Το κόστος ενός πιάτου φαγητού στις φτωχότερες χώρες του κόσμου μπορεί να φτάσει τα εκατοντάδες αμερικάνικα δολάρια (υπολογισμένο σε αγοραστική δύναμη της χώρας), σύμφωνα με τη νέα έρευνα του World Food Programme και της Mastercard.
Η μελέτη έδειξε πως οι άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες χώρες χρειάζεται να καταβάλουν ολόκληρο το ημερήσιο εισόδημά τους για ένα γεύμα -ενώ το ποσό μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτερο σε περιπτώσεις χωρών σε καθεστώς εμφυλίου ή οικονομικής κατάρρευσης.
Οι διαφορές με τις πλούσιες χώρες είναι ακόμα πιο άκαμπτες. Ας πάρουμε για παράδειγμα την πολιτεία της Νέας Υόρκης, ως βάση για το πρόγραμμα Counting the Beans: the True Cost of Food around the World. Εκεί, ένα απλό πιάτο όπως η σούπα φασολιών κοστίζει US $1,20 για να ετοιμαστεί.
Αυτό αντιπροσωπεύει το 0,6% του μέσου όρου του καθημερινού εισοδήματος. Σε αντίθεση, στο Νότιο Σουδάν, τη χώρα με τη χαμηλότερη κατάταξη στην έρευνα, ένα ίδιο πιάτο κοστίζει 268 φορές την παραπάνω αναλογία, ισοδυναμώντας με US $321,70.
Η έρευνα, υπολόγισε επίσης, το ποσοστό του καθημερινού μέσου εισοδήματος, που απαιτείται σε κάθε χώρα για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού.
Οι χώρες και περιοχές με τη χειρότερη βαθμολογία, σύμφωνα με την έρευνα, είναι:
1. Νότιο Σουδάν: Ένα πιάτο φαγητού, με βάση το εισόδημα της Νέας Υόρκης κοστίζει $321,70. Το υψηλότατο 155% του καθημερινού μέσου όρου εισοδήματος στο Σουδάν απαιτείται για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού.
2. Νιγηρία: Ένα πιάτο φαγητού κοστίζει $200,32 με βάση το εισόδημα της Νέας Υόρκης. 121% του καθημερινού μέσου όρου εισοδήματος της Νιγηρίας απαιτείται για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού
3. Ντέιρ Εζόρ, Συρία: Ένα πιάτο φαγητού, με βάση το εισόδημα της Νέας Υόρκης, κοστίζει $190,11. 115% του καθημερινού μέσου όρου εισοδήματος της Συρίας απαιτείται για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού.
4. Μαλάουι: Ένα πιάτο φαγητού κοστίζει $94,43 με βάση το εισόδημα της Νέας Υόρκης. 45% του καθημερινού μέσου όρου εισοδήματος του Μαλάουι απαιτείται για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού.
5. Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό: Ένα πιάτο φαγητό κοστίζει $82,10 με βάση το εισόδημα της Νέας Υόρκης. 40% του καθημερινού μέσου όρου εισοδήματος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό απαιτείται για την αγορά ενός απλού πιάτου φαγητού.
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα έχουν ενισχύσει την αποφασιστικότητα της Mastercard να επιτύχει το στόχο της -που ανακοινώθηκε ως μέρος μιας παγκόσμιας πρωτοβουλίας- να προσφέρει πάνω από 100 εκατομμύρια γεύματα σε όσους έχουν ανάγκη, σε όλο τον κόσμο.
«Χωρίς φαγητό δε μπορούμε να ζήσουμε, να μάθουμε ή να αναπτυχθούμε» είπε η Ann Cairns, President International, Mastercard. «Στη Mastercard, χρησιμοποιούμε την τεχνολογία και τους πόρους μας για να βελτιώσουμε ζωές και να τερματίσουμε τον κύκλο της φτώχειας.
Η δέσμευσή μας να παραδώσουμε 100 εκατομμύρια γεύματα και η συνεργασία μας με το World Food Programme (WFP), θα συμβάλλει στο να έρθουμε πιο κοντά σε έναν κόσμο απαλλαγμένο από την πείνα».
Καθημερινά, 815 εκατομμύρια άνθρωποι βιώνουν την πείνα. Άλλες έρευνες που έχουν γίνει σε συνεργασία Mastercard και WFP, έχουν καταγράψει μια άμεση συσχέτιση μεταξύ των θρεπτικών σχολικών γευμάτων και των μετέπειτα ακαδημαϊκών επιτευγμάτων και της παραγωγικότητας στην ενήλικη ζωή.
