Την καλύτερη επίδοση από το 2008 σημείωσε η ελληνική οικονομία σύμφωνα με την ΤτΕ ΕΛΛ 0,00%. Όπως τονίζει το α’ τρίμηνο του 2018 το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,8% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2017, ενώ σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο του 2017 παρουσίασε αύξηση κατά 2,3%, η οποία είναι η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση από το 2008 και εκτιμά ότι η ανάκαμψη θα συνεχιστεί με ταχύτερο ρυθμό το 2018.

Όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά, σημειώνει η έκθεση, η καλύτερη του αναμενομένου επίδοση των δημοσιονομικών μεγεθών το 2017, για τρίτο συνεχόμενο έτος, ενίσχυσε την αξιοπιστία της χώρας όσον αφορά τη δυνατότητα τήρησης των δεσμεύσεών της.

Ωστόσο, το γεγονός ότι η υπεραπόδοση αυτή στηρίχθηκε κατά κύριο λόγο στη μεγαλύτερη του αναμενομένου φορολογική επιβάρυνση και στην περικοπή επενδυτικών δαπανών είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα.

Για τις τράπεζες σημειώνεται ότι από τον Ιούνιο του 2015, οπότε εισήχθησαν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, οι συνολικές καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες έχουν αυξηθεί κατά 14,6 δισεκ. ευρώ (ή κατά περίπου 9%), ενώ οι τέσσερις σημαντικές τράπεζες άντλησαν, για πρώτη φορά μετά το 2014, κεφάλαια ύψους 2.250 εκατ. ευρώ από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων με την έκδοση καλυμμένων ομολογιών.

Ετσι έχει μειωθεί σημαντικά ο ELA με το ανώτατο όριο χρηματοδότησης μέσω του μηχανισμού έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα (ELA) να ανέρχεται σήμερα σε 10,9 δισεκ. ευρώ από 90 δισεκ. ευρώ τον Ιούλιο του 2015.

Παρ’ όλα αυτά, οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες παραμένουν περιοριστικές και τα επιτόκια των τραπεζικών δανείων είναι υψηλά. Επίσης, το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει η σημαντικότερη πρόκληση για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, αναμένεται επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας μεσοπρόθεσμα. Προβλέπονται ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ 2% και 2,3% για τα έτη 2018 και 2019 αντιστοίχως.

Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα στηριχθεί στις επιχειρηματικές επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην ελαφρά άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Η απασχόληση αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται λόγω της επιστροφής της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να προβλέπεται ότι το ποσοστό ανεργίας το 2018 θα υποχωρήσει κάτω από 20%.

Τέλος, σύμφωνα με τα έως τώρα διαθέσιμα δεδομένα, για το 2018 αναμένεται να επιτευχθεί ο δημοσιονομικός στόχος του προγράμματος.

Οι αβεβαιότητες

Οι εκτιμήσεις για τις προοπτικές της οικονομίας περιβάλλονται από σημαντικές αβεβαιότητες. Σε ό,τι αφορά το εγχώριο περιβάλλον, καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων και υπερβολική φορολόγηση ενδέχεται να οδηγήσουν σε επιβράδυνση της ανάκαμψης της οικονομίας.

Οι κίνδυνοι που πηγάζουν από το εξωτερικό περιβάλλον συνδέονται κυρίως με την αύξηση του εμπορικού προστατευτισμού διεθνώς, με τις γεωπολιτικές εξελίξεις, αλλά και με την αύξηση της αποστροφής κινδύνου των επενδυτών λόγω αναταράξεων στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

Τέλος, ενδεχόμενη επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης και αύξηση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την οικονομική δραστηριότητα.

Προκλήσεις και προϋποθέσεις μετάβασης σε βιώσιμο εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης

Σύμφωνα με την ΤτΕ ΕΛΛ 0,00% η οικονομική πολιτική θα πρέπει να επικεντρωθεί στα εξής:

• Υιοθέτηση ενός μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής που θα είναι φιλικότερο προς την ανάπτυξη. Η υπερβολική εξάρτηση της δημοσιονομικής προσαρμογής από τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές συνιστά αντικίνητρο τόσο για την εργασία όσο και για τις επενδύσεις, ενώ παράλληλα ενθαρρύνει τη στροφή των δραστηριοτήτων προς την παραοικονομία και παρέχει κίνητρα για φοροδιαφυγή.

