Η ολιγωρία διαχείρισης από πλευράς της πολιτείας των αυξανόμενων τουριστικών ροών, σε προορισμούς όπου η φέρουσα ικανότητα φιλοξενίας εξαντλείται, στρέφει τις τοπικές κοινωνίες «εναντίον» των ξένων επισκεπτών και απειλεί μια οικονομική δραστηριότητα η οποία συμβάλει με καθοριστικό τρόπο στην ευημερία τους.
Αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, καινοτομίες όπως οι μισθώσεις κατοικιών τύπου Airbnb, η μεγέθυνση των πληθυσμών της μεσαίας τάξης σε αναδυόμενες οικονομίες όπως η Κίνα, η διεθνής ανάπτυξη της κρουαζιέρας και μία νέα γενιά των millennials, που έχει ως κορυφαία προτεραιότητα ψυχαγωγίας τις νέες εμπειρίες, στέλνουν όλα εκατομμύρια επιπρόσθετων επισκεπτών σε προορισμούς με περιορισμένες δυνατότητες φιλοξενίας. Αν και τα οικονομικά οφέλη είναι τεράστια για τους προορισμούς, αλλά όχι και απαραίτητα δίκαια μοιρασμένα, πολλοί κάτοικοι έχουν φθάσει να νιώθουν υπό διωγμόν από τις γειτονιές τους και να διαδηλώνουν πλέον ανοιχτά εναντίον του τουρισμού.
Το θέμα είναι βεβαίως καθοριστικής σημασίας και για την Ελλάδα και την οικονομία της που νιώθει ήδη την πίεση του «υπερτουρισμού» σε κάποιους προορισμούς. Γι’ αυτό άλλωστε και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) έχει πλέον θέσει ως προτεραιότητά του την ορθή και χρηστή διαχείριση των τουριστικών ροών στη χώρα, οι οποίες εκτιμάται πως άμεσα και έμμεσα αντιστοιχούν έως και στο 27% του ΑΕΠ.
Οροι όπως ο «υπερτουρισμός» ή η «τουριστοφοβία» γίνονται πηχυαίοι τίτλοι ανά τον πλανήτη τον τελευταίο καιρό. Αντικατοπτρίζουν τις προκλήσεις της διαχείρισης των αυξανόμενων τουριστικών ροών σε αστικούς προορισμούς και των επιπτώσεων του τουρισμού στις πόλεις και στους κατοίκους.
«Πάνω από το ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε αστικές περιοχές και εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 το ποσοστό αυτό θα φτάσει το 70%.
Επιπλέον, ο αυξανόμενος αριθμός αστικών τουριστών αυξάνει τη χρήση φυσικών πόρων, προκαλεί κοινωνικό-πολιτισμικό αντίκτυπο και ασκεί πίεση στις υποδομές, στην κινητικότητα και σε άλλες εγκαταστάσεις», υπογραμμίζει ο γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (UNWTO) Ζουράμπ Πολολικασβίλι.
«Ο τουρισμός θα είναι βιώσιμος μόνο εάν αναπτυχθεί λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους επισκέπτες όσο και τις τοπικές κοινότητες μέσω της διαχείρισης της συμφόρησης, της μείωσης της εποχικότητας, του προσεκτικού σχεδιασμού που σέβεται τα όρια της χωρητικότητας και τις ιδιαιτερότητες κάθε προορισμού», προσθέτει.
Ηδη, δεκάδες χώρες ανά την Ευρώπη λαμβάνουν δραστικά μέτρα για τη διαχείριση του προβλήματος, ενώ άλλες εξετάζουν εναλλακτικές. Κορυφαίοι παράγοντες από πόλεις με τέτοια προβλήματα, όπως το Αμστερνταμ, η Βαρκελώνη και το Ντουμπρόβνικ, επισήμαναν σε σχετική ημερίδα της ITB Berlin πως έχουν πάψει πλέον να προωθούν τον τουρισμό και έχουν στραφεί στη διαχείριση των ροών του, επιβάλλοντας συχνά περιορισμούς και τέλη προκειμένου να στρέψουν τη ζήτηση σε ποιοτικότερες αγορές επισκεπτών, να μειώσουν την εποχικότητα, να βάλουν όρια στην εξάπλωση των ενοικιάσεων τύπου Airbnb, να μοιράσουν τις επισκέψεις σε αξιοθέατα και να προστατεύσουν τον χαρακτήρα των πόλεών τους.
