Μειωμένες κατά 224.000 θα είναι οι προσλήψεις στον τουρισμό την περίοδο Μαρτίου – Ιουλίου 2020, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ από το Δελτίο για την ελληνική οικονομία “Προτεραιότητα στη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων”.
Στους λοιπούς κλάδους οι προσλήψεις θα είναι μειωμένες κατά 141.000 άτομα, δηλαδή συνολικά 365.000 άτομα περίπου.
Αν σε αυτούς προστεθούν οι αναλογούντες αυτοαπασχολούμενοι, το σύνολο των πληττόμενων από την νέα ανεργία θα ανέλθει σε περίπου 580.000 άτομα για 5 μήνες.
Η ανεργία όμως, αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο 20% του εργατικού δυναμικού κατά μέσο όρο το 2020 από 17,2% το 2019, με την απασχόληση σε μέσους όρους να μειώνεται κατά 3,7%, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αυτό σημαίνει μια μείωση της απασχόλησης κατά 155.000 άτομα αρχή-τέλος το 2020, με τη μισθωτή απασχόληση να μειώνεται κατά 101.000 και τους αυτοαπασχολούμενους, που αποτελούν διαχρονικά το 35% της απασχόλησης, κατά 54.000.
Ο ΣΕΒ εκτιμά ότι από τα 101.000 άτομα που θα μειωθεί η μισθωτή απασχόληση, ολόκληρη στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, περίπου 13 χιλ. θα είναι η μείωση της απασχόλησης στον τουρισμό και 88 χιλ. στους λοιπούς κλάδους, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος κάθε κλάδου πριν την τρέχουσα κρίση.
Η οικονομία, όμως, παρουσιάζει εποχιακές διακυμάνσεις, ιδίως στον τουρισμό, με πολύ μεγαλύτερη απασχόληση τους μήνες Μάρτιο έως Ιούλιο που σταδιακά αποκλιμακώνεται τους φθινοπωρινούς μήνες.
Το στοίχημα της πολιτείας στην προκειμένη συγκυρία είναι να στηρίξει την απασχόληση ώστε να περιορισθεί η ανεργία που προβλέπεται, αναφέρει ο ΣΕΒ.
Και για τον λόγο αυτό είναι σημαντική η αξιοποίηση των πόρων των 1,4 δις ευρώ του προγράμματος SURE, οι οποίοι αναλογούν περίπου σε €483 ανά άτομο για 5 μήνες.
Το κοινωνικά βέλτιστο, υποστηρίζει ο ΣΕΒ, θα είναι τα χρήματα αυτά να μην γίνουν επιδόματα ανεργίας, αλλά επιδόματα εργασίας, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις με μειωμένο τζίρο να μπορέσουν να λειτουργήσουν προσφέροντας και διατηρώντας όσες περισσότερες θέσεις εργασίας είναι δυνατόν έστω και, προσωρινά, μειωμένου ωραρίου.
Η κρίση του COVID-19 έφερε και πάλι την ελληνική κοινωνία αντιμέτωπη με το αδιέξοδο της υπερφορολογημένης μισθωτής εργασίας, που επιβαρύνεται και με υψηλό μη μισθολογικό κόστος της εργασίας, αδιέξοδο που εντείνεται ενόψει της βαθιάς ύφεσης και κρίσης. Τα προγράμματα στήριξης της εργασίας θα πρέπει να είναι έτσι διαμορφωμένα ώστε να ελαχιστοποιούν τα διλήμματα ηθικού κινδύνου.
Πρέπει να υπάρχει, πάντα, κίνητρο για τους εργαζόμενους να επιδιώξουν να βρουν εργασία και αντικίνητρο για τους εργοδότες να οδηγηθούν άνευ εναλλακτικών στην επιλογή των απολύσεων, ή να καταστρατηγήσουν το σύστημα κρατικών παροχών.
Γι’ αυτό και ο COVID-19 και το πρόγραμμα SURE φέρνουν όλους τους κοινωνικούς εταίρους προ των ευθυνών τους, ώστε να επιδείξουν υπευθυνότητα απέναντι στην κοινωνία, ρεαλισμό για την υποστήριξη του παραγωγικού ιστού, επιχειρήσεων και εργαζομένων, και όχι άλλη μια ατελέσφορη διαμάχη.
Το πώς θα αντιμετωπισθεί η ύφεση φέτος, αποτελεί πρόκριμα για την επόμενη μέρα, ώστε να επιστρέψουμε σε μια δυναμική οικονομία χωρίς στρεβλώσεις, αφήνοντας πίσω μια οικονομία και ένα αναπτυξιακό μοντέλο που δεν μπορεί να ξεφύγει από την ασθενική ανάπτυξη.