούν την παγκόσμια αγορά οικοτουρισμού. Ωστόσο, η έλλειψη κατάλληλων καταλυμάτων και η έλλειψη ποιοτικών και υγιεινών εστιατορίων στους προορισμούς περιορίζουν την ανάπτυξη της αγοράς, ανέφερε.

Με βάση την περιοχή, η Βόρεια Αμερική προβλέπεται να σημειώσει το υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 16,2% κατά την περίοδο πρόβλεψης, λόγω του μεγάλου αριθμού ταξιδιωτών που έχουν επίγνωση του περιβάλλοντος και της ταχείας υιοθέτησης των ψηφιακών μέσων για αναζήτηση και ταξίδια σε νέους προορισμούς.

Ωστόσο, η Ασία-Ειρηνικός κατείχε το μεγαλύτερο μερίδιο όσον αφορά τα έσοδα το 2019, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν τα δύο πέμπτα της παγκόσμιας αγοράς οικοτουρισμού και θα διατηρήσει την κυριαρχία της όσον αφορά τα έσοδα έως το 2027.