xwrotaksiko-tourismosΗ ανάγκη αναθεώρησης του Ειδικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό επισημάνθηκε στην παρουσίαση του υπουργείου Τουρισμού σε συνεργασία με το υπουργείο Περιβάλλοντος που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη. Η ανάγκη αυτή προκύπτει αφενός από γενικότερες εξελίξεις / δεδομένα ανεξάρτητα από το Ειδικό Πλαίσιο, και αφετέρου από αδυναμίες / προβλήματα που έχουν εντοπιστεί στο ίδιο το Ειδικό Πλαίσιο.

Ήδη από την έγκριση του Ειδικού Πλαισίου έχουν διαπιστωθεί ορισμένα προβλήματα που συνδέονται με μεθοδολογικές επιλογές ή επιλογές πολιτικής του Πλαισίου. Επισημαίνονται σχετικά τα εξής:

Α) Θέματα ανάλυσης και στοχοθεσίας
– Απαιτείται αναπροσαρμογή στόχων, επικαιροποίηση στοιχείων, και ενσωμάτωση των σημερινών δεδομένων και προβλημάτωνΒ) Προβλήματα κατηγοριοποίησης του χώρου και σχετικών κατευθύνσεων.

Αναλυτικότερα:

Η κατηγορία “Αναπτυσσόμενες τουριστικά περιοχές” (Κατηγορία Β1) είναι πολύ περιορισμένη σε σχέση με τον δυναμικό της χαρακτήρα. Η υποκατηγορία “Αναπτυγμένοι πυρήνες μαζικού τουρισμού εντός ευρύτερων αναπτυσσόμενων περιοχών με περιθώρια ανάπτυξης εναλλακτικού τουρισμού” (κατηγορία Β3) είναι εξαιρετικά περιορισμένη θεματικά και γεωγραφικά.

Η κατηγορία “Περιοχές τουριστικού ενδιαφέροντος με μειονεκτικά χαρακτηριστικά και κυρίαρχες χρήσεις άλλες από τον τουρισμό” (Κατηγορία Γ) είναι μεθοδολογικά και πραγματολογικά προβληματική. Η ένταξη στην κατηγορία αυτή μόνο τριών συγκεκριμένων περιοχών (Αγραφα, Πομακοχώρια κλπ) είναι προφανώς ελλειμματική, αφού υπάρχουν και άλλες περιοχές της χώρας σε παρόμοια, από άποψη τουριστικής ανάπτυξης και δυνατοτήτων, κατάσταση.

Ο ορισμός της κατηγορίας (ΣΤ) Ορεινές περιοχές δεν έχει γίνει με τα κριτήρια της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και της Ε.Ε. για τις ορεινές περιοχές, που ορίζουν τον ορεινό χώρο σε υψόμετρο άνω των 800 μέτρων.
Στις κατηγορίες περιοχών δεν υπάρχουν σήμερα οι λουτροπόλεις και τα δίκτυα τουριστικών προορισμών.
Το Ειδικό Πλαίσιο σχεδόν αγνοεί την ύπαρξη διαφόρων μορφών οργανωμένων υποδοχέων του τουρισμού και των συμπληρωματικών του δραστηριοτήτων, καθώς και την ανάγκη ενίσχυσης των εγκαταστάσεων αυτής της μορφής. Μια επαναπροσέγγιση του ζητήματος θα πρέπει να προσδιορίσει κριτήρια χωροθέτησης και χωρικές προτεραιότητες για τους οργανωμένους υποδοχείς και συνολικά να ενισχύσει την ελκυστικότητα των τουριστικών επενδύσεων αυτής της μορφής έναντι της σημειακής χωροθέτησης εκτός σχεδίου.
Δε δίνεται επαρκής έμφαση στα υφιστάμενα τουριστικά καταλύματα και την αναβάθμισή τους.

Ο περιορισμός της δόμησης νέων υποδομών φιλοξενίας, εστίασης και λοιπών σχετικών με τον τουρισμό υποδομών, στο 80% του ελληνικού χώρου (Β2) κατηγορία σε μία ζώνη 500 μέτρων από τα όρια των οικισμών, αποκλείει από την τουριστική ανάπτυξη ευρείες περιοχές συχνά με αδυναμία εναλλακτικής ανάπτυξης, χωρίς σαφή τεκμηρίωση της αναγκαιότητας μιας τέτοιας επιλογής (ακόμα και υπό συνθήκες προ-κρίσης). Το ίδιο ισχύει και για τις περιοχές του δικτύου ΦΥΣΗ 2000.

Η απόλυτη απαγόρευση τουριστικής ανάπτυξης σε όλα νησιά της πρώτης κατηγορίας της ομάδας ΙΙΙ (βραχονησίδες κ.λπ.) είναι υπερβολική και μη τεκμηριωμένη, ακόμα και με στενά περιβαλλοντική οπτική.
Οι προβλεπόμενες αποστάσεις των κτισμάτων από τη γραμμή αιγιαλού, σε συνδυασμό με τις διατάξεις που συνδέονται με το υψόμετρο, είναι υπερβολικά περιοριστικές, ιδίως για μεγάλες οργανωμένες αναπτύξεις υψηλού επιπέδου.

Στους παραδοσιακούς οικισμούς δεν διευκολύνεται η αξιοποίηση οικισμών που έχουν εγκαταλειφθεί.
Δε δίνονται κατευθύνσεις για τις αποσύρσεις παλαιών και εγκαταλελειμμένων τουριστικών καταλυμάτων.
Αστικός τουρισμός: Δεν δίνεται επαρκής έμφαση σε ζητήματα branding και city marketing, και στην αναβάθμιση σε υψηλότερες βαθμίδες των υφιστάμενων καταλυμάτων.

Όσον αφορά τις σύνθετες τουριστικές επενδύσεις, δημιουργούνται ενιαία δίκτυα φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που θα αναδεικνύουν και αξιοποιούν το σύνολο των πολλαπλών ιστορικών παρελθόντων και θα συνδέονται με τη σύγχρονη κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα, αλλά και την τοπική οικονομική δραστηριότητα.

Σχετικά με τα νησιά, θα διατηρηθεί η κατηγοριοποίησή τους σε τρεις κατηγορίες, ενώ θα απαγορευτούν τα τουριστικά καταλύματα σε περιοχές φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που θα αναδεικνύουν και αξιοποιούν το σύνολο των πολλαπλών ιστορικών παρελθόντων και θα συνδέονται με τη σύγχρονη κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα, αλλά και την τοπική οικονομική δραστηριότητα.

Ο θαλάσσιος τουρισμός διακρίνεται σε ξεχωριστές κατευθύνσεις για τουρισμό κρουαζιέρας και τουρισμό σκαφών αναψυχής.Παράλληλα διαμορφώνονται ζώνες ναυσιπλοϊας αναψυχής σε όλο το θαλάσσιο εύρος, ενώ αναπτύσσεται το δίκτυο των τουριστικών λιμένων. ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργική συνοχή του δικτύου σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες ζώνες ναυσιπλοΐας.

Βασική κατεύθυνση για τη δημιουργία ενός επαρκούς και βιώσιμου δικτύου συστήματος τουριστικών λιμένων είναι η ελάχιστη απόσταση καταρχήν 30 ναυτικών μιλίων μεταξύ μαρινών και 15 ναυτικών μιλίων μεταξύ καταφυγίων και αγκυροβολίων, εξαιρουμένων των μητροπολιτικών περιοχών.