Η έκθεση Ζωντανός Πλανήτης 2024 (LivingPlanetReport) που δίνεται σήμερα στη δημοσιότητα από το WWF, αποτυπώνει ξεκάθαρα το σημείο καμπής στο οποίο βρίσκεται ο πλανήτης μας, με αποτέλεσμα η ζωή που φιλοξενεί να δέχεται τα τελευταία χρόνια, ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι δράσεις που θα αναλάβουμε τα επόμενα πέντε χρόνια θα είναι καθοριστικές για το μέλλον της παγκόσμιας βιοποικιλότητας, και κατ’ επέκταση για την ποιότητα ζωής των ανθρώπων.
Και ενώ ξεκάθαρα ο πλανήτης μας κρούει τον κώδωνα κινδύνου, υπάρχει ένα μικρό χρονικό περιθώριο για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων, μόνο όμως εάν κυβερνήσεις και επιχειρήσεις δράσουν άμεσα για τον περιορισμό όλων εκείνων των δραστηριοτήτων που επηρεάζουν τα παγκόσμια οικοσυστήματα.
Η έκθεση Ζωντανός Πλανήτης είναι μια διετής ολοκληρωμένη επιστημονική έκδοση του WWF σε συνεργασία με τη Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου (ZoologicalSocietyofLondon) που μελετά την κατάσταση υγείας του πλανήτη, καταγράφοντας τις τάσεις της παγκόσμιας βιοποικιλότητας.
Η φετινή, 15η έκδοση, προσφέρει μια επιστημονική επισκόπηση της κατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος παγκοσμίως, παρακολουθώντας την πορεία 35.000 πληθυσμών από 5.495 είδη άγριας ζωής από όλο τον κόσμο, τα τελευταία 50 χρόνια (1970-2020).
Κατακόρυφη μείωση άγριας ζωής
Στην τελευταία έκδοση, καταγράφεται μια κατακόρυφη μείωση κατά 73% στους πληθυσμούς άγριας ζωής παγκοσμίως. Συγκεκριμένα, η μεγαλύτερη μείωση καταγράφεται στους πληθυσμούς των ειδών που συναντώνται σε οικοσυστήματα εσωτερικών υδάτων (-85%), ενώ ακολουθούν οι πληθυσμοί των ειδών στα χερσαία (-69%) και κατόπιν, στα θαλάσσια οικοσυστήματα (-56%). Οι τάσεις αυτές διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων περιοχών του κόσμου, με πιο απότομες μειώσεις να παρατηρούνται στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, όπου έχει καταγραφεί μια ανησυχητική μείωση κατά 95%, την Αφρική (-76%) και την περιοχή Ασία-Ειρηνικός (-60%). Αντίθετα, στην Ευρώπη, την Κεντρική Ασία και τη Βόρεια Αμερική, οι εκτεταμένες επιπτώσεις στη φύση ήταν ήδη εμφανείς πριν από την έναρξη των μετρήσεων του δείκτη το 1970, με αποτέλεσμα να είχαν ξεκινήσει πιο άμεσα δράσεις προστασίας. Και γι’ αυτόν τον λόγο, η έκθεση δείχνει πως οι επιπτώσεις στη φύση σε αυτές τις περιοχές είναι ηπιότερες.
Ως η πιο συχνή απειλή για τους πληθυσμούς άγριας ζωής παγκοσμίως αναφέρεται η απώλεια και η υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων, εξαιτίας κυρίως του μη βιώσιμου συστήματος παραγωγής τροφίμων. Έπονται η υπερεκμετάλλευση, τα ξενικά είδη και οι ασθένειες. Η κλιματική αλλαγή και η ρύπανση αποτελούν επιπρόσθετες βασικές απειλές για τους πληθυσμούς άγριας ζωής.
Η υγεία του πλανήτη πλησιάζει σε σημείο καμπής
Η μείωση στους πληθυσμούς άγριας ζωής λειτουργεί ως ένας αξιόπιστος δείκτης που μας προειδοποιεί για τον αυξανόμενο κίνδυνο εξαφάνισης των ειδών και την απώλεια υγιών οικοσυστημάτων. Όταν τα οικοσυστήματα υποβαθμίζονται σταθερά επί δεκαετίες, πλησιάζουν σε επικίνδυνα σημεία καμπής προμηνύοντας μια μη αναστρέψιμη κατάσταση.
Τέτοια σημεία καμπής σε παγκόσμιο επίπεδο θεωρούνται η αποψίλωση του Αμαζονίου που θα απελευθερώσει τόνους άνθρακα στην ατμόσφαιρα, αλλά και η μαζική καταστροφή των κοραλλιογενών υφάλων με επιπτώσεις στην παγκόσμια αλιεία και την προστασία εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στις παράκτιες αυτές περιοχές. Οι σοβαρές αυτές επιπτώσεις ξεπερνούν κατά πολύ τις περιοχές στις οποίες εκδηλώνονται και θα γίνουν αισθητές σε ολόκληρο τον κόσμο, επηρεάζοντας ευρύτερα την επισιτιστική ασφάλεια και τα άλλα μέσα διαβίωσης.
Σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο, οι καταστροφικές πυρκαγιές, όπως αυτές που καταγράφονται στην Ελλάδα και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου, αποτελούν ένα επίσης κρίσιμο σημείο καμπής, καθώς συντελούν σε απώλεια οικοσυστημάτων, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει και θα επηρεάσει ακόμα περισσότερο στο μέλλον το φυσικό περιβάλλον και τις ζωές των ανθρώπων.
Πολιτική βούληση και φιλόδοξα μέτρα για την προστασία της βιοποικιλότητας
Τα κράτη έχουν ήδη συμφωνήσει σε φιλόδοξους παγκόσμιους στόχους, ώστε να ανακόψουν την απώλεια του φυσικού περιβάλλοντος (Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα), και να περιορίσουν την άνοδο της θερμοκρασίας στον 1,5ºC (Συμφωνία του Παρισιού). Όμως, σύμφωνα με την έκθεση Ζωντανός Πλανήτης, οι εθνικές δεσμεύσεις και οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί στο πεδίο υπολείπονται κατά πολύ των απαραίτητων τομών που χρειάζεται να γίνουν, προκειμένου να αποφευχθούν επικίνδυνα σημεία καμπής και να εξασφαλιστεί η απαραίτητη προστασία για τα οικοσυστήματα και τη ζωή που φιλοξενούν.
Ο μόνος τρόπος για να σημειωθεί πρόοδος στους παγκόσμιους αυτούς στόχους είναι να αντιμετωπιστούν οι αιτίες της κλιματικής αλλαγής και της απώλειας του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας, μετασχηματίζοντας ριζικά τα ενεργειακά, διατροφικά και χρηματοοικονομικά συστήματα. Οι διεθνείς συνδιασκέψεις για τη βιοποικιλότητα και το κλίμα που θα πραγματοποιηθούν σε λίγο καιρό (COP16 και COP29, αντίστοιχα), αποτελούν μια ευκαιρία για τις χώρες να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.
Υπό το φως των εξαιρετικά ανησυχητικών δεδομένων που δίνονται σήμερα στην δημοσιότητα, το WWF καλεί τις χώρες να καταρτίσουν και να εφαρμόσουν πιο φιλόδοξα εθνικά σχέδια για τη φύση και το κλίμα που να περιλαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για τη μείωση της υπερκατανάλωσης, την προστασία της βιοποικιλότητας και τη μείωση των εκπομπών CO2.
Η KirstenSchuijt, Γενική Διευθύντρια του WWFInternational, δήλωσε:
«Η φύση εκπέμπει σήμα κινδύνου. Οι αλληλένδετες κρίσεις της απώλειας της φύσης και της κλιματικής αλλαγής ωθούν την άγρια ζωή και τα οικοσυστήματα πέρα από τα όριά τους. Αν και η κατάσταση είναι απελπιστική, υπάρχει ακόμα περιθώριο να ανατρέψουμε τα δεδομένα. Έχουμε παγκόσμιες συμφωνίες και λύσεις για να θέσουμε τη φύση σε πορεία ανάκαμψης έως το 2030, αλλά μέχρι στιγμής υπάρχει μικρή πρόοδος στην υλοποίηση. Οι αποφάσεις και οι πρωτοβουλίες που θα αναληφθούν τα επόμενα 5 χρόνια θα είναι καθοριστικές για το μέλλον της ζωής στον πλανήτη μας».
Η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής προγραμμάτων προστασίας περιβάλλοντος στο WWF Ελλάς, πρόσθεσε:
«Όλο και πιο συχνά, όλο και περισσότερο έχουμε στα χέρια μας αξιόπιστα δεδομένα που μας δίνουν μια σαφή εικόνα για το τί συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στον πλανήτη μας και άρα, κανείς ούτε σε ατομικό επίπεδο, ούτε και σε επίπεδο κρατών, μπορεί να ισχυριστεί πως δεν ήξερε και γι’ αυτό δεν έδρασε. Τώρα είναι η ώρα να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να αλλάξουμε συμπεριφορά και τακτικές απέναντι στο φυσικό περιβάλλον, απέναντι στο σπίτι μας δηλαδή με το οποίο η ζωή μας είναι τόσο στενά συνδεδεμένη. Θέλει προσπάθεια, αλλά είναι εφικτό, ενώ είναι και ζήτημα συλλογικής συνείδησης να αλλάξουμε πορεία και να εξασφαλίσουμε ένα πιο βιώσιμο αύριο για εμάς, και τις επόμενες γενιές».