Αλλάζει ρότα ο ελληνικός τουρισμός. Αφενός διάγει την περίοδο της ωρίμανσης και αφετέρου δημιουργεί ταυτοχρόνως μόνιμους θύλακες πολυτέλειας. Tα παραπάνω αναφέρει ο επικεφαλής της Starwood στην ευρύτερη περιοχή κ. Τιμ Ανανιάδης.

«Η Ελλάδα μπορεί να έχει ζήτημα οικονομικής αστάθειας αλλά είναι ένας ασφαλής και ώριμος προορισμός», σημειώνει ο κ. Ανανιάδης προσθέτοντας ότι στα συν του προορισμού είναι ότι δεν έχει αλλοιωθεί η φυσική ομορφιά του, έχει βελτιωθεί το service, το κόστος διακοπών στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι λογικό και value for money, μολονότι δεν είμαστε και ο φθηνότερος προορισμός.

Υπογραμμίζεται ότι η Starwood αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τον «καθρέφτη» των ελληνικών ξενοδοχείων πολυτελείας αφού έχει υπό τη διαχείριση της μερικά από τα σημαντικότερα ξενοδοχεία της χώρας. Άρχισε να δραστηριοποιείται στην Ελλάδα στις αρχές του 2000 αναλαμβάνοντας τη διαχείριση του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, που κάποτε τελούσε υπό την ιδιοκτησία της.

Αυτό που χαρακτηρίζει την γνωστή πολυεθνική η οποία έχει ενταχθεί υπό την σκέπη της Marriot είναι ότι αναλαμβάνει τη διαχείριση και την ανακαίνιση ιστορικών ξενοδοχείων πολυτελείας που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με την περιοχή στην οποία βρίσκονται.

Στη χώρα μας η πολιτική της εδράζεται σε δύο διαφορετικά μοντέλα ανάπτυξης εκείνο της διαχείρισης brands που έχουν εδραιωθεί στην εγχώρια αγορά και σε αυτό των ξενοδοχειακών μονάδων που ακολουθούν τη συνταγή του franchise.

Σήμερα στην Ελλάδα στο portfolio της Starwood υπάρχουν μέσα από διαφορετικά brands 9 ξενοδοχεία, μεταξύ των οποίων το Μεγάλη Βρετανία, το King George, το Blue Palace Resort & Spa, το Mystique και το Costa Navarino και το Santa Marina στη Μύκονο. Επτά ξενοδοχεία λειτουργούν υπό την αλυσίδα της Luxury Collection (δύο στην Αθήνα, δύο στη Σαντορίνη, ένα στη Μύκονο και ένα στην Πελοπόννησο), ένα υπό την αλυσίδα της Westin στην Πελοπόννησο και ένα υπό τη Sheraton στην Ρόδο.

«Για μια πολυεθνική όπως η Starwood η Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι μπορεί να είναι σχετικά μικρή αγορά σε ότι αφορά το business κομμάτι, αλλά παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον από τουριστικής άποψης, δεδομένου ότι αποτελεί έναν κλασσικό προορισμό με παγκόσμια προβολή», αναφέρει ο κ. Τιμ Ανανιάδης. Σήμερα οι πληρότητες στην Αθήνα ανέρχονται στο 90% ενώ οι τιμές παρουσιάζουν αύξηση της τάξεως 10-15%, συμπληρώνοντας ότι είναι λάθος η επιβολή του τέλους διανυκτέρευσης, αφού ο κλάδος πλήττεται ήδη από υπερφορολόγηση.

Σημειώνει δε ότι σε σχέση με τις αγορές ιδιαίτερη άνθιση παρουσιάζει –στους προορισμούς πολυτελείας και στην Αθήνα- η κίνηση από τη Μέση Ανατολή (έρχονται πλέον και για long weekends) η οποία έχει τετραπλασιαστεί ! Ιδιαίτερη ζήτηση παρουσιάζουν φέτος τα Συνέδρια, το city break ανεβαίνει, ενώ μολονότι έχει μειωθεί η κρουαζιέρα έχει διευρυνθεί στην Αθήνα η παραμονή των τουριστών που κάνουν home porting είτε στον Πειραιάς είτε στις γύρω μαρίνες.

«Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από επενδυτικούς ομίλους του εξωτερικού για ξενοδοχειακά συγκροτήματα στην Ελλάδα. Το κατά πόσο αυτοί οι επενδυτές έρχονται με την πεποίθηση ότι θα αποκτήσουν τα ξενοδοχεία αυτά σε πολύ καλές τιμές είναι ένα θέμα, όπως επίσης είναι ζήτημα και το εάν τα ξενοδοχεία θα είναι βιώσιμα μακροπρόθεσμα. Θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη πως στις Μεσογειακές χώρες, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Ελλάδα, το τουριστικό προϊόν χαρακτηρίζεται από εποχικότητά. Κάτι τέτοιο είναι ασυνήθιστο για πολλούς από αυτούς τους ομίλους που εξετάζουν πιθανές επενδύσεις».

Ο κ. Ανανιάδης σπεύδει να τονίσει πως η «ταμπέλα» τουρισμός πολυτελείας συνιστά απλά μια γενίκευση, ενώ δεν πιστεύει στις «φούσκες» τύπου Μυκόνου αφού η ζήτηση είναι παγκόσμια και πρωτοφανής. Στη χώρα μας υπάρχουν οι πελάτες που κατευθύνονται στα ελληνικά νησιά για παραθερισμό και εκείνοι που επισκέπτονται την Αθήνα για city break για Home porting για επαγγελματικούς λόγους και στο πλαίσιο συνεδρίων. «Ο τουρισμός πολυτελείας αποτελεί εν αναπύξει κομμάτι της ελληνικής αγοράς. Στη χώρα μας υπάρχουν καθιερωμένοι προορισμοί με τις κατάλληλες υποδομές και φήμη που προσελκύουν διαρκώς τουρίστες, όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Ελούντα, διαμορφώνεται η Αθηναϊκή Ριβιέρα, το Aman Zoe και το Costa Navarino έβαλαν στον χάρτη την Πελοπόννησο και επί θύραις στο δρόμο του τουρισμού πολυτελείας πιστεύω ότι θα βρεθούν η Κέρκυρα και η Κεφαλλονιά. Για να έχεις όμως ποιοτικό τουρισμό χρειάζεται το κράτος και οι τοπικοί παράγοντες να βελτιώσουν τις υποδομές και από την πλευρά τους οι επιχειρηματίες και οι ξενοδόχοι να στοχεύσουν ανάλογα στον πελάτη που θέλουν. Ένα ξενοδοχείο δεν μπορεί να κάνει πολλά από μόνο του και να εγγυηθεί την ποιότητα των υπηρεσιών στην ευρύτερη περιοχή, εάν δεν είναι καλή η συνολική εικόνα του προορισμού» υποστηρίζει.

Για την επιτυχημένη πορεία ενός ξενοδοχείου απαραίτητη προϋπόθεση είναι, σύμφωνα με τον περιφερειακό διευθυντή του ομίλου της Starwood Hotels and Resorts Worldwide, τόσο η ικανότητα διαχείρισής του όσο και η φήμη που έχει αποκτήσει ένα brand έπειτα από αρκετά χρόνια δραστηριοποίησης στην αγορά. Αναμφίβολα ένα ισχυρό brand μπορεί να φέρει από μόνο του κόσμο –κυρίως στην περιφέρεια-, ενώ στην πόλη διαμορφώνει και υποστηρίζει το location. Καταλήγοντας στα προβλήματα του προορισμού της πρωτεύουσας ο κ. Ανανιάδης καταγράφει την άνθιση του Grafiti το οποίο είναι το μεγαλύτερο αρνητικό σχόλιο των τουριστών.