του Χάρη Ντιγριντάκη

Επί ξηρού ακμής κινείται τούτη την περίοδο η πολιτεία φοβούμενη νέο κύμα φυσικών καταστροφών. Παρόλα αυτά η κινητροδότηση από το κράτος τόσο των ιδιωτών όσο και των φυσικών προσώπων προκειμένου να ανακρούσουν πρύμναν και επιτέλους να ασφαλίσουν την περιουσία τους παραμένει εξαιρετικά χαμηλή.

Η έξαρση των φυσικών καταστροφών στη χώρα μας από το 2015 και μετά, τόσο σε αριθμό όσο και σε σφοδρότητα, θέτει σε πρώτο πλάνο την ανάγκη ασφάλισης, ως πολύτιμο εργαλείο στην προσπάθεια θωράκισης της περιουσίας απέναντι σε ακραία φαινόμενα.

Το 2023 ήταν ιδιαίτερα επιβαρυμένο για τη χώρα. Οι πυρκαγιές στον Έβρο και σε άλλες περιοχές και οι πρωτοφανείς πλημμύρες στη Θεσσαλία άφησαν πίσω τους δεκάδες ανθρώπινα θύματα, καταστροφή φυσικού περιβάλλοντος και πολύ μεγάλες απώλειες περιουσίας.

Το 2024 αναμένεται να ακολουθήσει ανάλογη πορεία.

Μόνο για τις πλημμύρες της Θεσσαλίας και σε παρακείμενες περιοχές η Πολιτεία έχει καταβάλει μέχρι σήμερα συνολικά 171 εκατ. ευρώ για αποζημιώσεις και αυτό αντιστοιχεί σε ένα μικρό μέρος των τελικών αποζημιώσεων, που για το 2023 υπολογίζεται σε 3,8 δις ευρώ.

Οι Ασφαλιστικές Εταιρίες, εκτιμούν τις δικές τους αποζημιώσεις για τις δασικές πυρκαγιές και τις δύο καταιγίδες «Daniel” και “Elias” να φτάνουν τα 450 εκατ. ευρώ.

Συνολικά τα 20 τελευταία χρόνια οι ασφαλιστικές εταιρίες κατέβαλαν περίπου 1 δις ευρώ για αποζημιώσεις από Φυσικές Καταστροφές.

Αντίστοιχα το ελληνικό Δημόσιο, σε 2 χρόνια, την περίοδο 2020-2022, κατέβαλε 2,3 δις ευρώ για πυρκαγιές και πλημμύρες.

Το δεδομένο που αναδύεται εμφατικά από την ανάλυση των στοιχείων είναι ότι οι Έλληνες δεν διαθέτουν ασφαλιστική συνείδηση, με αποτέλεσμα το χάσμα ανάμεσα στις οικονομικές και ασφαλισμένες ζημίες, να εξελίσσεται σε απειλή τόσο για την κοινωνία όσο και για την Πολιτεία.

Μόνον το 16%-17%, δηλαδή το 1/7 περίπου των κατοικιών είναι ασφαλισμένες – κι απ’ αυτές, οι περισσότερες μόνον με τις βασικές καλύψεις και όχι έναντι των φυσικών καταστροφών, όταν σε άλλα κράτη της Ευρώπης το αντίστοιχο ποσοστό υπερβαίνει το 70%.

Αντίστοιχα, το ποσοστό των ασφαλισμένων επιχειρήσεων που διαθέτουν τουλάχιστον ένα άτομο προσωπικό κυμαίνεται στην Ελλάδα γύρω στο 40%.

Η Ελλάδα δαπανά 6 φορές λιγότερα ποσά για Ασφαλιστικές καλύψεις ως ποσοστό επί του ΑΕΠ της σε σχέση με το Μέσο Όρο της ΕΕ.

Όπως σημειώνει ο Πρόεδρος & Δ/νων Σύμβουλου INTERLIFE Α.Α.Ε.Γ.Α. κ. Ιωάννης Βοτσαρίδης :

«Στην Ελλάδα, η έννοια της «υποχρεωτικότητας» αντιμετωπίζεται με μεγάλη επιφύλαξη από την Πολιτεία και, προς το παρόν, εφαρμόζεται σε πολύ περιορισμένη κλίμακα. Το σχετικό Σχέδιο Νόμου, για ασφάλιση έναντι Φυσικών Καταστροφών δεν αφορά κατοικίες, αλλά μόνον έναν περιορισμένο αριθμό εταιρειών με τζίρο άνω των 2 εκατ. ευρώ (οι οποίες είναι ούτως ή άλλως ασφαλισμένες) και, ουσιαστικά, αφήνει απ’ έξω σχεδόν το 90% των επιχειρήσεων στη Ελλάδα, που είναι οι Μικρομεσαίες.

