Ευοίωνες παραμένουν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομάς, εφόσον εφαρμοσθούν οι μεταρρυθμίσεις, όμως η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,6% το 2017, χαμηλότερο από την αρχική πρόβλεψη για 2,5% σύμφωνα με την Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για τη Νομισματική Πολιτική 2016-2017.

Παραδίδοντας την Εκθεση στον Πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση, ο Διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, τόνισε πως «το καλό τώρα είναι πως τα δύσκολα βρίσκονται πίσω μας και πρέπει να δούμε πράγματα εύκολα μεν αλλά κρίσιμα» και κάλεσε την κυβέρνηση να προχωρήσει στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων μαζί με την ΤτΕ και τις εμπορικές τράπεζες, επισημαίνοντας πως «αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα αλλά είναι επίσης και μια μεγάλη ευκαιρία».

«Είμαστε ικανοποιημένοι, ως Τράπεζα της Ελλάδος, ότι η δημοσιονομική προσαρμογή έχει πρακτικά σχεδόν ολοκληρωθεί, άρα θα πρέπει η έμφαση- γι’ αυτό και οι προτροπές που κάνουμε- να δοθεί στις ιδιωτικοποιήσεις, στις διαρθρωτικές αλλαγές,» τόνισε ο Γιάννης Στουρνάρας.

Στην έκθεση επισημαίνεται ότι «οι λόγοι της υποχώρησης της αναπτυξιακής δυναμικής θα πρέπει να αναζητηθούν στη μεγάλη καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και στη συνακόλουθη έξαρση της αβεβαιότητας, η οποία προκάλεσε σημαντική μείωση των επενδύσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με τη μεγάλη αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης, αποδυνάμωσε την αρχική πρόβλεψη«.

Η έκθεση αναφέρει ότι το αρνητικό αποτέλεσμα του 4ου τριμήνου του 2016 μεταφερόμενο στο 2017, οδηγεί σε αποδυνάμωση της πρόβλεψης ανάπτυξης.

Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας διαδραματίζουν επίσης οι θετικές οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), συμπληρώνει.

Η έκθεση διαπιστώνει πρόοδο στην αντιμετώπιση χρόνιων διαρθρωτικών αδυναμιών και στρεβλώσεων εκτός από το δημοσιονομικό σκέλος.

«Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Τα δύο τελευταία χρόνια το ισοζύγιο παραμένει ουσιαστικά ισοσκελισμένο. Ανακτήθηκε πλήρως η απώλεια ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας. Η ανταγωνιστικότητα τιμών έχει επανέλθει στο επίπεδο του 2002 και θα συνεχίσει να βελτιώνεται με την εφαρμογή περαιτέρω μεταρρυθμίσεων που θα εξασφαλίσουν πιο ανταγωνιστική λειτουργία των αγορών,» τονίζει.

Επίσης, «έχουν θεσπιστεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς, όπως στο ασφαλιστικό σύστημα, στο σύστημα υγείας, στις αγορές εργασίας και προϊόντων, στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, στο φορολογικό σύστημα και στους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη και ένα ευρύ πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων,» αναφέρει.

Αναφορικά με το τραπεζικό σύστημα, η ΤτΕ επισημαίνει ότι έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τους κινδύνους της αυξημένης αβεβαιότητας και είναι καλύτερα εξοπλισμένο για να αντιμετωπίσει το μεγάλο βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετά την ανακεφαλαιοποίηση του.

Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2017 καταγράφηκε περαιτέρω υποχώρηση του υπολοίπου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, κυρίως λόγω διαγραφών δανείων (ιδιαίτερα στο επιχειρηματικό και καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο), τα οποία διαμορφώθηκαν σε 105,1 δισεκ. ευρώ ή 45,2% των συνολικών ανοιγμάτων, τονίζει.

Ομως, το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών παραμένει πολύ υψηλό και εξακολουθεί να αποτελεί εμπόδιο για την πιστοδοτική τους δραστηριότητα.

Η έκθεση διαπιστώνει διεύρυνση της προσφυγής σε λύσεις μακροπρόθεσμου χαρακτήρα (για παράδειγμα, επιμήκυνση της αποπληρωμής ή/και μείωση του επιτοκίου) από τις τράπεζες και πρόοδο προς την κατεύθυνση της εκπλήρωσης των τεθέντων επιχειρησιακών στόχων, ιδίως για τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στο χαρτοφυλάκιο των επιχειρηματικών δανείων.

«Ανησυχητικό είναι ωστόσο το γεγονός ότι σημαντικό ποσοστό δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης (ιδίως βραχυπρόθεσμου τύπου) εμφανίζει εκ νέου καθυστέρηση,» προσθέτει.

Οσον αφορά την χρηματοδότηση της οικονομίας, η έκθεση επισημαίνει ότι «η πιστωτική συστολή φαίνεται να φθάνει στο τέλος της…ενώ και ο ετήσιος ρυθμός μείωσης της χρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά κοντεύει να μηδενιστεί.»