Χαμηλότερος ήταν ο χριστουγεννιάτικος τζίρος για τις μισές επιχειρήσεις της ελληνικής αγοράς (για το 51%), σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό του 2017, το οποίο ήταν 42%.

Συγκεκριμένα, σε μία στις δύο επιχειρήσεις, ο τζίρος κινήθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα από τα αντίστοιχα της προηγούμενης χρονιάς, σε μία στις τρεις παρέμεινε σταθερός και μία στις πέντε πραγματοποίησε υψηλότερες πωλήσεις σε σύγκριση με πέρυσι.

fjjf.PNG

Όπως δείχνουν τα αποτελέσματα της έρευνας του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ για την κίνηση των εμπορικών καταστημάτων κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου 2018, ο κλάδος που επλήγη περισσότερο είναι η ένδυση/υπόδηση, ενώ αυτός των τροφίμων ποτών είχε τις μικρότερες απώλειες.

klados.PNG

Περισσότερο χαμένοι ήταν οι αυτοαπασχολούμενοι έμποροι και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα, αύξηση στις πωλήσεις κατέγραψε μόλις το 18% των επιχειρήσεων. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 24% για όσες επιχειρήσεις απασχολούν μισθωτή εργασία και σε 28,6% για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Οπωσδήποτε, σημαντικές διαφοροποιήσεις παρουσιάστηκαν και μεταξύ των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων που βρίσκονται στις εμπορικές πιάτσες και οι οποίες συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο μερίδιο του τζίρου.

Τις τελευταίες ημέρες των εορτών «σώθηκε» η αγορά

Την υποτονική σε τζίρο έναρξη της εορταστικής περιόδου ακολούθησε η πολύ έντονη αγοραστική κίνηση των τελευταίων ημερών. Έτσι, φαίνεται ότι η καλύτερη περίοδος των εορτών από άποψη αγοραστικής κίνησης, ήταν η εβδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα (45%), ενώ για ένα σημαντικό ποσοστό (32%), η εβδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.

juiop.PNG

Καλύτερα ή χειρότερα ένα είναι σίγουρο: κινήθηκαν περισσότερο τα πιο φτηνά προϊόντα (46,8%) σε αντίθεση με τα πιο ακριβά (3,7%). Γι αυτό και το 39% των επιχειρήσεων διέθεσαν κάποια από τα προϊόντα τους σε χαμηλότερες τιμές, ώστε να προσελκύσουν το καταναλωτικό κοινό. Το ύψος των προσφορών για την πλειονότητα των επιχειρήσεων, κυμάνθηκε είτε μεταξύ 10% έως 20%, είτε μεταξύ 20% έως 40%.

lhjkljklj.PNG

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σε πολύ υψηλό ποσοστό, περίπου 75%, οι επιχειρήσεις κατάφεραν να καλύψουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.