Αν θέλουμε το μέτρο να έχει επιτυχία θα πρέπει το ποσό να μειωθεί στο 1 εκατ. και μετά από ένα χρόνο να μειωθεί στις 500 χιλ. Και αυτό, γιατί το κυρίως ζητούμενο, είναι να ασφαλιστεί η μικρή προσωπική επιχείρηση, η οποία σε μια μεγάλη καταστροφή δεν θα έχει καμία άμυνα και, απλώς, θα κλείσει.

Η διαπίστωση είναι, για άλλη μια φορά, σαφής: Την Ασφάλιση τη χρειάζεται, κυρίως, ο μικρός και ο αδύναμος».

Ο κ. Βοτσαρίδης προσθέτει ότι : «Την ίδια στιγμή έχουν εισέλθει νέοι παράμετροι στο διάλογο που έχει ανοίξει περί “υποχρεωτικότητας”. Δεν είναι οικονομικά και ηθικά ορθό να επιβαρύνεται το σύνολο των φορολογουμένων πολιτών στην αποκατάσταση της ιδιωτικής περιουσίας ενός μέρους των πολιτών.

Εξάλλου, πέραν του «μη πολιτικά ορθού», υπάρχει και ένα δευτερογενές αρνητικό αποτέλεσμα: Με τις συνθήκες του κράτους-προστάτη, ο γενικός πληθυσμός δεν έχει κίνητρο να ασφαλιστεί, εάν πιστεύει ότι η Κυβέρνησή του θα καλύψει όλες τις Ζημίες.

Η υποχρεωτικότητα της Ασφάλισης επαγγελματικών και ιδιωτικών ακινήτων για Φυσικές Καταστροφές στην Ευρώπη εφαρμόζεται ήδη σε αρκετές χώρες με έμμεσο ή άμεσο τρόπο.

· Στην Ισπανία μέσω ειδικών τελών (που βαρύνουν τα συμβόλαια Ακινήτων, Ζωής και Αυτοκινήτων) τα οποία στη συνέχεια χρηματοδοτούν μέσω του Κράτους αποζημιώσεις από Φυσικές Καταστροφές.

· Στην Ελβετία είναι υποχρεωτική η Ασφάλιση των Κτιρίων για Φυσικές Καταστροφές μέσω των Καντονιών, δηλ. της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

· Στη Γερμανία είναι υποχρεωτική η ασφάλιση των κτιρίων για τους βασικούς κινδύνους.

· Η Ιταλία προτιμά την πολιτική κινήτρων και δίνει φοροαπαλλαγή ίση με το 19% του ασφαλίστρου.

Κίνητρα για τη γεφύρωση του ασφαλιστικού “κενού”

Οι λόγοι είναι πολλοί και απαιτούν άμεσες πρωτοβουλίες από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.

Μεταξύ αυτών η συστηματική ενημέρωση για την αξία της πρόληψης και της κατανόησης των διαθέσιμων ασφαλιστικών προϊόντων, η παροχή κινήτρων και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τον κλάδο».

Καταλήγοντας ο κ. Βοτσαρίδης τονίζει : «Αναφορικά με την παροχή κινήτρων όπως οι φορολογικές απαλλαγές, (με ολική έκπτωση των Ασφαλίστρων Φυσικών Καταστροφών από το φορολογητέο εισόδημα) και η έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ, δίνουν σημαντική ώθηση στην ασφάλιση, ενώ παράλληλα το κράτος επωφελείται αυξάνοντας τα έσοδά του.

Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται από το πρώτο έτος εφαρμογής του μέτρου, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι το μέτρο είναι κατ’ αρχήν καλό, αλλά το ποσοστό της έκπτωσης του 10%, είναι πάρα πολύ μικρό και πρέπει να αυξηθεί τουλάχιστον στο 25 % ώστε να υπάρχουν ουσιαστικά αποτελέσματα.