Ενα case study είναι η Βενετία. Τμήμα της τοπικής κοινωνίας αντιμετώπισε τον τουρισμό ως μια δραστηριότητα, οι αρνητικές επιπτώσεις της οποίας ενίοτε είναι μεγαλύτερες από τα οφέλη. Αντικείμενο κριτικής ήταν και η χρήση του κεντρικού λιμένα της πόλης από μεγάλα κρουαζιερόπλοια, τα οποία αλλοιώνουν αισθητικά το τοπίο και επιβαρύνουν την πόλη.
Το θέμα προωθήθηκε στο δημοτικό συμβούλιο, το οποίο υπό το βάρος αντιδράσεων πολιτών και φορέων αποφάσισε την απαγόρευση προσέγγισης των μεγάλων πλοίων. Επιπλέον, θεσπίστηκαν αυστηροί κανόνες συμπεριφοράς και πρόστιμα για τους τουρίστες και εισήχθησαν ρυθμίσεις για την ισομερή κατανομή των επισκεπτών εντός της ημέρας. Οι Αρχές διαμόρφωσαν έτσι ένα ποιοτικότερο τουριστικό προϊόν, που αν και φέρνει λιγότερους επισκέπτες έχει υψηλότερη προστιθέμενη αξία.
ΛΙΓΟΤΕΡΟΙ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ, ΙΔΙΑ ΕΣΟΔΑ ΣΕ ΒΕΝΕΤΙΑ ΚΑΙ ΝΤΟΥΜΠΡΟΒΝΙΚ
Οι δύο μεγαλύτεροι λιμένες στην Αδριατική, οι οποίοι επηρεάστηκαν από τις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών στον συνωστισμό (overcrowding) που έχει προκαλέσει η ανάπτυξη της κρουαζιέρας, η Βενετία και το Ντουμπρόβνικ, καταγράφουν πλέον μείωση των επισκεπτών κρουαζιέρας χωρίς όμως απώλειες εσόδων. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν μείωση επισκεπτών κρουαζιέρας 13,7% στη Βενετία και 25% στο Ντουμπρόβνικ όπου επιβλήθηκε κανονισμός που απαγορεύει να βρίσκονται στην επικράτειά του ταυτόχρονα πάνω από 4.000 ταξιδιώτες.
Η κρουαζιέρα δεν είναι το βασικό πρόβλημα όσον αφορά τους αριθμούς της συγκριτικά με τον ευρύτερο τουρισμό, αλλά έχει όμως το αρνητικό χαρακτηριστικό να φέρνει πολλούς ταξιδιώτες ταυτόχρονα σε έναν προορισμό. Η Σαντορίνη είναι ένα από τα κλασικά παραδείγματα υπερτουρισμού που αναφέρονται διεθνώς.
Στη Βαρκελώνη έχει θεσπιστεί Αρχή Διαχείρισης Προορισμού υπό την οποία έχουν υπαχθεί όλες οι υπηρεσίες του δήμου, της περιφέρειας, των συγκοινωνιών και της δημόσιας ασφάλειας, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι ροές των τουριστών τόσο προς δικό τους όφελος όσο και της πόλης. Στη Μαδρίτη εισήχθησαν κανόνες που αποτρέπουν την ενοικίαση διαμερισμάτων από τουρίστες για περισσότερο από 90 ημέρες του έτους – και ολόκληρα συγκροτήματα διαμερισμάτων δεν θα είναι πλέον δυνατόν να είναι αποκλειστικά καταλύματα επισκεπτών.
