Παρά την ‘επιστροφή στην κανονικότητα’, παρά τη λήξη των μέτρων κατά της πανδημίας και παρά την αύξηση της τουριστικής κίνησης που παρατηρείται τόσο στους δρόμους της Αθήνας όσο και στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, τα συνολικά αποτελέσματα σε ότι αφορά στις επιδόσεις των ξενοδοχείων της Αθήνας όλων των κατηγοριών, δεν θα χαρακτηρίζονταν ‘εντυπωσιακά’:
Η αύξηση των αφίξεων επισκεπτών στην Αθήνα δεν ‘φωτογραφίζει’ αύξηση της μέσης πληρότητας και των οικονομικών επιδόσεων των Αθηναϊκών ξενοδοχείων.
Η καλύτερη μέση τιμή δωματίου/ADR του μηνός Μαρτίου 2023 (100,89 ευρώ έναντι 78,85 ευρώ του Μαρτίου 2022), σίγουρα οδήγησε σε μια ελαφρά θετική μεταβολή σε επίπεδο Α’ τριμήνου 2023, της τάξης του 29,5% έναντι του 2022 και της τάξης του 13,9% έναντι του 2019 (σημ. έτος προ πανδημίας με το οποίο συγκρίνουμε αναγκαστικά τις ουσιαστικές επιδόσεις των ξενοδοχείων της Αθήνας).
Το δε, επίσης καλύτερο έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (Rev Par) τον Μάρτιο του 2023 (70,70 ευρώ έναντι 39,52 του Μαρτίου 2022), έδωσε μέσο Rev Par Α΄ τριμήνου 2023 τα 56,85 ευρώ και ποσοστά μεταβολής της τάξης του (+)102,4% (2023-2022) και του (+)6,9% (2023-2019).
Οι τιμές της Αθήνας ωστόσο και παρά τα θετικά ποσοστά μεταβολής που σημειώνονται, όχι απλώς είναι ‘ανταγωνιστικές’, αλλά τείνουν να ακολουθούν στην ουρά των εξελίξεων, με εντυπωσιακά μεγάλη απόσταση από αυτές των λοιπών ανταγωνιστών.
Όλοι οι ανταγωνιστές της Αθήνας εξακολουθούν να πωλούν δωμάτια με ανώτερη μέση τιμή και καλύτερο έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο και δεν αναφερόμαστε σε πόλεις – θρύλους όπως το Παρίσι (με μέση τιμή δωματίου / ADR 279,76 ευρώ), αλλά σε ανταγωνιστές πολύ πιο ‘κοντά’ στα πρότυπα και στο προφίλ των επισκεπτών της Αθήνας που φυσικά, σημειώνουν εξαιρετικές επιδόσεις, όπως η Ρώμη (ADR 157,71 ευρώ), η Μαδρίτη, (ADR 129,46 ευρώ), η Βαρκελώνη (ADR 142,82 ευρώ), η Κωνσταντινούπολη (ADR 128,28 ευρώ) κ.ά.
Αλλά και σε ότι αφορά στην μέση πληρότητα των ξενοδοχειακών μονάδων της Αθήνας, που επίσης εξετάζουμε, αν και τον φετινό Μάρτιο όντως σημειώθηκε μια θετική μεταβολή της τάξης του (+) 20% έναντι του Μαρτίου του 2022, στη σύγκριση με τον Μάρτιο του 2019 διακρίνεται πτώση κατά (-)4,9% και πτώση της μέσης πληρότητας για το Α’ τρίμηνο του 2023 κατά (-) 6,1% έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2019.
Το γεγονός ότι η οποιαδήποτε αύξηση των αφίξεων επισκεπτών στην Αθήνα δεν ‘φωτογραφίζει’ υποχρεωτικά αύξηση της μέσης πληρότητας και των οικονομικών επιδόσεων των Αθηναϊκών ξενοδοχείων, έχει επισημανθεί κατ’ επανάληψη από την ΕΞΑΑΑ αλλά και παρακολουθείται σταθερά ως φαινόμενο τα τελευταία χρόνια – και ο λόγος που γίνεται αυτή η αντιπαραβολή είναι ο εξής:
Από τα στοιχεία που υπάρχουν, σαφώς καταδεικνύεται πως στην Αθήνα υφίσταται ένας πραγματικός και ικανός αριθμός ‘τουριστικών’ κλινών (σε διαφόρων τύπων καταλύματα εκτός ξενοδοχείου), ο οποίος αν και θεωρητικά θα έπρεπε να είναι γνωστός και μετρήσιμος, παραμένει επί σειρά ετών ένας ‘άγνωστος «Χ»’ στην εξίσωση που αφορά στην δυναμικότητα της πόλης μας σε τουριστικές κλίνες.
Και ενώ, επίσης θεωρητικά, θα έπρεπε να είναι όχι απλά μετρήσιμος αλλά και ελεγχόμενος, εξακολουθεί να παραμένει απροσδιόριστος και ασαφής, σε μια γκρίζα, θολή καθ’ όλα ζώνη ‘τουριστικής διαμονής εν Αθήναις’ με όλες τις γνωστές συνέπειες, κοινωνικές και οικονομικές.
Στο σημείο αυτό, οφείλουμε να επισημάνουμε πως αναμένουμε με εμπιστοσύνη και ενδιαφέρον να λάβουν υπόσταση μια σειρά από σημαντικές πολιτειακές εξαγγελίες για τις (αναγκαίες) θεσμικές αλλαγές που δρομολογούνται ειδικά για το περιβάλλον της λεγόμενης ‘βραχυχρόνιας μίσθωσης’, όπως και μια σειρά από συστηματικούς ελέγχους που θα καταγράψουν και θα διευθετήσουν την υφιστάμενη κατάσταση.
Επανερχόμενοι στα στοιχεία κίνησης και απόδοσης ξενοδοχείων που συγκεντρώνει η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών-Αττικής και Αργοσαρωνικού με την συνεργασία των ξενοδοχείων μελών της και της GBR Consulting, τα αποτελέσματα Α’ τριμήνου 2023 αναμένεται να βελτιωθούν τους μήνες Απρίλιο και κυρίως Μάϊο – Ιούνιο οι οποίοι θεωρούνται μήνες αιχμής για την Αθήνα.