Πρόσφατη Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμά ότι η κλιματική Αλλαγή και οι συνεπακόλουθες φυσικές καταστροφές στη χώρα μας θα έχουν ως αποτέλεσμα, το συνολικό σωρευτικό κόστος να φτάσει έως το έτος 2100 το ποσό των 700 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή πάνω από 3 φορές το ελληνικό ΑΕΠ.

Το σενάριο αυτό καθιστά αυτονόητη την αδυναμία της πολιτείας να διαθέτει χρήματα από τον προϋπολογισμό του κράτους για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων. Προκύπτει, λοιπόν, ως απολύτως αναγκαίο να θεσμοθετηθεί με τη μορφή ΣΔΙΤ η συνεργασία Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα».

 

Ασφαλιστική Αγορά 4μηνο

Με θετικό πρόσημο ολοκλήρωσε το τετράμηνο του τρέχοντος οικονομικού έτους η συνολική παραγωγή ασφαλίστρων, καταγράφοντας άνοδο 13,2%, την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2024, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος (ΕΑΕΕ.

Ειδικότερα η παραγωγή διαμορφώθηκε στα 1,9 δισ. ευρώ για το συγκεκριμένο διάστημα εκ των οποίων 917,2 εκατ., με ποσοστό ανόδου 15,8%, σε ετήσια βάση, αντιστοιχούν στις Ασφαλίσεις Ζωής και 961,4 εκατ. ευρώ, στις Ασφαλίσεις κατά Ζημιών, οι οποίες ενισχύθηκαν κατά 10,8%, συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγουμένου έτους.

Επιπλέον όπως προκύπτει από τα στοιχεία ο κλάδος Ζωής κατέγραψε αύξηση 5,6% και ασφάλιστρα ύψους 421.718.εκατ. ευρώ. Ομοίως, ο κλάδος Ασφαλίσεις Ζωής συνδεδεμένες με επενδύσεις ενισχύθηκε κατά 38,7% ενώ η παραγωγή του ανήλθε σε 383.348 εκατ. ευρώ.

Εξαίρεση αποτέλεσε η Διαχείριση συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων που για το τετράμηνο υποχώρησε κατά 3,8%, διολισθαίνοντας στα 112.176 εκατ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή στις Ασφαλίσεις κατά ζημιών, αξίζει να αναφερθεί ο κλάδος Αστικής Ευθύνης Οχημάτων, ο οποίος, με ασφάλιστρα 264.443 εκατ. ευρώ, σημείωσε άνοδο 5,3%.

Ο κλάδος για Πυρκαγιά και στοιχεία της φύσεως κατέγραψε αύξηση 31,5 φθάνοντας για το τετράμηνο τα 31.056 εκατ. ευρώ, τα Ατυχήματα ενισχύθηκαν κατά 7,5% αγγίζοντας τα 4.115 εκατ. ευρώ, ενώ αντίθετα οι ασθένειες υποχώρησαν κατά 6,8% στα 43.107 εκατ. ευρώ. Τέλος η Γενική αστική ευθύνη πραγματοποίησε άλμα 28,5% στα 13.905.εκατ. ευρώ.

Για τον μήνα Απρίλιο, οι ασφάλειες Ζωής και Ζημιών ανήλθαν συνολικά σε 476.3 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 10,1% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους.

Εξ αυτών 229.4 εκατ. ευρώ αντιστοιχούν στις Ασφαλίσεις Ζωής που ενισχύθηκαν κατά 3,6% και 246.9 εκατ. ευρώ στις Ασφαλίσεις κατά Ζημιών με εντυπωσιακή άνοδο 17%.

Αναφορικά με τους επιμέρους κλάδους οι Ασφαλίσεις Ζωής αυξήθηκαν κατά 12,7% φθάνοντας τα 105.6 εκατ. ευρώ, οι Ασφαλίσεις Ζωής συνδεδεμένες με επενδύσεις ανήλθαν στα 89.415.4 εκατ. ευρώ και τέλος η παραγωγή στον κλάδο Διαχείρισης συλλογικών συνταξιοδοτικών κεφαλαίων διαμορφώθηκε στα 34.4 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο 4,3%.

Τέλος η αστική ευθύνη χερσαίων οχημάτων ενισχύθηκε κατά 13,2% στα 71.4 εκατ. ευρώ και τα ατυχήματα κατά 7,5% φθάνοντας τα 4.1 εκατ. ευρώ.