Γράφει ο Γιώργος Βλασσόπουλος

Μια από τις βασικές μεταβολές που φαίνονται πλέον να λαμβάνουν μόνιμο χαρακτήρα σε παγκόσμια κλίμακα είναι η εργασία από απόσταση.

Προφανώς εντάσσεται στο πλαίσιο του λεγόμενου smart work,υπό την έννοια της «έξυπνης» οργάνωσης της εργασίας.

Όμως ανεξαρτήτως νεολογισμών, το ζητούμενο ήταν και παραμένει η εξασφάλιση στη πράξη ενός πραγματικά αξιοπρεπούς εργασιακού περιβάλλοντος υπό το πρίσμα μιας ανάπτυξης με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα.

Ασφαλώς η ενίσχυση ψηφιακών δεξιοτήτων σε συνθήκες κοινωνικής καινοτομίας με έμφαση στις ευπαθείς ομάδες (π.χ. ΑΜΕΑ, μακροχρόνια άνεργοι, μονογονεϊκές οικογένειες) μπορεί να διευκολύνει ένα σύγχρονο και δημιουργικό πεδίο οργάνωσης της εργασίας χωρίς αποκλεισμούς η προκαταλήψεις. Πάντως, η καλλιέργεια μιας κουλτούρας δίκαιης και καινοτόμας προόδου με ομαδικό πνεύμα και θετικό κοινωνικό αποτύπωμα είναι θεμελιώδης προτεραιότητα.

Στη χώρα μας η εφαρμογή της τηλεργασίας γίνεται στη παρούσα φάση μονομερώς κατ’ ενάσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη λόγω εκτάκτων συνθηκών τουλάχιστον έως 30-6-2020.

Αφού λοιπόν έχει αναιρεθεί ο κομβικός εθελοντικός χαρακτήρας της τηλεργασίας, ανακύπτει καταφανώς η ανάγκη ενός αντίβαρου, διαμέσου της πρόβλεψης ενός δικαιώματος του εργαζόμενου σε αποσύνδεση. Το δικαίωμα αποσύνδεσης έχει προβλεφθεί σε διάφορες χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία. Για παράδειγμα στη Γαλλία έχει τεθεί σε εφαρμογή από 1-1-2017 (droit a la deconnexion).

Σύμφωνα με σχετική διάταξη του Γαλλικού Κώδικα Εργασίας ( L 2242-8 περ.7) στις επιχειρήσεις με άνω των 50 εργαζόμενους ο εργοδότης υποχρεούται να συμφωνήσει με τους εργαζόμενους ένα κοινά αποδεκτό πλαίσιο αποσύνδεσης, αλλιώς οφείλει να καταρτίσει και εφαρμόσει έναν σχετικό οδηγό.

Διευκρινίζεται ότι ο εργοδότης ως υπόχρεος οφείλει να απέχει από κάθε ενέργεια που διαταράσσει η αναιρεί το δικαίωμα αποσύνδεσης (π.χ. αποφυγή αποστολής μέιλ στον συμφωνημένο χρόνο αποσύνδεσης ),ανεξαρτήτως αν ο εργαζόμενος έχει αποσυνδεθεί από τις συσκευές ηλεκτρονικής η άλλης επικοινωνίας του.

Ασφαλώς η ως άνω πρακτική είναι ένα θετικό πρώτο βήμα, αν και δεν κατοχυρώνει πλήρως το περιεχόμενο του σχετικού δικαιώματος.

Μία μελλοντική ρύθμιση συνιστάται να προβλέπει με σαφήνεια αυτό το περιεχόμενο καθώς και συγκεκριμένες συνέπειες σε περίπτωση παραβίασης του.

Αξίζει λοιπόν να ξεκινήσει ένας συστηματικός και τεκμηριωμένος διάλογος μεταξύ των κοινωνικών εταίρων σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και σε εθνικό επίπεδο για τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος, λαμβάνοντας υπόψη πραγματικά καλές πρακτικές κοινής αποδοχής και αξιοποιώντας ουσιαστικά τη σχετική τεχνογνωσία διεθνών οργανισμών, όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη βελτίωση των όρων εργασίας (Eurofound).

Άλλωστε το δικαίωμα αποσύνδεσης δεν αφορά μόνο όσους εργαζόμενους εργάζονται από απόσταση (από το σπίτι,σε κίνηση, σε τηλεκέντρα κλπ.),αλλά δυνητικά κάθε εργαζόμενο.