Τα παιδιά που επωφελήθηκαν από ένα 10ετές πρόγραμμα με την παροχή σχολικού γεύματος στη Σρι Λάνκα, είδαν το εισόδημά τους αυξημένο κατά 5% ως εργαζόμενοι ενήλικες.
Μια αντίστοιχη ανάλυση κόστους – οφέλους έδειξε επίσης ότι, κάθε US $1 που επενδύεται σε σχολικά γεύματα φέρνει οικονομική απόδοση από US $3 έως US $10.
«Οι γονείς αντιμετωπίζουν συχνά αγωνιώδεις επιλογές», πρόσθεσε η A. Cairns.
«Πρέπει να στείλουν τα παιδιά να εργαστούν για να τροφοδοτήσουν την οικογένεια, ή να τα στείλουν στο σχολείο και να έχουν την οικογένεια σε κατάσταση λιμοκτονίας; Με τη χορηγία σχολικών γευμάτων, επιτρέπουμε στα παιδιά να μείνουν στο σχολείο, να μάθουν και να γίνουν πιο παραγωγικοί ενήλικες όταν είναι σε ηλικία να εργαστούν. Οικογένειες, κοινότητες και τελικά ολόκληρες οικονομίες ευημερούν».
«Μαζί, έχουμε κάνει ένα ιδιαίτερα αξιόλογο έργο», δήλωσε ο David Beasley, εκτελεστικός διευθυντής του WFP.
Χάρη στη συνεργασία με τη Mastercard, κατορθώσαμε να εμβαθύνουμε στα ζητήματα που βρίσκονται πίσω από τους συνεχείς κύκλους φτώχειας και πείνας.
Το πρόγραμμα Counting the Beans δεν υπογραμμίζει απλά τις σκληρές ανισότητες στην πρόσβαση σε τροφή, αλλά προσφέρει πρωτοποριακές λύσεις για να αντισταθμιστούν κάποιες από τις χειρότερες επιπτώσεις συγκρούσεων και καταστροφών στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Παρουσιάζει τόσο την κλίμακα, όσο και τον επείγοντα χαρακτήρα των συνεργειών που απαιτούνται για τον τερματισμό της πείνας μέχρι το 2030.»
Η Mastercard και το WFP θέλουν να επισημάνουν κάποιους από τους πραγματικούς λόγους που οι χώρες συχνά καταλήγουν σε έναν φαύλο κύκλο φτώχειας, όπως οι συγκρούσεις και η ανασφάλεια, οι κατακερματισμένες αλυσίδες εφοδιασμού και οι μολυσματικά αποθηκευμένες καλλιέργειες λόγω έλλειψης τεχνολογίας.
Με τη σειρά της, η συνεργασία αυτή στοχεύει στην παροχή καινοτόμων προγραμμάτων -όπως δωρεάν θρεπτικά σχολικά γεύματα- για να βοηθήσει στην ανακούφιση μερικών πιο περίπλοκων προβλημάτων, πίσω από τη φτώχεια και την πείνα, και να διακοπεί αυτός ο συνεχής κύκλος φτώχειας.
*Μεθοδολογία
Ένα βασικό γεύμα ετοιμάστηκε – μία σούπα φτιαγμένη από φασόλια ή άλλα όσπρια, σε συνδυασμό με ένα συστατικό υδατάνθρακα που ταιριάζει στις τοπικές προτιμήσεις.
Η ποσότητα κάθε συστατικού είχε υπολογισθεί και εκτιμήσεις όρισαν το συνολικό βάρος των αγορασθέντων ειδών διατροφής και το τελικό βρώσιμο βάρος του γεύματος. Το κόστος των συστατικών για μία μερίδα υπολογίστηκε με
το εθνικό νόμισμα κάθε χώρας. Ο μέσος ημερήσιος προϋπολογισμός ανά άτομο υπολογίστηκε στο τοπικό νόμισμα και προέκυψε από τα στοιχεία του εθνικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ.
Όπου αυτά δεν ήταν διαθέσιμα, χρησιμοποιήθηκαν εναλλακτικές πηγές δεδομένων. Ο λόγος γεύματος προς εισόδημα υπολογίστηκε βάσει του ποσοστού του ημερήσιου προϋπολογισμού που δαπανήθηκε για την αγορά μιας μερίδας του γεύματος.
Στη συνέχεια υπολογίστηκε μια θεωρητική τιμή, εφαρμόζοντας αναδρομικά την αναλογία γεύματος προς εισόδημα για ένα άτομο σε μια αναπτυσσόμενη χώρα, με τον ημερήσιο προϋπολογισμό ενός πολίτη της Νέας Υόρκης.