Στο Μπέργκεν της Νορβηγίας επιβλήθηκε μέγιστος επιτρεπτός αριθμός τεσσάρων πλοίων ή 8.000 συνολικά επιβατών. Στην Τζαμάικα, στο Φάλμουθ Μπέι, νέος προβλήτας που κατασκευάστηκε το 2011 ενοχοποιήθηκε για την καταστροφή κοραλλιογενούς υφάλου, προκαλώντας μεγάλη αντίδραση και περιορισμούς κατά της κρουαζιέρας
«Ο υπερτουρισμός είναι ένα φαινόμενο συγκεντρωμένο χωρικά, τοπικά και χρονικά, ως αποτέλεσμα του μεγάλου όγκου επισκεπτών που υποδέχονται δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί παγκοσμίως», εξηγεί στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος.
«Και στην Ελλάδα, ήδη την προηγούμενη χρονιά, αντιμετωπίσαμε περιπτώσεις προορισμών που παρουσιάζουν σημάδια κόπωσης. Επάρκεια σε βασικές υποδομές όπως ηλεκτροδότηση, υδροδότηση και διαχείριση των απορριμμάτων, αποτέλεσαν ζήτημα για κάποιους προορισμούς που κινήθηκαν σε όρια φέρουσας ικανότητας στην αιχμή της σεζόν», σημειώνει.
ΜΕΣΟ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ
«Οπως αναδείξαμε και στο συνέδριο του ΣΕΤΕ τον περασμένο Οκτώβριο, με την παρουσίαση παραδειγμάτων από πόλεις του εξωτερικού –το Αμστερνταμ και η Κοπεγχάγη– πλέον η διαχείριση ενός προορισμού γίνεται εξίσου σημαντική με την προβολή και προώθησή του». Από τον στόχο της τουριστικής ανάπτυξης περιοχών, έχουμε περάσει στην εποχή που ο τουρισμός μπορεί να αποτελέσει, και εν μέρει ήδη αποτελεί, το μέσο ευημερίας ενός τόπου, αναφέρει. «Οφείλουμε να διασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία των τουριστικών προορισμών, καθώς και τη φυσιογνωμία και ταυτότητα του τόπου και κατ’ επέκταση του προϊόντος. Eνα θέμα που έχουμε ψηλά στην ατζέντα του ΣΕΤΕ και του οποίου η αντιμετώπιση αφορά όλα τα εμπλεκόμενα μέρη».
Δεδομένης της τοπικής υφής των προβλημάτων που συνδέονται με τον υπερτουρισμό, «η πρωτοβουλία έγκαιρης διάγνωσης, προετοιμασίας και επίλυσης θα πρέπει να ανήκει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, απαιτείται όμως συνέργεια και συνεργασία με την κεντρική κυβέρνηση, τους τουριστικούς φορείς, τους επιχειρηματίες του κλάδου, αλλά και τους ίδιους τους πολίτες, προκειμένου να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες από τον αυξανόμενο αριθμό επισκεπτών», εκτιμά ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ.
Eνα παράδειγμα που δείχνει ίσως τι θα μπορούσε να συμβεί στην Αθήνα όπου ο τουρισμός ανακάμπτει με ραγδαίους ρυθμούς είναι η Πράγα: Ο αριθμός των τουριστών που φτάνουν στην πρωτεύουσα της Τσεχίας αυξάνεται σταθερά. Το 1989 την επισκέφθηκαν 1,6 εκατ. τουρίστες. Το 2000 ο αριθμός είχε φτάσει 2,6 εκατ. Και το 2017 τα 7,6 εκατ. Σύμφωνα με μελέτη του Euromonitor (2017), η Πράγα έγινε ο πέμπτος δημοφιλέστερος προορισμός στην Ευρώπη, μετά το Λονδίνο, το Παρίσι, τη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι ειδικοί προβλέπουν περαιτέρω ανάπτυξη. Η προσφορά των καταλυμάτων μέσω της Airbnb αυξήθηκε, με πάνω από ένα εκατομμύριο τουρίστες να κάνουν κράτηση μέσω της πλατφόρμας.
