Ο τουρισμός βρίσκεται σε πλήρη ανάκαμψη το 2022 παρά την οικονομική κρίση και τον πόλεμο. Παράλληλα με τον τουρισμό, αναπτύσσεται και ο κλάδος των ξενοδοχειακών ακινήτων, ο οποίος ήταν ήδη σε θετική φάση πριν από τον COVID.
Οι παγκόσμιες επενδύσεις σε ακίνητα σε 12 μήνες έχουν υπερδιπλασιαστεί σε σύγκριση με το 2020, φτάνοντας σχεδόν τα 70 δισ. ευρώ, με διαφορετικά συμφέροντα ως προς τη σχετική τοποθεσία, τις αστικές περιοχές, τα θέρετρα διακοπών και τις δομές επιπέδου.
Στην Ευρώπη, η ξενοδοχειακή αγορά ακινήτων έκλεισε το 2021 με τζίρο 21,2 δισ. ευρώ και αναμένεται να ανέλθει στα 26,6 δισ. το 2022.
Η εν λόγω ανοδική τάση επιβεβαιώνεται και στην Ιταλία όπου η αγορά ξενοδοχειακών ακινήτων είχε τζίρο 2,5 δισ. ευρώ το 2021, ο οποίος αναμένεται να αυξηθεί το 2022 σε 3,1 δισεκατομμύρια.
Αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία από την έκθεση του 2022 για την αγορά ακινήτων των ξενοδοχείων, που παρουσιάστηκε στο Μιλάνο κατά τη διάρκεια του Hospitality Forum 2022, που διοργάνωσαν ο επενδυτής Castello SGR και η Scenari Immobiliari.
Τα σενάρια του τέλους του 2021 οδήγησαν στην υπόθεση ότι οι διεθνείς αφίξεις τουριστών θα μπορούσαν να αυξηθούν έως και 78% κατά τη διάρκεια του 2022, με τα τελικά επίπεδα να είναι ακόμα κάτω από αυτά που είχαν καταγραφεί το 2019, πριν από την πανδημία (περίπου 60%).
Μετά από αυτό το πρώτο τρίμηνο, οι εκτιμήσεις έχουν αναθεωρηθεί προς τα πάνω, υποθέτοντας ότι οι αφίξεις τουριστών το 2022 μπορεί να αποτελούν περίπου το 70% αυτών του 2019 ή περίπου 1,05 δισ..
Ως εκ τούτου, το 2022 θεωρείται έτος ανάκαμψης του διεθνούς τουρισμού και αυτή η ανάκαμψη του κλάδου θεωρείται ότι καθοδηγείται ως επί το πλείστον από τον εγχώριο τουρισμό.
Επομένως, εκτιμάται ότι η επιστροφή στα προ πανδημίας επίπεδα των 1,4 δισ. αφίξεων μπορεί να επιτευχθεί μεταξύ του δεύτερου εξαμήνου του 2023 και των αρχών του 2024.
Επιπλέον, υποτίθεται ότι τον επόμενο χρόνο μπορεί να ξεπεραστεί το όριο των 1,9 δισεκατομμυρίων αφίξεων στον κόσμο.
Στην Ευρώπη, οι επενδύσεις το 2021 αφορούσαν εγκαταστάσεις διαμονής συνολικής αξίας ακινήτων 16,8 δισ. ευρώ.
Οι κύριες συναλλαγές αφορούσαν ακίνητα διαφορετικών επιπέδων, από 2 έως 5 αστέρων πολυτελείας, με το πλειοψηφικό μερίδιο να αντιπροσωπεύεται από ξενοδοχεία 4 αστέρων.