• Βελτίωση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει άνοιγμα των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, των κλειστών επαγγελμάτων και των δικτύων μεταφοράς ενέργειας.

Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητη η ενίσχυση του “τριγώνου της γνώσης”, δηλαδή της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, με την υιοθέτηση πολιτικών και μεταρρυθμίσεων που ενθαρρύνουν την έρευνα, διευκολύνουν τη διάχυση της τεχνολογίας και ενισχύουν την επιχειρηματικότητα.

Παράλληλα, είναι αναγκαία η βελτίωση της ποιότητας και η διασφάλιση της ανεξαρτησίας των θεσμών, καθώς αυτό αποτελεί καθοριστικό παράγοντα ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των επενδυτών και συμβάλλει στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.

• Δραστικό περιορισμό του υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με υπέρβαση της υφιστάμενης στοχοθεσίας για τη μείωση των NPEs.

Η πολιτεία, οι τράπεζες και οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να αξιολογήσουν προσεκτικά το σχέδιο οδηγιών για την ίδρυση Εθνικών Εταιριών Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (Asset Management Companies – AMC) που δημοσίευσε πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον τρόπο με τον οποίο αυτό θα συμβάλει στο δραστικό περιορισμό των NPEs.

• Επιθετική πολιτική προσέλκυσης στρατηγικών ξένων άμεσων επενδύσεων. Για να προσελκύσει η χώρα ξένες άμεσες επενδύσεις, προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην άρση σημαντικών αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, η ασάφεια και αστάθεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, το μη προβλέψιμο φορολογικό σύστημα, η ελλιπής προστασία των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών, καθώς και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.

• Αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών της υψηλής ανεργίας. Υποστήριξη των μακροχρόνια ανέργων χρησιμοποιώντας προγράμματα απασχόλησης και κατάρτισης και στοχευμένες κοινωνικές μεταβιβάσεις.

Οι προϋποθέσεις

Με βάση τις παραπάνω εξελίξεις, μπορεί βάσιμα να προβλεφθεί ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα στο άμεσο μέλλον. Προϋποθέσεις για να συμβεί αυτό είναι:

1ον Η διασφάλιση ότι και μετά το τέλος του προγράμματος η οικονομική πολιτική θα παραμείνει προσηλωμένη στις μεταρρυθμίσεις και θα αποφύγει διολίσθηση σε πρακτικές του παρελθόντος που έφεραν την κρίση. Αυτό απαιτεί πρώτον, σταθερή πολιτική βούληση και δεύτερον, δραστική βελτίωση της λειτουργίας των μηχανισμών που καλούνται να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις, δηλαδή του δημόσιου τομέα.

2ον Η επιστροφή του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές με βιώσιμους όρους. Σε αυτό θα συμβάλουν αποφασιστικά οι αποφάσεις τoυ Eurogroup της 21ης Ιουνίου για την αναδιάρθρωση του χρέους και την ενίσχυση του αποθέματος ρευστότητας, αλλά και η δέσμευσή του ότι θα λάβει περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης του χρέους εάν υπάρξουν απρόβλεπτες, δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις.

3ον Δεδομένου ότι οι αποφάσεις του Eurogroup συνδέονται με ενισχυμένη εποπτεία και αιρεσιμότητα (που αποτελούν ουσιαστικά τις προϋποθέσεις για τη θέσπιση προληπτικής γραμμής στήριξης), ενώ παράλληλα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει τη διατήρηση της “παρέκκλισης” (waiver) για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εξασφαλίσεων στις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος. Παράλληλα, παρέχουν στην ΕΚΤ τη διακριτική ευχέρεια να εξετάσει την αποδοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων (στην κανονική χρονική περίοδο και στην περίοδο επανεπένδυσης).

πηγή: euro2day.gr