Στο πλαίσιο αυτό χρήσιμη είναι η σχετική αναλυτική από 15-3-2018 γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΕΟΚΕ), όπου γίνεται ρητή αναφορά και στο δικαίωμα αποσύνδεσης ( 2018 / C 237/ 02, παρ. 4.26 ). Στις αρχές Ιουνίου 2020 η

Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Εργαζομένων ( ETUC ) κάλεσε τις εργοδοτικές οργανώσεις να δραστηριοποιηθούν για την εισαγωγή του δικαιώματος αποσύνδεσης στο εργασιακό περιβάλλον, κάνοντας μνεία και σε πρόσφατα πορίσματα ερευνών που δείχνουν αυξημένη εργασιακή ενασχόληση στον ελεύθερο χρόνο λόγω εντατικοποίηση των ρυθμών εργασίας, αλλά και διαταραχές στην ισορροπία επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής με παρενέργειες και στην ψυχοσωματική ισορροπία των εργαζομένων.

Ασφαλώς οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν απεριόριστες δυνατότητες ευφυούς οργάνωσης της εργασίας. Όμως η οργάνωση αυτή προϋποθέτει ανθρωποκεντρικό όραμα, λειτουργικό οργανωτικό πλαίσιο, διαφανείς και δίκαιες διαδικασίες με κεντρικό άξονα την εμπιστοσύνη μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.

Εξίσου ευφυής οφείλει να είναι και η εποπτεία της εργασίας, ώστε να αποφεύγονται καταχρηστικές πρακτικές, δεδομένου ότι η παροχή έργου ενός ελεύθερου επαγγελματία είναι κάτι ουσιωδώς διαφορετικό από την παροχή εργασίας ενός μισθωτού, ανεξαρτήτως του ευφυούς η μη χαρακτήρα της εργασίας τους.

Η ολιστική προσέγγιση με αξιοποίηση πορισμάτων διαφόρων επιστημονικών κλάδων (νομικής, οικονομικών, κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πληροφορικής, εργονομίας κ.α.) σε συνδυασμό με κοινωνικά επωφελείς καλές πρακτικές μπορούν να διευκολύνουν, με πρωτοβουλία των κοινωνικών εταίρων, τη δημιουργία και λειτουργία μιας Κοινωνικής Πλατφόρμας – Παρατηρητήριου Ευφυούς Εργασίας που θα μεγιστοποιεί τα οφέλη αξιοποίησης του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας μας, λαμβάνοντας υπόψη και τη δεξαμενή όσων έφυγαν και εργάζονται πλέον στο εξωτερικό.

Επιπλέον θα αναδειχθούν καλές πρακτικές επιχειρήσεων ως προς την κοινωνικά ευφυή,αλλά και δίκαιη διαμόρφωση του εργασιακού περιβάλλοντος.

Συμπερασματικά, το δικαίωμα αποσύνδεσης μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς ενός ουσιαστικού κοινωνικού διαλόγου σε διεθνές, ενωσιακό ,αλλά και εθνικό επίπεδο.

Ειδικά στη χώρα μας μπορεί να εξεταστεί η δυνατότητα σύναψης μιας συλλογικής συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων προσαρμοσμένης ενδεχομένως στις ιδιαιτερότητες της εγχώριας αγοράς εργασίας (π.χ. με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη παραμέτρους όπως ο κλάδος, το είδος και το μέγεθος της επιχείρησης).

Ο διάλογος αυτός μπορεί να εμπλουτιστεί από την συζήτηση για ένα δικαίωμα του εργαζόμενου στη τηλεργασία, που έχει ήδη ξεκινήσει, για παράδειγμα, στη Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση ένα αξιοπρεπές και ευφυές εργασιακό περιβάλλον υποστηρίζεται από την εισαγωγή, εφαρμογή και εποπτεία του δικαιώματος αποσύνδεσης.

Η εξέλιξη αυτή θα είναι προς όφελος των εργαζομένων, αλλά και των επιχειρήσεων συνδράμοντας ταυτόχρονα στην ανάπτυξη με όρους αξιοπρέπειας και υγιούς ανταγωνισμού.

Επιπλέον μπορεί να διευκολύνει εκ των πραγμάτων τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, υπηρετώντας παράλληλα και το δημόσιο συμφέρον διαμέσου της προστασίας της ατομικής (σωματικής και ψυχικής) καθώς και της δημόσιας υγείας.

Γιώργος Βλασσόπουλος

Διδάκτωρ Νομικής