Εξαρχής, η υπόσχεση της Airbnb, της Uber και της υπόλοιπης «οικονομίας του διαμοιρασμού» ήταν ότι χρησιμοποιώντας τα κοινωνικά μέσα και την ψηφιακή τεχνολογία, οι αγορές για αγαθά και υπηρεσίες όπως τα ταξί και τα ξενοδοχεία μπορούσαν να γίνουν πιο αποτελεσματικές και άρα να προσφέρουν περισσότερα οφέλη για την κοινωνία και τους επενδυτές.
Όμως, αυτό το «χρυσό» όραμα για το μέλλον αρχίζει να φαντάζει κάπως …σκουριασμένο τώρα τελευταία.
Πάρτε την Airbnb: αυξήθηκε με καταιγιστικούς ρυθμούς τα τελευταία οχτώ χρόνια επιτρέποντας στους ιδιοκτήτες σπιτιών και διαμερισμάτων να ενοικιάζουν τις κατοικίες τους σε ταξιδιώτες, γρήγορα και εύκολα. Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκμεταλλευθεί τις υπηρεσίες αυτές, και πλέον η Airbnb έχει αγοραία αξία κοντά στα 30 δισεκατομμύρια δολάρια – σχεδόν ίδια με την αλυσίδα ξενοδοχείων Marriott International.
Κάποιες εποπτικές αρχές, όμως, δεν είναι τόσο ενθουσιασμένες με την εταιρεία. Ένας αριθμός πόλεων και περιφερειών, από το Βερολίνο μέχρι το Σαν Φρανσίσκο, έχουν εφαρμόσει περιορισμούς στις ενοικιάσεις μέσω Airbnb, ισχυριζόμενες ότι η εταιρεία παραβιάζει μια σειρά νόμων και κανόνων. Η εταιρεία προσπαθεί να διαπραγματευτεί μια «ανακωχή» κάποιου είδους, λέγοντας ότι είναι διατεθειμένη να συλλέγει και να παραδίδει στο κράτος φορολογικά έσοδα, καθώς και να προβεί σε άλλες παραχωρήσεις.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι παραχωρήσεις και οι περιορισμοί είναι πιθανό να μειώσουν σημαντικά το περιθώριο κερδοφορίας και, άρα, να περιορίσουν τα οφέλη που υποτίθεται ότι θα προέκυπταν από την οικονομία του διαμοιρασμού. Και η Airbnb δεν είναι ο μόνος πάροχος υπηρεσιών που βρίσκεται αντιμέτωπος με αυτά τα προβλήματα.
Η Uber εμπλέκεται σε παρεμφερείς διαμάχες με τις ελεγκτικές αρχές από τότε που ξεκίνησε να παρέχει την εναλλακτική προς τα ταξί υπηρεσία της το 2009. Σε κάποιες πόλεις έχει απαγορευτεί εντελώς. Σε πολλές περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές (και οι ανταγωνιστές) επισημαίνουν ότι η εξοικονόμηση κόστους που προσφέρει προκύπτει επειδή η εταιρεία αποφεύγει πολλές από τις υποχρεώσεις στις οποίες υπάγονται τα ταξί.
Μεταξύ άλλων, οι οδηγοί της Uber δεν είναι ασφαλισμένοι και δεν έχουν καμία εργατική παροχή από την εταιρεία επειδή θεωρούνται ελεύθεροι επαγγελματίες. Όμως, αυτό το εργασιακό καθεστώς έχει αμφισβητηθεί στα δικαστήρια σε μέρη όπως η Καλιφόρνια και το Ηνωμένο Βασίλειο. Εάν η Uber κληθεί να αντιμετωπίζει τους εργαζομένους της σαν εργοδότης, τότε τα κόστη της θα αυξηθούν κατακόρυφα.
Το συμπέρασμα είναι ότι εάν η διαδικασία επιβολής ρυθμίσεων στις εταιρείες της «οικονομίας του διαμοιρασμού» συνεχιστεί, ένα μεγάλο μέρος της δημοφιλίας αυτών των εταιρειών μεταξύ των επενδυτών θα εξαλειφθεί.
Πηγή : www.fortune.com, www.fortunegreece.com