Ο τουρισμός έχει, φυσικά, αποφέρει οικονομικά οφέλη για την Πράγα αλλά υπάρχουν αναφορές σύμφωνα με τις οποίες χρειάζεται πλέον κάποιος πάνω από μισή ώρα για να διανύσει σε περίοδο αιχμής τα 515 μέτρα της Γέφυρας του Καρόλου πάνω από τον ποταμό Μολδάβα στο κέντρο της Πράγας. Οι αντιδράσεις των κατοίκων, που κάθε άλλο παρά αφιλόξενοι θεωρούνται, αφού έχουν αντιληφθεί τα οικονομικά οφέλη, είναι έντονες, καθώς αλλοιώνονται και ο προορισμός και η ίδια τους η καθημερινότητα. Οι Αρχές ακόμα προσπαθούν να ελέγξουν το φαινόμενο προσανατολιζόμενες στην επιβολή περιορισμών στα ενοικιαζόμενα δωμάτια και στην εισαγωγή τελών.
Αλλά θα χρειαστεί χρόνος για να έχουν αποτέλεσμα λένε οι ειδικοί.
Ο υπερτουρισμός δεν αποτελεί νέο πρόβλημα. Ωστόσο, ενώ ο όρος δημιουργήθηκε το 2012, έγινε γνωστός το καλοκαίρι του 2017. Τότε άρχισαν ξαφνικές και έντονες αντιδράσεις από κατοίκους σε μεγάλη κλίμακα σε πολλές περιοχές της Ευρώπης. Στο Παλέρμο ξεσηκώθηκε θύελλα αντιδράσεων όταν έγινε αντιληπτό πως η κρίση λειψυδρίας το καλοκαίρι επιτάθηκε από την απόληψη νερού από κρουαζιερόπλοια. Ο ανεφοδιασμός τους εκεί και σε άλλες ιταλικές πόλεις κατά τους θερμούς άνυδρους μήνες απαγορεύθηκε.
Στο Μπέργκεν της Νορβηγίας επιβλήθηκε μέγιστος επιτρεπτός αριθμός τεσσάρων πλοίων ή 8.000 συνολικά επιβατών. Στην Τζαμάικα, στο Φάλμουθ Μπέι, νέος προβλήτας που κατασκευάστηκε το 2011 ενοχοποιήθηκε για την καταστροφή κοραλλιογενούς υφάλου, προκαλώντας μεγάλη αντίδραση και περιορισμούς κατά της κρουαζιέρας. Υπήρξε κλιμάκωση σε πόλεις όπως η Βαρκελώνη, η Βενετία και το Ντουμπρόβνικ, αλλά και σε λιγότερο γνωστά για τον τουρισμό μέρη όπως η Ισλανδία, η νήσος Σκάι, το Παλέρμο και το Μπέργκεν και τελικά, όταν η λεπτή μέχρι τότε ισορροπία διαταράχθηκε, οι διαμαρτυρίες ξέσπασαν. Πραγματοποιήθηκαν πορείες και γράφτηκαν γκράφιτι προκαλώντας τους τουρίστες να φύγουν («tourists go home»).
ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΛΥΣΕΙΣ
Ορισμένες τοπικές αρχές επέβαλαν αυξημένα τέλη και σταμάτησαν να εκδίδουν άδειες για τουριστικές επιχειρήσεις, ενώ έκλεισαν ακόμα και ολόκληρα νησιά για τους επισκέπτες. Ηταν αυτές οι αντιδράσεις που αφύπνισαν τον υπόλοιπο κόσμο και τις κυβερνήσεις. Οι λύσεις δεν είναι πάντα εύκολες.
Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα για την Ελλάδα είναι ασφαλώς ποια θα μπορούσε να είναι η λύση ώστε να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα και να αντιμετωπιστούν τα ήδη υπάρχοντα. Η απάντηση που δίδουν οι ειδικοί είναι: ανάπτυξη νέων προορισμών, επισκέπτες με μεγαλύτερη κατά κεφαλήν δαπάνη, μοιρασμένοι καλύτερα ανά προορισμούς και ανά το έτος και θέσπιση ορίων σε δραστηριότητες όπως οι μισθώσεις κατοικιών τύπου Αirbnb όπως και διαμόρφωση κατάλληλης τιμολογιακής πολιτικής.
Βέβαια σε μια χώρα όπου αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ανοίγουν μόνον ώρες καταστημάτων, ίσως όλα αυτά να χρειαστούν πολύ χρόνο πριν γίνουν αντιληπτά και ακόμα περισσότερο μέχρι να εφαρμοστούν οι βέλτιστες πρακτικές.
Πηγή: kathimerini.gr